Ίχνη του Έλληνα καταζητούμενου, Βασίλη Παλαιοκώστα, φέρεται να
εντόπισε η ΕΛ.ΑΣ σε χώρα της Βαλκανικής Χερσονήσου.
Οι Αστυνομικοί που έχουν αναλάβει την έρευνα για τον δραπέτη, φαίνεται πως τελευταία έχουν στα χέρια τους σοβαρές ενδείξεις για το που μπορεί να κρύβεται ο Έλληνας «φαντομάς».
Οι Αστυνομικοί Ειδικών Υπηρεσιών που έχουν αναλάβει το έργο εντοπισμού του Βασίλη Παλαιοκώστα, εδώ και μήνες είχαν πληροφορίες πως ο Παλαιοκώστας είχε διαφύγει στο εξωτερικό, έπειτα μάλιστα από την επιτυχημένη επέμβαση πλαστικής που είχε κάνει στο πρόσωπο του, προκειμένου να αλλάξει τα χαρακτηριστικά του.
Αυτή του όμως η αλλαγή δεν έμεινε για πολύ κρυφή, καθώς τον Οκτώβριο του 2013, κάμερα καφετερίας της Εθνικής Οδού, συνέλαβε των δραπέτη να παραγγέλνει καφέ και φαγητό. Αυτές οι φωτογραφίες έφθασαν στα χέρια τις Ασφάλειας και της Αντιτρομοκρατικής Υπηρεσίας, με αποτέλεσμα το νέο πρόσωπο να αποκαλυφθεί.
Έπειτα από αυτή την εξέλιξη η ΕΛ.ΑΣ, αφού πρώτα εξασφάλισε την βασιμότητα της πληροφορίας που ήθελε τον Παλαιοκώστα να έχει διαφύγει από την χώρα, ενεργοποίησε το δίκτυο που διαθέτουν οι Ελληνικές Αρχές στην Βαλκανική Χερσόνησο, προκειμένου να εντοπίσουν ίχνη του.
Παράλληλα η απόρρητη πληροφορία που διαβιβάστηκε στις ειδικές υπηρεσίες της ΕΛ.ΑΣ, κάνει λόγο ακόμα και για νέα ενδεχόμενη πλαστική εγχείριση έπειτα από την αποκάλυψη της πρώτης εγχειρίσεις αλλαγής χαρακτηριστικών, στο πρόσωπο του.
«Επί χρόνια παραβίαζε το νόμο. Απέδρασε δύο φορές από τη φυλακή με ελικόπτερο. Χάρισε εκατομμύρια στους φτωχούς. Αυτή είναι η ιστορία του μεγαλύτερου Έλληνα καταζητούμενου που κατάφερε να γίνει ένας λαϊκός ήρωας», γράφει το ΒΒC σε ένα άρθρο-αφιέρωμα για τη ζωή και τη δράση του νούμερο ένα καταζητούμενου από τις ελληνικές αρχές, Βασίλη Παλαιοκώστα. Γεννημένος το 1966 σε ένα ορεινό χωριό, στο Μοσχόφυτο Τρικάλων, ο Βασίλης μεγάλωσε βοηθώντας τον βοσκό πατέρα του και έχοντας ως πρότυπο τον μεγάλο του αδερφό, Νίκο.
Το 1977, ο Νίκος, 19 χρονών, έφυγε από το σπίτι για να βρει δουλειά στα καράβια και ο Βασίλης, μόλις 13, άρχισε να εργάζεται στον τομέα της παραγωγής ενός εργοστασίου τυροκομικών, όπου έμεινε για 2 χρόνια.
Καθώς έβλεπε την ελληνική οικονομία να ακμάζει, τους πλούσιους να γίνονται πλουσιότεροι και το ενδεχόμενο η χώρα να γίνει μέλος της ΕΕ, να φαίνεται όλο και πιο ρεαλιστικό, ο Βασίλης, ένα απόγευμα, εγκατέλειψε το εργοστάσιο και δεν γύρισε ποτέ.
Ένας φίλος του αναφέρει:
«Ο Βασίλης δεν άντεχε την καπιταλιστική εκμετάλλευση των αφεντικών του. Το να δουλεύει σε ένα εργοστάσιο δηλαδή σαν σκλάβος για ένα μεροκάματο. Γιαυτό και εναντιώθηκε στα αφεντικά.» Ο πρώην δάσκαλος του πάτερ Παναγιώτης, λέει με μεγάλο θάρρος για τον Βασίλη: «Ως παιδί του βουνού, δεν είχε κάποιες άλλες δεξιότητες πέρα από το να κλέβει για να ζήσει. Μπορεί κάποιος να τον χαρακτηρίσει ληστή αλλά όχι εγκληματία.»
Από το 1979 μέχρι το 1986, ο Βασίλης και ο αδερφός του Νίκος, (ο οποίος δεν πέρασε πολύ καιρό στα καράβια), λέγεται ότι ήταν υπεύθυνοι για 27 ληστείες, κυρίως σε video recorders.
O Βασίλης έμενε ξύπνιος όλο το βράδυ, παρακολουθώντας ταινίες δράσης καθηλωμένος από τις μάχες του Rocky, του Schwarzenegger και την εντυπωσιακή απόδραση του Clint Eastwood από το Alcatraz.
Εκείνη την περίοδο, ο νεαρός ληστής γνώρισε μια μεγάλη μορφή του είδους, η οποία άσκησε τεράστια επιρροή πάνω του, τον Κώστα Σαμαρά, γνωστό και ως Καλλιτέχνη.
Μαζί του, οι αδελφοί Παλαιοκώστα κατάφεραν να ληστέψουν πολλά κοσμηματοπωλεία και τράπεζες. Ο ντεντέκτιβ Δημήτρης Γραβάνης θυμάται την πρώτη τους οργανωμένη ληστεία. ” Ο Βασίλης σκαρφάλωσε σε ένα λόφο και πυροβόλησε για να αποσπάσει την προσοχή των αστυνομικών.
Όμως είχαν τοποθετήσει ένα τεράστιο σιδερένιο φούρνο πίσω από την πόρτα. Όταν τελικά καταφέραμε να μπούμε στο περιπολικό, στο δρόμο είχε σκορπίζει μεγάλα καρφιά για να σκάσουν τα λάστιχά μας. Από εκείνη τη στιγμή φιλοδοξώ να δω αυτά τα παιδιά στη φυλακή.
«Τον Απρίλη του 1990, ο Βασίλης συλλαμβάνεται στην προσπάθεια του να βοηθήσει στην απόδραση του αδελφού του από τις φυλακές της Λάρισας, γκρεμίζοντας τον τοίχο με μια κλεμμένη μπουλντόζα.Έμεινε στη φυλακή της Χαλκίδας μέχρι το Γενάρη του 1991, από όπου δραπέτευσε χρησιμοποιώντας σεντόνια.
Τον Ιούνιο του 1992, οι ληστές οργάνωσαν μια πιο τολμηρή ληστεία η οποία έχει χαρακτηριστεί ως η μεγαλύτερη ληστεία σε τράπεζα στην ελληνική ιστορία. Κατάφεραν να μπλοκάρουν το δρόμο των αστυνομικών με μια κλεμμένη νταλίκα και να κλέψουν τράπεζα στα Μετέωρα. Στο δρόμο για τη διαφυγή από τους αστυνομικούς, ο Παλαιοκώστας μέσα σε τρια λεπτά,μοίρασε από το παράθυρο 125 εκατομμύρια δραχμές.
Στις 15 Δεκεμβρίου 1995, ο δισεκατομμυριούχος εργοστασιάρχης Χαϊτογλου απήχθη από τους αδελφούς, οι οποίοι ζήτησαν πάνω από 260 εκατομμύρια δραχμές για να τον αφήσουν ελεύθερο. Ο Βασίλης μοίρασε πολλά από τα λύτρα σε αστέγους και αγρότες. Το Δεκέμβρη του 1999, η αστυνομία καταφέρνει να τον συλλάβει όταν ο ίδιος υπό την επήρεια ουσιών τρακάρει με το αυτοκίνητο και τραυματίζεται.
Μένει φυλακισμένος στις φυλακές Κέρκυρας όπου οι φύλακες ανακαλύπτουν ένα λεπτομερές σχέδιο απόδρασης στα πράγματα του και τον μεταφέρουν αμέσως στις φυλακές υψηλής ασφαλείας του Κορυδαλλού. O Παλαιοκώστας εκεί γνωρίζει τον Aλβανό δολοφόνο, Alket Rizai και μαζί, μέσα σε 20 μέρες, οργανώνουν νέο σχέδιο απόδρασης. Ο Βασίλης ξεκλειδώνει την πόρτα του κελιού χρησιμοποιώντας τον χρυσό σταυρό του, όμως οι φύλακες τον αντιλαμβάνονται και τον συλλαμβάνουν.»
Στις 4 Ιουνίου του 2006, ο Παλαιοκώστας μετράει ήδη 2.358 μέρες από την φυλάκιση του. Εκείνη την ημέρα, ο πιλότος του AS355N Eurocopter , κατά τη διάρκεια ξενάγησης, απειλείται με όπλο στο λαιμό του από επιβάτη με σκοπό την αλλαγή κατεύθυνσης. «Το ελικόπτερο προσεγγίζει τις φυλακές Κορυδαλλού και οι δύο φυλακισμένοι τρέχουν και ανεβαίνουν πάνω.
Άλλη μια απαγωγή στο ενεργητικό του μετράει ο Βασίλης Παλαιοκώστας, αυτή του μεγιστάνα Γ. Μυλωνά τον Ιούνιο του 2008. Ο όμηρος δήλωσε όταν αφέθηκε ελεύθερος πως η συμπεριφορά του απαγωγέα του ήταν πολύ καλή και μάλιστα τον ρώταγε καθημερινά με ευγενικό τρόπο εάν χρειάζεται κάτι. Όταν πήρε τα λύτρα των 12 εκατομμυρίων ευρώ, οι αρχές εντόπισαν που μένει και τον συνέλλαβαν την ώρα που έβλεπε dvd στον καναπέ του.Έξω από το δικαστήριο, αγρότες, αναρχικοί και γυναίκες συγκεντρώθηκαν για να εκφράσουν την αμέριστη συμπαράστασή τους στον μεγάλο κακοποιό. Η φίλη του Rizai, Σούλα Μητροπία, όταν ανακοινώθηκε ότι ο ίδιος καδικάζεται σε 25 χρόνια φυλάκιση, αγκάλιασε τον Αλβανό εγκληματία και έβαλε κρυφά μέσα στην τσέπη του σακακιού του ένα μυστηριώδες ρολόι. Λίγα λεπτά πριν την δίκη του Παλαιοκώστα, η φίλη του Rizai, τηλεφωνεί στο ρολόι κινητό και τον ειδοποιεί. Ένα ελικόπτερο με επιβάτη την Μητροπία, προσγειώνεται στις φυλακές του Κορυδαλλού και οι δύο κρατούμενοι για ακόμα μια φορά καταφέρνουν να αποδράσουν. “Οι αστυνομικοί άνοιξαν πάλι πυρά εναντίον μας όμως εμείς δεν πυροβολήσαμε ποτέ κανέναν” δηλώνει ο ίδιος ο Παλαιοκώστας.
Ένα βράδυ, σε ένα χωριό στα Τρίκαλα, ένας άγνωστος χτύπησε την πόρτα μιας φτωχής οικογένειας και άφησε ένα φάκελο με 10.000 ευρώ στον άρρωστο πατέρα. Τον Μάρτιο του 2009, γίνεται στα Τρίκαλα μια πρωτοφανής ληστεία σε τράπεζα από ομάδα τριών ατόμων αποτελούμενη από δυο άντρες και μια ξανθιά γυναίκα. Οι αρχές υποθέτουν πως είναι οι γνωστοί εγκληματίες Παλαιοκώστας, Rizai και Μητροπία και προχωρούν σε σύλληψη των δύο τελευταίων.
Πέντε χρόνια μετά την απόδραση του, στέλνει ένα γράμμα στα ΜΜΕ υπογεγραμμένο με τα δακτυλικά του αποτυπώματα και λίγους μήνες μετά ανακαλύπτουν ότι ταυτίζονται με αυτά που βρέθηκαν πάνω στη βόμβα που εξερράγη στα χέρια του βοηθού του Υπουργού Χρυσοχοϊδη, Γ. Βασιλάκη.
Μέχρι σήμερα παραμένει ο πρώτος στόχος της CIA και των μυστικών υπηρεσιών. Αποτελεί είδωλο για πολλούς αναρχικούς και αντιεξουσιαστές. Φήμες λένε πως ζει κάπου απόμερα με την αλλοδαπή συζυγό του και το νεογέννητο μωρό τους ενώ άλλοι πιστεύουν πως έχει κάνει πλαστική προσώπου για να μην τον αναγνωρίζουν. Ο Τύπος τον αποκαλεί “Φάντασμα” και οι συγχωριανοί του “Βασιλιά του Βουνού”.»
Με πληροφορίες από espresso, popaganda.gr