"Δημοσιογραφία είναι να δημοσιεύεις αυτά που κάποιος άλλος δεν θέλει να δημοσιευθούν." - Τζορτζ Όργουελ

19.8 C
Trikala

Και τώρα, τι θα απογίνουμε χωρίς το MEGA ;

lafarm

Σχετικά άρθρα

Τον πεθαμένο το πρώτο βράδυ τον κλαις. Θυμάσαι τις καλές στιγμές που έζησες κοντά του.

Από την επόμενη όμως, που συνέρχεσαι λίγο, αρχίζεις να σκέφτεσαι τι θα απογίνεις εσύ. Η χήρα η το ορφανό, που έμεινες.

Και αν αυτός που πέθανε χτες είναι το MEGA, χήρες και ορφανά είμαστε όλοι εμείς οι τηλεθεατές που ζήσαμε εικοσιπέντε χρόνια κοντά στον συγχωρεμένο.

Τι θα απογίνουμε χωρίς την συντροφιά του και όλα όσα απλόχερα μας πρόσφερε τόσα χρόνια;

Είναι το καυτό ερώτημα, που βασανίζει όλους εμάς τους νοικοκυραίους.

Ώριμο για απάντηση, τώρα πιά που κατακάθισε ο κουρνιαχτός από τις συναισθηματικές αντιδράσεις όλων μας, για τους εργαζόμενους που χάνουν την δουλειά τους.

Συγκινήθηκαν πολλοί, δεν ξέρω αν ορισμένους τους πήραν και τα κλάματα, που είδαν αυτήν μια σοβαρή παρουσιάστρια, την Νάταλι Κακαβά, να μιλάει με δραματικό ύφος για την ευθύνη που έχουν κάποιοι να κρατήσουν ζωντανό το κανάλι. Και το κυριότερο, να σωθούν οι θέσεις εργασίας.

Άνθρωποι που δούλευαν εικοσιτετράωρα ολόκληρα, δύο σχεδόν χρόνια, για να μην βγάλουν τον αναπνευστήρα από ένα οικονομικό πτώμα, στο κάτω-κάτω αξίζουν της προσοχής και του ενδιαφέροντός μας.

Και τώρα, τώρα να μείνουν χωρίς δουλειά; Δεν είναι άδικο;

Είναι, και πολύ μάλιστα.

Αυτοί, οι εργαζόμενοι του καναλιού ούτε διακόπτες κατέβασαν, όπως θα έκανε κανένας Φωτόπουλος, ούτε χτίσανε καμία πόρτα για να κλειδώσουν μέσα κάποιο Τραπεζίτη, που τους κρατούσε τις εισπράξεις, ούτε ακόμη, στο φινάλε, έσκισαν τα ρούχα των Διευθυντών τους.

Όπως έκαναν οι Γάλλοι, πριν από λίγα χρόνια, σε μια εργασιακή αντίδραση για κάποιες απολύσεις σε ένα εργοστάσιο.

Ήταν ευγενικοί, αυτοί οι υπάλληλοι του MEGA. Καμία σχέση με τους βάρβαρους Κολλάδες του παρελθόντος.

Δούλευαν δύο χρόνια, τζάμπα λέει, για να πληρώνονται οι Τράπεζες από τις διαφημίσεις του καναλιού.

Δηλαδή, θα αναρωτιόσαστε, αν την ακούγατε την Ναταλί: «Αυτοί οι εργαζόμενοι ήταν οι μ@λάκες της υπόθεσης, και η Τρέμη, ο Πρετεντέρης, ο Τσίμας και τα άλλα παιδιά, που την κοπάνησαν και μπήκαν στα μαγαζιά του Θέμου, οι έξυπνοι;».

Δεν ξέρω αν εσείς του θεωρείτε χρήσιμους βλάκες, χαζούς ή ό,τι άλλο μπορεί να χαρακτηρίσει μια ομάδα χαμηλόμισθων ανθρώπων, που στο παρελθόν δεν πήραν ούτε μία, έστω μία, πρωτοβουλία για άλλους συναδέλφους τους. Που είχαν, τότε, βρεθεί στην ίδια με αυτούς, σήμερα, δύσκολη θέση.

Άλλωστε, για αυτά που έγιναν στις άλλες επιχειρήσεις, τι φταίνε αυτοί; Αυτοί τους απέλυσαν; Η αγορά δεν τους σήκωσε και χάσανε την δουλειά τους.

Οι ευκαιρίες που δημιουργούνται, στα τελευταία λεπτά ενός παιγνιδιού, που από την αρχή συνήθισες να παίζεις με τα χέρια και τα πόδια δεμένα, συνήθως χάνονται.

Οι απλήρωτοι παίκτες του MEGA είχαν, δύο σχεδόν χρόνια από τότε που τους άφησαν στο έλεος του Θεού, ένα ολόκληρο σταθμό για να παίξουν ό,τι μπάλα ήθελαν.

Και δεν βγήκανε ποτέ να πούνε : «Έλα, εδώ ρε Πρετεντέρη. Εσύ που μιλάς έξυπνα, και άμα τύχει πετάς και κανένα μπουκάλι σε διαιτητή, πες μία κουβέντα για τους διοικητές της Τράπεζας, που μας κρατάνε τα χρήματα των διαφημίσεων».

Ακούσατε τίποτα; Όχι.

Ποιος ξέρει, γιατί δεν το έκαναν. Μπορεί να φοβήθηκαν μη και τους στενοχωρήσουν. Ή και ότι, εάν ποτέ ο σταθμός έπαιρνε μια άδεια και όλα τα αστέρια ξαναγυρνούσαν, θα έχαναν την θέση τους.

Και χτες, στο επιθανάτιο αυτό αντίο, πάλι κουβέντα δεν βρήκαν να πουν, για όλους αυτούς που μέσα από παράνομα κατειλημμένες δημόσιες συχνότητες έβριζαν το Δημόσιο, έκρυβαν την πραγματικότητα και παραποιούσαν τα γεγονότα.

Αυτοί, οι άτυχοι εργαζόμενοι, που για δύο χρόνια ξοφλούσαν υποχρεώσεις από δάνεια που έπαιρνε το κανάλι για να καλύπτει μισθούς και έξοδα δέκα ανθρώπων, το μόνο που πιθανόν να σκέφτηκαν, ήταν να αντιδράσουν σαν την συνάδελφο τους από τον Alphs.

Τι κρίμα, λοιπόν, που σε αυτό το χθεσινό μνημόσυνο των λαμπρών ημερών που ζήσαμε, βγάλανε στον αέρα, από τις παλιές καραβάνες του σταθμού, μόνο την Σπυράκη.

Και αυτά που ακούσαμε, από όλους όσοι περάσαν από την χθεσινή πασαρέλα, ήταν αυτά που θα μας λείψουν, έτσι και μπει το οριστικό λουκέτο σε τρεις μήνες.

Αλήθεια, εμάς τους νοικοκυραίους, που οι ειδήσεις του μεγάλου καναλιού μας ενημέρωναν καθημερινά για το πόσο κινδυνεύει η χώρα να γίνει σαν την Βενεζουέλα, έτσι και δεν ακολουθούσαμε κατά γράμμα αυτά που έλεγαν οι Γερμανοί, μας σκέφθηκαν καθόλου, αυτοί που αποφάσισαν να κλείσουν το κανάλι;

Εμείς, οι νοικοκυραίοι που παρακολουθούσαμε MEGA, είμαστε σοβαροί άνθρωποι.

Και για να είμαι δίκαιος, σε εμάς μέσα δεν βάζω τις νοικοκυρές, που παρακολουθούσαν τα πρωινάδικα και είχαν την ευκαιρία να μάθουν πώς μαγειρεύει το οσομπούκο ένας ξεπεσμένος εκδότης lifestyle περιοδικών.

Είμαστε, κατά βάση, οι άνθρωποι της μεσαίας τάξης. Οι εργαζόμενοι αλλά και οι αυτοαπασχολούμενοι.

Που μπορεί να μέναμε σε ένα τριάρι στα Κάτω Πατήσια, αλλά γνωρίζαμε ότι στις 8 ή στις 9 -ανάλογα με την ώρα, που κάθε φορά διάλεγαν οι υπεύθυνοι του καναλιού, για να μην έχουνε απέναντι τους τον μπαμπούλα της ακροαματικότητας με τις τούρκικες σαβούρες- θα καθόμασταν στο καναπέ, και θα περιμέναμε να ακούσουμε τις ειδήσεις.

Ποιες ειδήσεις; Εκείνες που οι Διευθυντές των ειδήσεων -εργαζόμενοι ήταν και αυτοί, συνάδελφοι αυτών που σήμερα εκλιπαρούν να μην κλείσει ο σταθμός- έκριναν σαν τις πιο κατάλληλες για ένα target group υψηλής τηλεθέασης.
΄
Και για μετά, αφού θα είχαμε εμπεδώσει, ότι είμαστε τυχεροί που ζούμε σε μια χώρα που υπάρχουν ακόμη κωλόχαρτα και καλό θα ήταν να μην τολμήσουμε να την κοπανήσουμε από την Ευρώπη, γνωρίζαμε ότι μας περίμενε η ψυχαγωγική ζώνη.

Για να χαλαρώσουμε λίγο, βρε αδελφέ. Τις περιμέναμε αυτές τις στιγμές.

Θα είχαμε φροντίσει να βάλουμε τα παιδιά για ύπνο, και αντί να καθόμαστε να διαβάζουμε τα «Ανεμοδαρμένα ύψη» με τα ξεπερασμένα ρομάντζα του, θα βλέπαμε σε κάποιο σήριαλ υστερικές γυναίκες να τσιρίζουν στους άντρες τους, άντρες παντρεμένους να απατούν τις συζύγους τους, πατεράδες που τα έφτιαχναν με την γκόμενα του γιού τους, έφηβους που είχαν ερωτικές σχέσεις με τις μανάδες των φίλων τους, πoύστηδες -ομοφυλόφιλοι ήθελα να γράψω- που ήταν η ατραξιόν κάθε παρέας, και κάθε άλλου είδους περίεργα σχήματα, που σου έδιναν την ευκαιρία να ονειρευτείς ότι θα γυρίσει ο τροχός και θα γ@μήσει και ο μικροαστός.

Ποιοι είμαστε, λοιπόν, εμείς οι νοικοκυραίοι που στηρίξαμε το κανάλι για το οποίο κόpτονται, εκτός από την Σπυράκη, ένας Χρηστίδης του ΠΑΣΟΚ -πιθανόν να νομίζει ότι εκεί δουλεύει η Μπουσδούκου- και φυσικά ο Σταύρος, που από το μαγαζί αυτό, με μόνο εφόδιο ένα σακίδιο, ξεκίνησε την πολιτική του καριέρα;

 

Για εμάς τους νοικοκυραίους κόφτονται όλοι τους. Ποιοι είμαστε;

Είμαστε οι άνθρωποι, που θέλαμε να προφυλάξουμε την περιουσία μας από τους επερχόμενους επαναστάτες της Αριστεράς.

Μας κυρίευε ο φόβος, όταν βλέπαμε, στα μονταρισμένα από τους ίδιους τους εργαζόμενους πλάνα, πέντε μαλακισμέvα να σπάνε μια βιτρίνα ή να βάζουν φωτιά σε κανένα κάδο σκουπιδιών.

Είμαστε αυτοί, που θέλαμε, έστω και με προσωπικές θυσίες, να σωθεί η πατρίδα μας, από την χρεoκοπία, για την οποία, χάρη στην ομαδική αυτοκριτική που μας υπέβαλε το κανάλι, συνειδητοποιήσαμε ότι υπεύθυνοι είμαστε όλοι μας.

Πόσες φορές δεν είπαμε, εμείς οι νοικοκυραίοι, να αγιάσει το στόμα του Καψή που τα βάζει με τους φορτηγατζήδες και του Πρετεντέρη που τα έχωνε στον ταβερνιάρη της Ύδρας, γιατί δεν έκοψε απόδειξηq

Βλέπετε, στην καθημερινότητα μας, όλοι γνωρίσαμε έναν υδραυλικό ;h και γιατρό, που δεν έκοψε απόδειξη.

Μπορεί και εμείς οι ίδιοι, να μην κόψαμε κάποια φορά απόδειξη, γιατί δεν βγαίναμε.

Δεν είχαμε, δυστυχώς, την τύχη να γνωρίσουμε μια γραμματέα υπουργού -παντρεμένη στην αρχή με αλουμινά και στη συνέχεια με υπουργό- που να κατάφερε σε πέντε χρόνια να μαζέψει πάνω από ένα εκατομμύριο ευρώ και να τα βγάλει στο εξωτερικό.

Δεν συναντηθήκαμε ποτέ με κανένα Παπασταύρου για να μας στήσει offshore στο εξωτερικό.

Ακόμη-ακόμη, παρτάκηδες από τη φύση μας, δεν μπήκαμε ποτέ σε μη κυβερνητική οργάνωση για να πασάρουμε ληγμένα κοτόπουλα σε άστεγους, δεν στήσαμε εταιρεία για να κάνει εράνους με ποσοστά, δεν μπήκαμε σε προγράμματα για να πλασάρουμε τον καρκίνο σαν λέπρα.

Δεν τα γνωρίζαμε αυτά, και καλά έκανε το κανάλι και δεν μας τα έλεγε. Μη και πάρουμε και εμείς οι νοικοκυραίοι το στραβό δρόμο.

Θα απορήσει κανείς, και θα ρωτήσει: «Μα καλά, δέκα λαμόγια κατέστρεψαν την χώρα;».

 

Όχι. Δέκα ηλεκτρολόγοι και πέντε σουβλατζήδες μας έφεραν στην κατάσταση που βρισκόμαστε.

Αυτή ήταν η απάντηση, που παίρναμε καθημερινά από το MEGA. Και φούντωνε μέσα μας η αγανάκτηση.

«Ρε, σαν να έχει δίκιο ο Πάγκαλος» μονολογούσαμε, «που είπε, ότι όλοι μαζί τα φάγαμε. Ορίστε, τα λέει και το κανάλι».

Μόνο που το κανάλι περνούσε στα ψιλά την λίστα Lagard, τα εκατομμύρια που κουβαλούσαν οι εκδότες με σακούλες, τα δάνεια των κομμάτων που κυβερνούσαν όλα αυτά τα χρόνια ή τα απλήρωτα δάνεια των μεγάλων επιχειρήσεων -που έκλειναν άλλες μικρότερες, αλλά για αυτές κουβέντα- και τις αναχρηματοδότησεις πτωχευμένων τραπεζών.

Τράπεζες, που με τα χρήματα μας κάλυπταν τις ζημιές τους από φέσια, άστοχες επενδύσεις, χορηγίες σε πολιτιστικά ιδρύματα και μέγαρα που οι ίδιες δάνειζαν και στο τέλος τα φόρτωσαν και στο Δημόσιο, διαφημίσεις στο ίδιο το κανάλι και bonus πού μοίραζαν στους Διευθυντές τους για να ρυθμίζουν η να αναχρηματοδοτούν δάνεια καναλιών.

 

Για το MEGA, αλλά και για τα άλλα κανάλια, είδηση δεν ήτανε οι ανθρώπινες αυτοκτονίες από οικονομική απόγνωση.

Είδηση είναι η απόγνωση ενός επενδυτή να πάρει άδεια από το κράτος για να φτιάξει ένα Mall ή ένα ξενοδοχείο σε ένα αρχαιολογικό χώρο.

Δεν άξιζε ούτε για ένα ρεπορτάζ, ο γιατρός του Δημοσίου που στην εφημερία του έβλεπε εκατό αρρώστους. Ρεπορτάζ γινότανε, όταν έβρισκαν κατσαρίδα σε καμία αποθήκη του Ευαγγελισμού.

Και πάντα πρώτο το κανάλι σε όλες τις μεγάλες φυσικές καταστροφές. Να δώσει μικρόφωνο σε ανθρώπους για να ακουστεί «Μα καλά, Κράτος δεν υπάρχει;».

Και εμείς, οι νοικοκυραίοι θεατές του MEGA, να συμφωνούμε, ότι το Κράτος αδιαφορεί και φταίνε οι Δημόσιοι υπάλληλοι που κοπροσκυλιάζουν και παίρνουν επιδόματα.

Φορές-φορές είχαμε κιόλας γελάσει με τα αστεία επιδόματα, που μας παρουσίαζαν ότι έπαιρναν.

Μας παρέσυρε, να πούμε την αλήθεια, και ο Γιάννης με αυτό το υπέροχο χιούμορ του και η Όλγα, που αν και σοβαρή, δεν μπορούσε να κρατηθεί και να μη γελάσει, όταν άκουγε τις εξυπνάδες του.

 

Τι και αν, στα χρόνια που περάσανε, μέσα από τις εκπομπές του καναλιού, που σήμερα τόσο μας λείπει, παρουσιάστηκαν οι αγιογραφίες υπόδικων τραπεζιτών και έγκλειστων στον Κορυδαλλό καινοτόμων επιχειρηματιών, εξυψώθηκαν ασήμαντοι ηθοποιοί και αναδείχθηκαν συγγραφείς της πλάκας σαν οι νέοι Hemingway της ελληνικής λογοτεχνίας;

Νομίζετε, ότι θα χάσουμε την καλή εντύπωση που έχουμε για το κανάλι;

Και ειλικρινά, στενοχωρήθηκα που άκουσα χτες την Νάταλι να εξηγεί πόσο παρεξηγημένοι είναι οι εργαζόμενοι του καναλιού.

Μπορούσαν οι εργαζόμενοι, αυτοί που είναι σήμερα απλήρωτοι για πάνω από δύο χρόνια, να φανταστούν ποτέ, ότι όταν το κανάλι τους έσπειρε τον κοινωνικό αυτοματισμό, αυτοί θα θέριζαν την εργασιακή και κοινωνική απομόνωση, που σήμερα βιώνουν;

Σε κάποια στιγμή, μπορεί να είχα παραισθήσεις, και εκεί που μιλούσε για τη μεγάλη αδικία σε βάρος τους, την φαντάστηκα σαν να απαγγέλει Αναγνωστάκη.

 

Και να ζητάει να τους δώσουμε πίσω τα χρόνια που έχασαν.

Δεν το απήγγειλε όμως το ποίημα. Θα την φόβισε ο τελευταίος στίχος.

«Στα ψέματα παίζαμε» λέει ο ποιητής.

Στα ψέματα μας φορτώσατε, Νάταλι.

Μας είπε, όμως, η Νάταλι ποιοι φταίνε.

Φταίνε οι μέτοχοι, οι τράπεζες και η Κυβέρνηση.

Ε λοιπόν, όχι . Για το κλείσιμο του καναλιού, παιδιά, δεν φταίνε ούτε οι μεγαλομέτοχοι- αυτοί λογαριάζουν εάν το μαγαζί βγαίνει -ούτε οι τραπεζίτες -αυτοί τα λεφτά τους πίσω θέλουν να πάρουν- και φυσικά ούτε η Κυβέρνηση· αλήθεια, πώς τα καταφέρατε ακόμη και στο τελευταίο σας δελτίο πάλι να μπλέξετε τους Συριζαίους;

Για το κλείσιμο του καναλιού, φταίει το αόρατο χέρι της αγοράς.

Είναι το χέρι που δεν θέλατε να μπλέκει στα δικά σας χέρια.

Τι θέλετε, λοιπόν, τώρα; Να μπει μόνο του στη τσέπη των μετόχων ή στους γκισέδες των τραπεζών και να τους πάρει με το ζόρι τα λεφτά;

Το μόνο χέρι που θα μπορούσε να μπει είναι το χέρι του κράτους.

Αλλά αυτό το χέρι, εσείς παιδιά και οι συνάδελφοι σας που την κοπάνησαν, θέλατε να το κόψετε. Το θεωρούσατε ανίκανο, το ρουφιανεύατε στους δανειστές, λέγατε ότι είναι άχρηστο και σας εμποδίζει στους δουλειές σας.

Και ο συνάδελφος σας, ο Μανώλης ο Καψής -που τον γουστάρω τρελά γιατί τα λέει στα ίσια- είχε απαντήσει σε κάποιο μετανοημένο αριστερό συγγραφέα:

«Τόσα χρόνια μας λέγατε δωσίλογους και γερμανοτσολιάδες. Τώρα, που έρχεσαι στα λόγια μου, πάψαμε να είμαστε;»

Συνάδελφοι του Μανώλη είσαστε, παιδιά.

Μια καλημέρα του λέγατε στο ασανσέρ της εταιρείας.

Τον πιάσατε ποτέ να του πείτε: «Ρε, Μανώλη, τι πράγματα είναι αυτά που λες; Ντρεπόμαστε να κυκλοφορήσουμε»

 

«Είσαι στα καλά σου, χριστιανέ μου» θα μου απαντήσετε, «εμείς, οι απλήρωτοι εργαζόμενοι, είμαστε αυτοί που κάναμε την προπαγάνδα;»

Όχι, παιδιά, εσείς δεν κάνατε την προπαγάνδα. Εσείς, και συγγνώμη που το λέω, κάνατε τα θελήματα αυτών που έκαναν την προπαγάνδα.

Και μεταφορικά πάντα, εσάς, αντί για αυτούς, καταδικάζουν σήμερα.

Δεν το καταλαβαίνετε;

Μα καλά, τέτοιο αρχείο έχετε -άσχετα εάν προήλθε από την σκύλευση των κρατικών τηλεοπτικών πτωμάτων- δεν έτυχε να ακούσετε για τις δίκες των δωσίλογων και των μαυραγοριτών της κατοχής;

Να σας πω εγώ, τι έγινε; Την πληρώσανε οι μικροκαταδότες, οι φτηνοί ρουφιάνοι και οι μεσάζοντες μεταπωλητές.

Οι μεγάλες οικογένειες, αυτές που φυγάδευσαν στο Λίβανο και την Αίγυπτο, χρυσάφι και πίνακες, αυτές που ήταν οι επίσημοι συνεργάτες των Γερμανών , όχι μόνο δεν έπαθαν τίποτα, αλλά ανέλαβαν και τις αντιπροσωπείες των γερμανικών εταιρειών που ήρθαν στην Ελλάδα μετά τον πόλεμο. Ή πήραν τα δάνεια από το σχέδιο Μάρσαλ.

 

Αυτές οι οικογένειες δεν χρειάστηκε να φορέσουν ποτέ κουκούλα για να κρύψουν το πρόσωπο τους. Οι κουκουλοφόροι, που έκαναν αυτή την δουλειά για μια κονσέρβα και λίγες σταφίδες, καθαρίστηκαν είτε από τους Γερμανούς, είτε από τον ΕΛΑΣ.

Τους κουκουλοφόρους στους Γερμανούς, τους σύστηναν αυτοί οι πατριώτες από τις μεγάλες οικογένειες. Τους είχαν στη δούλεψη τους.

Αν μπορείτε να καταλάβετε αυτή την μεταφορική ερμηνεία της άδικης -για μένα- απομόνωσης την όποια βιώνετε, έχει καλώς.

«Όχι, δεν το καταλαβαίνουμε» θα μου απαντήσετε. «Δεν είμαστε εμείς, αυτοί, που σπέρναμε τον πανικό, την απογοήτευση και την κατάθλιψη. Ήταν οι άλλοι. Οι ποντικοί, που πρώτοι πήδηξαν από το καράβι του καναλιού και έφυγαν. Αυτοί που κοίταξαν το τομάρι τους.».

Ώστε λοιπόν, δεν είσαστε εσείς.

Και τότε, ποιοι έστηναν τα ρεπορτάζ μπροστά στα ΑΤΜ η στα σπασμένα μαγαζιά;

Ποιοι έκοβαν τα λόγια αυτών που μιλούσαν μπροστά στη κάμερα, αν δεν άρεσαν στους Προϊστάμενους σας; Μη μου πείτε ότι καθόταν η Τρέμη στην κονσόλα και έκανε delete αυτά που δεν γούσταρε να ακουστούν.

Ποιοι βάζανε εικόνες από παλιά επεισόδια και κάνανε ηχητικά remix για να σπείρουν τον φόβο;

Ναι, ναι. Εντάξει, το ξέρω. Οι άλλοι σας βάζανε. Εσείς την δουλειά σας κάνετε.

Ε, λοιπόν. Δεν είδα κανένα να παραιτηθεί και να πει: «Εγώ αυτή τη βρωμοδουλειά, δεν την κάνω».

Οι τηλεθεατές, όσο και να τους είχατε αποχαυνώσει, κάποια στιγμή κουράστηκαν. Το γύρισαν στο Survivor. Και πληρώσατε εσείς την νύφη, ενώ την σκαπούλαραν οι συνάδελφοι σας του Alpha.

Αλλά, έλα που η επικοινωνία εξελίσσεται και στη ζωή μας έχει πιά για τα καλά εισχωρήσει το Ιnternet και το Facebook;

Γιατί να καθίσεις να ακούσεις έναν πρώην Κνίτη, και να μη διαβάσεις τα posts ενός Τατσόπουλου, ένος Χωμενίδη η μιάς Σώτης Τριανταφύλλου;

Τα γράφουν πιο ωραία, οι πρώην αριστεροί, και η γλώσσα τους είναι πιο παραστατική.

Εκφράζουν την νέα γενιά και δεν έχει σημασία που η νέα γενιά δεν έχει προλάβει ακόμη να διαβάσει τα αριστουργήματα τους.

 

Τι να σου προσφέρει η ερωτική τηλεοπτική φαντασίωση ενός one night stand δυο απλήρωτων νέων ηθοποιών, μπροστά σε μια live επικοινωνία στο Messenger με μια άγνωστη που σου υπόσχεται πολλά περισσότερα;

Τα νέα προϊόντα της επικοινωνίας βομβαρδίζουν πολύ πιο αποτελεσματικά τους νοικοκυραίους.

Το τηλεοπτικό προϊόν ξίνισε. Οι ματάκηδες δεν ήταν ανάγκη να μπουν σε κανάλι για να δουν τα πλαστικά στήθη και την μακιγιαρισμένη μάπα μιας βίζιτας τηλεπερσόνας. Έμπαιναν σε όποιο site με πορνό θέλανε και βλέπανε πολύ περισσότερα.

Η αγορά, αυτή την οποία υπηρετούσαστε, είχε ήδη φροντίσει να πετάξει από το ψυγείο της επικοινωνίας τα lisestyle περιοδικά και τις εφημερίδες.

Τρομοκρατήσατε ακόμη και τους ίδιους τους πελάτες σας. Ποιος πάει να επενδύσει διαφημιστικά σε μια αγορά που παρουσιάζατε συνεχώς να έχει τα μαύρα της τα χάλια;

«Καλύτερα στο YouTube και στο Facebook, που έχει και νεανικό κοινό» σκέφτηκαν οι διαφημιστές.

Ο σκληρός κόσμος του τεχνολογικού εκσυγχρονισμού και ο αδυσώπητος ανταγωνισμός των μέσων επικοινωνίας ετοίμαζε από καιρό το μνημόσυνο για τα κανάλια.

Και μην κοιτάτε, που σήμερα υπάρχουν ακόμη άλλα κανάλια.

Είναι γιατί υπάρχουν ακόμη ηλικιωμένοι, που δεν μπορούν να μάθουν την ταμπλέτα και αναγκαστικά βλέπουν τηλεόραση.

Σε λίγα χρόνια, που η γενιά αυτή θα φύγει, θα κλείσει οριστικά η τηλεόραση.

Και να σας πω και μια πραγματικότητα;

Όσο οδυνηρό κι αν είναι ένας άνθρωπος να χάνει την δουλειά του, σε ένα κλάδο της αγοράς που το τέλος του δεν θα αργήσει, είναι καλύτερα στην ελεύθερη αχαλίνωτη οικονομία, αυτήν στην οποία προσφέρατε τις υπηρεσίες σας, να αλλάζει επαγγελματική κατεύθυνση έγκαιρα, αντί να περιμένει τον αργό θάνατο.

Αν είσαι μεγάλος, θα πάρεις την σύνταξη σου και θα φροντίσεις τα εγγονάκια σου.

Αν είσαι νέος, θα ψάξεις για άλλη δουλειά.

Και αν αυτά που ακούτε σας φαίνονται λίγο σκληρά, και εάν στο μυαλό σας βαθιά μέσα έχει εισχωρήσει η μ@λακία των φιλελέδων «There is no alternative», η εναλλακτική υπάρχει μέσα στη ψυχή.

Εδώ κατάφεραν και στάθηκαν όρθιοι άνθρωποι που περάσανε χρόνια σε εξορίες, φυλακές η ξένες πατρίδες.

 

Δεν έχασαν αυτοί οι άνθρωποι τις δουλειές τους;

Δεν παράτησαν τις επιστήμες που σπούδασαν;

Δεν είχαν και αυτοί ανάγκες για τις οικογένειες τους;

Για να κερδίσουν όμως τον σεβασμό των συντρόφων τους, για τις ιδέες που υπηρέτησαν και να μην χάσουν την αξιοπρέπεια τους, ούτε μια απλή δήλωση δεν υπέγραψαν.

Δεν λυπάμαι, λοιπόν, τον εργαζόμενο που χάνει την δουλειά του.

Λυπάμαι εκείνον, που προκειμένου να την κρατήσει, χάνει την αξιοπρέπειά του.

Γ.Κ.

(Αγαπητέ φίλε, τηλεόραση πια στην Ελλάδα βλέπουν οι γέροι και οι ανήμποροι. Και για να μην φαίνεται πολύ αυτό, τις μετρήσεις δεν τις κάνουν πια επί αυτών που έχουν τηλεόραση αλλά επί αυτών που παρακολουθούν τηλεόραση. Από τους φίλους μου κανείς δεν βλέπει ελληνική τηλεόραση -τις έχουν για να βλέπουν ξένες σειρές και ταινίες που κατεβάζουν από το Διαδίκτυο- ενώ εγώ δεν έχω καν τηλεόραση. Για να χάσει κάποιος την αξιοπρέπειά του, πρέπει να έχει αξιοπρέπεια. Και αν κάποιος έχει αξιοπρέπεια, δεν δουλεύει ούτε στο Mega ούτε στα άλλα κανάλια των ολιγαρχών. Πρέπει να την έχεις κάπως χεσμένη την αξιοπρέπειά σου, για να δουλεύεις για τη Μαφία. Ειρωνικά είπα στο podcast πως οι πρώην εργαζόμενοι του Mega θα έχουν τώρα την ευκαιρία να αποκτήσουν ταξική συνείδηση. Αυτό που θα αποκτήσουν είναι νέο αφεντικό. Είναι εντυπωσιακό ότι οι άνθρωποι ψάχνουν συνέχεια για αφεντικό αλλά λένε πως θέλουν να είναι ελεύθεροι. Πραγματικά, ακατανόητο. Να είστε καλά.)

pitsirikos

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

Δείτε επίσης