Που οδηγεί η συνεχής κλιμάκωση της έντασης στην Κορεάτικη Χερσόνησο;
Πόσο εφησυχασμένοι μπορεί να είναι οι άνθρωποι μπροστά στις τελευταίες εξαγγελίες του Αμερικάνου προέδρου ότι «η στρατιωτική δράση δεν είναι η πρώτη επιλογή» στη Βόρεια Κορέα; Και παράλληλα πόσο ανήσυχοι, όταν η πιο πάνω δήλωση συνοδεύτηκε με τη διευκρίνηση ότι «δεν θα ανεχθούμε ό,τι συμβαίνει στη Βόρεια Κορέα»;
Η κατάσταση, όπως διαμορφώνεται στη χερσόνησο της Κορέας, αποδεικνύεται εξαιρετικά περίπλοκη, κρύβοντας τεράστιες προκλήσεις και μεγάλους κινδύνους. Η αλληλουχία αντιφατικών και αλληλοαναιρούμενων δηλώσεων, κυρίως από την πλευρά των Αμερικάνων ιθυνόντων, αποτελεί μάρτυρα του βαθιού διχασμού που διαπερνά τις σχέσεις όσων είναι σε θέση να παίρνουν ή να επιβάλλουν αποφάσεις στις ΗΠΑ, αλλά και του βαθιού διχασμού, στα όρια εμφύλιας σύγκρουσης, που διαπερνά την αμερικάνικη κοινωνία.
Αντιφάσεις και διχασμός των ΗΠΑ
Τα πρώτα σημάδια αυτού του διχασμού εμφανίζονται στην ίδια την πολιτική του Ντόναλντ Τραμπ. Εμφανίσθηκε με ένα πρόγραμμα που αποσκοπούσε στην οικονομική ενδυνάμωση των ΗΠΑ με το κλείσιμο των περιφερειακών συγκρούσεων, την αποδυνάμωση του ΝΑΤΟ, τη συνεννόηση με την Ρωσία. Στους λίγους μήνες της διοίκησης του, συνεχίζεται η περικύκλωση και οι κυρώσεις σε βάρος της Ρωσίας, σχεδιάζεται μεταφορά επιθετικών όπλων στην Ουκρανία, ενισχύεται η στρατιωτική δύναμη των ΗΠΑ στο Αφγανιστάν, εξαπολύεται πυραυλική επίθεση σε στρατιωτική βάση της Συρίας όπου στρατοπεδεύουν ρωσικές δυνάμεις, στοχοποιείται το Ιράν, βασικός εταίρος της Ρωσίας στη Μέση Ανατολή, ως ο κατεξοχήν παγκόσμιος κίνδυνος, αναθερμαίνεται ο άξονας με Σαουδική Αραβία και Ισραήλ. Και δίπλα σε αυτά εξαπολύονται πολεμοχαρείς ιαχές σε βάρος της Β. Κορέας, πραγματοποιούνται γυμνάσια που εξαναγκάζουν το καθεστώς της να ενισχύει το πυρηνικό του πρόγραμμα για να αμυνθεί και στοχοποιείται η Κίνα, και δευτερευόντως η Ρωσία, ως υπεύθυνη για την Βορειοκορεατική «προκλητικότητα».
Στην πραγματικότητα, η εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ δεν καθορίζεται αποκλειστικά από τους σχεδιασμούς του Αμερικάνου πρόεδρου. Το σημείο ισορροπίας της πολιτικής της χώρας καθορίζεται από τις εμμονές των νεοσυντηρητικών Ρεπουμπλικάνων (που συχνά αποδέχονται και οι Δημοκρατικοί) για τον κίνδυνο που συνιστούν για τις ΗΠΑ το Ιράν, η Βενεζούελα, η Κούβα κ.λπ. και από τους φόβους των Δημοκρατικών για τη Ρωσία, τη Συρία κ.λπ. Ακόμα και αν υποθέσουμε ότι ο Τραμπ «αδιαφορούσε» για τη γεωπολιτική διάσταση των παγκόσμιων αντιπαραθέσεων και επιζητούσε ρυθμίσεις με αμοιβαίους συμβιβασμούς, το γεγονός ότι δρα «ως ταύρος εν υαλοπωλείω» στις οικονομικές σχέσεις των ΗΠΑ με τους ανταγωνιστές του, και ιδιαίτερα με την Κίνα, τον προσγειώνει στην πραγματικότητα.
Η αμφισβήτηση των όρων και των επιπτώσεων της ιμπεριαλιστικής παγκοσμιοποίησης, όπως εξελίχθηκε τα τελευταία χρόνια, σε τελευταία ανάλυση παραπέμπει σε επαναδιευθέτηση των όρων κατανομής της παγκόσμιας ισχύος, δηλαδή παραπέμπει απευθείας στη παγκόσμια γεωπολιτική αντιπαράθεση. Αργά η γρήγορα ο Τραμπ θα αναγκαστεί να «κατανοήσει» τα πραγματικά όρια της πολιτικής του. Ίσως, μάλιστα, έτσι μπορούν να ερμηνευθούν οι προσαρμογές και τα όρια «αυτονομίας» των Αμερικανών προέδρων, για τα οποία μιλούσε ο Ομπάμα κατά την παράδοση της προεδρίας του καθησυχάζοντας τους εταίρους του.
Η Βόρεια Κορέα επίκεντρο διεθνών συγκρούσεων
Πίσω λοιπόν από τις αντιθέσεις, τις καθυστερήσεις και τις ασάφειες της πολιτικής των ΗΠΑ κρύβονται πολύ πιο ουσιαστικά διλήμματα. Εκείνο που σήμερα δοκιμάζεται, στην ουσία, είναι το κύρος και η δυναμική των ΗΠΑ ως παγκόσμια υπερδύναμη. Μια σημαντική πλευρά της κρίσης στη Βόρεια Κορέα, είναι ο αντίκτυπος από την παγκόσμια αίσθηση πως οι ΗΠΑ είναι σε αδυναμία να επιβάλουν την λύση που επιθυμούν σε έναν «τρελό» που απειλεί την παγκόσμια σταθερότητα. Αν οι ΗΠΑ δείξουν ολιγωρία, στην πραγματικότητα είναι σαν να αποδέχονται την αποδυνάμωση τους. Και αυτό κάνει τις εξελίξεις εξαιρετικά επικίνδυνες.
Και ο κίνδυνος αυτός πολλαπλασιάζεται, καθώς ολοένα και περισσότερο μεγαλώνει, ποιοτικά και ποσοτικά το πυρηνικό οπλοστάσιο, αλλά και διευρύνονται οι δυνάμεις που κατέχουν πυρηνικά όπλα παγκόσμια. Η διεύρυνση του πυρηνικού οπλοστασίου δεν σημαίνει μόνο ένταση των ανταγωνισμών για την εξέλιξη της καταστροφικής τους ισχύος. Σημαίνει ταυτόχρονα και ενδυνάμωση των βεβαιοτήτων, μεταξύ των ιθυνόντων, ότι διαθέτουν το πλεονέκτημα του πρώτου χτυπήματος και άρα της συνολικής εξουδετέρωσης του αντιπάλου. Οι δήθεν φοβίες για ανθρώπινες απώλειες και πλανητική καταστροφή δεν έχουν κανέναν χώρο στους υπολογισμούς των ειδικών των πυρηνικών δυνάμεων, δεν πρέπει να υπάρχουν ψευδαισθήσεις περί αυτού.
Αυτές οι σκέψεις υπάρχουν ενεργές στην κρίση της Β. Κορέας. Οι Αμερικανοί γνωρίζουν ότι κινδυνεύουν να ρεζιλευτούν από την στάση της. Γνωρίζουν, ακόμα, ότι διαθέτουν την στρατιωτική ισχύ να εξαπολύσουν ένα καταστροφικό χτύπημα κατά του καθεστώτος του Κιμ, ακόμα και αν στους υπολογισμούς τους αξιοποιούν την εμπειρία των προηγούμενων επεμβάσεων τους –Αφγανιστάν, Ιράκ, Συρία– και την όχι απόλυτα θετική έκβαση τους. Γνωρίζουν ταυτόχρονα ότι σήμερα δεν υπάρχουν εύκολα οι «συμμαχίες προθύμων» που θα νομιμοποιούσαν τις επεμβάσεις και θα μοιράζονταν κόστος και ρίσκα. Το σημαντικότερο όμως, είναι ότι γνωρίζουν πως έχουν ενισχυθεί σημαντικά οι διεθνείς ανταγωνιστές τους, Κίνα και Ρωσία, και δεν είναι δεδομένη από την πλευρά τους μια ανώδυνη στάση καταγγελίας και αδράνειας όπως είχαμε μέχρι τώρα. Η στάση της Ρωσίας στη Συρία και συνολικά στη Μέση Ανατολή είναι ενδεικτική.
Οι ΗΠΑ είναι σε θέση να τελειώνουν με τη κρίση στη Β. Κορέα στρατιωτικά. Από την άλλη πλευρά, όμως, υπάρχει η σταθερή αντίδραση των Κινέζων και των Ρώσων. Η πραγματική αγωνία τους δεν είναι η διάσωση του καθεστώτος της Β. Κορέας. Είναι η αλλαγή της στρατιωτικής ισορροπίας δυνάμεων που θα σήμαινε η ανατροπή του καθεστώτος Κιμ Γιονγκ Ουν. Κάτι τέτοιο δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό. Και από εκεί αρχίζουν οι περιπλοκές. Υποστηρίζουν λοιπόν τις διπλωματικές λύσεις, με σκοπό να καταλήξουν σε έναν συμβιβασμό που θα οδηγούσε σε πάγωμα του πυρηνικού προγράμματος της Β. Κορέας με ταυτόχρονη στρατιωτική αποδυνάμωση της Νότιας και μερική ή ολική αποχώρηση των αμερικανικών δυνάμεων από την περιοχή. Κάτι τέτοιο δεν μπορεί να γίνει εύκολα αποδεκτό από τις ΗΠΑ. Προσωρινό αδιέξοδο με άγνωστη έκβαση.
Έτσι προς στιγμή πίσω από τις προτάσεις του Αμερικάνου προέδρου στον ΟΗΕ για κυρώσεις κατά της Β. Κορέας και παράλληλα, έστω και μονομερή, μέτρα κατά όσων, (διάβαζε Κίνα) δεν υπακούσουν στις αποφάσεις του ΟΗΕ, αναζητείται ένας συμβιβασμός. Επίδειξη πυγμής κατά της Β. Κορέας και παράλληλα πίεση προς την Κίνα να ασκήσει την επιρροή της για συμμάζεμα του «τρελού». Ο Τραμπ, με δηλώσεις του, βεβαίωσε ότι ο Κινέζος πρόεδρος συμφώνησε μαζί του μετά από έντονη τηλεφωνική συνομιλία. Από την πλευρά του ο Ρώσος υπουργός εξωτερικών Λαβρόφ δήλωσε «θα μελετήσουμε την αμερικανική πρόταση και θα δούμε». Ακόμα και στον πόλο των συμμάχων είναι πιθανό να υπάρχουν δεύτερες σκέψεις και αναγνώσεις…
Έτσι όπως εξελίσσονται τα πράγματα στο κουβάρι της Κορεάτικης Χερσονήσου κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει έναν προσωρινό συμβιβασμό. Κανείς όμως δεν μπορεί να προεξοφλήσει και τη διάρκεια και την αντοχή του στο χρόνο. Πολύ περισσότερο όταν πίσω από αυτόν το συμβιβασμό κρύβονται οι ασίγαστες αντιθέσεις των ισχυρών της γης. Και όσο και αν όλοι, για διαφορετικούς ίσως λόγους, δεν φαίνονται έτοιμοι για μια άμεση παγκόσμια σύρραξη, όλοι καταλαβαίνουν πως αυτή παραμένει υποχρεωτικά στο προσκήνιο, ως απειλή και ως ενδεχόμενο, και ότι δεν θα μπορούν οι αντιθέσεις να λύνονται για πάντα μέσω αντιπροσώπων, όπως μέχρι σήμερα.
Η τάση για πόλεμο μεγαλώνει σε έναν όλο και πιο χαοτικό κόσμο. Οι ισχυροί της γης ετοιμάζονται πυρετωδώς γι’ αυτόν, αδιαφορώντας για την καταστροφή που θα φέρει. Αντίθετα σ’ αυτή την καταστροφή επενδύουν τις εγκληματικές κοσμοκρατορικές τους βλέψεις. Ο πόλος των λαών για πόσο θα σιωπά;
Του Σπύρου Παναγιώτου
Δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα “e-dromos.gr”
Πηγή: Η ΣΦΗΚΑ