Στις 3 Ιανουαρίου1969 έφευγε από τη ζωή αυτοεξόριστος στο Παρίσι, μετά την απελευθέρωσή του από το στρατιωτικό καθεστώς, ο Τζαβαλάς Καρούζος. Αποχαιρετώντας τον, ο σκηνοθέτης Νίκος Παπατάκης είπε: «Ο Καρούσος πέθανε από μια αρρώστια που ενάντιά της θα έπρεπε να επιστρατευτούν όλες οι δυνάμεις του κόσμου. Αυτή η αρρώστια ονομάζεται φασισμός».

Γεννημένος στη Λευκάδα το 1904, ο Καρούσος αναδείχθηκε σε έναν από τους κορυφαίους ηθοποιούς του ελληνικού θεάτρου και του κινηματογράφου, έχοντας συνεργαστεί με καλλιτέχνες όπως ο Αιμίλιος Βεάκης -τον οποίο διαδέχθηκε ως πρωταγωνιστής στο Εθνικό Θέατρο-, ο Μάνος Κατράκης -με τον οποίο ίδρυσε το Ελληνικό Λαϊκό Θέατρο- κ.ά.
Ενσάρκωσε και τον Αλή Πασά στον κινηματογράφο στην ταινία Η Λίμνη των Στεναγμών, στο πλευρό της Ειρήνης Παππά. Πρωταγωνιστής του Εθνικού Θεάτρου και διάδοχος του Αιμίλιου Βεάκη, ο Καρούσος κυνηγήθηκε και ουσιαστικά εξοντώθηκε αγωνιζόμενος για τα δημοκρατικά ιδεώδη.
Ενταγμένος στην κομμουνιστική Αριστερά, συμμμετείχε στην εαμική Εθνική Αντίσταση και γνώρισε κατόπιν ποικίλες διώξεις, έχοντας εξοριστεί τόσο κατά τον Εμφύλιο όσο μετά την επιβολή της δικτατορίας το 1967.
Στήριξε ιδιαίτερα το νεοελληνικό έργο και πρωταγωνίστησε σε πολλές ταινίες του ελληνικού κινηματογράφου (Η ζαβολιάρα, Οργή, Αντιγόνη, Η λίμνη των στεναγμών, Άνθρωπος για όλες τις δουλειές, Φαίδρα). Ο ρόλος που τον σημάδεψε ήταν αυτός του Σάιλοκ στον Έμπορο της Βενετίας του Σαίξπηρ, με τον οποίο και τερμάτισε πρόωρα -και βίαια λόγω χούντας- τη θεατρική του καριέρα στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά. Κηδεύτηκε στο Παρίσι και μερικά χρόνια αργότερα τα οστά του μεταφέρθηκαν στην Λευκάδα, όπου είναι μέχρι σήμερα. Είχε μια κόρη, την Δέσπω, που είναι συγγραφέας.