Δύο μεγάλως απώλειες σήμερα για την παγκόσμια λογοτεχνία. Ο αριστερός και διεισδυτικός Εδουάρδο Γκαλεάνο (από την Ουρουγουάη) και ο νομπελίστας Γκύντερ Γκρας (απότ η Γερμανία)
Ο Εδουάρδο Γκαλεάνο
Σε ηλικία 74 ετών έφυγε από τη ζωή ο Ουρουγουανός, βαθιά πολιτικοποιημένος, συγγραφέας Εδουάρδο Γκαλεάνο.
Ο Γκαλεάνο είχε χαρακτηριστεί η «φωνή αφύπνισης» της Λατινικής Αμερικής, ενώ είναι χαρακτηριστικό το περιστατικό με τον ηγέτη της Βενεζουέλας Ούγκο Τσάβες, ο οποίος είχε δωρίσει το βιβλίο «Ανοιχτές φλέβες της Λατινικής Αμερικής στον Αμερικανό πρόεδρο Μπαράκ Ομπάμα.
Ο Εδουάρδο Γκαλεάνο είχε ξεκινήσει να δημοσιεύει πολιτικά σκίτσα σε εφημερίδες από την ηλικία των 14 ετών, ενώ στα 20 του έγινε αρχισυντάκτης στη «La Marcha» και αμέσως μετά διευθυντής στην εφημερίδα «Epoca».
Μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα στην Ουρουγουάη το 1973, κατέφυγε στην Αργεντινή και στη συνέχεια στην Ισπανία όπου έζησε εξόριστος για πάνω από δέκα χρόνια, όπου επέστρεψε το 1985.
Το βιβλίο του «Οι ανοιχτές πληγές της Λατινικής Αμερικής» λογοκρίθηκε από τα στρατιωτικά δικτατορικά καθεστώτα της Ουρουγουάης, της Αργεντινής και της Χιλής. Έζησε στην Αργεντινή όπου ίδρυσε το πολιτιστικό περιοδικό «Κρίσις». Το 1976 προστίθεται στη λίστα αυτών που θα αντιμετώπιζαν το εκτελεστικό απόσπασμα του Χόρχε Ραφαέλ Βιδέλα, ο οποίος ανέλαβε την κυβέρνηση μετά από πραξικόπημα. Πηγαίνει στην Ισπανία, όπου γράφει τη διάσημη τριλογία του, «Μνήμες Φωτιάς», το 1984.
Στις αρχές του 1985, ο Γκαλεάνο επιστρέφει στο Μοντεβιδέο.
Τα βιβλία του έχουν μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες, ενώ τα πιο γνωστά είναι τα «Μνήμες φωτιάς» (1986) και «Οι ανοιχτές φλέβες της Λατινικής Αμερικής» (1971), που έχουν μεταφραστεί σε 20 γλώσσες.
Ο Γκαλεάνο είχε αρνηθεί ότι ήταν ιστορικός συγγραφέας, λέγοντας πως «είμαι ένας συγγραφέας που θα ήθελε να συνεισφέρει στη διάσωση της απηχθείσας μνήμης όλης της Αμερικής, αλλά πάνω από όλα της Λατινικής Αμερικής, πατρίδα περιφρονημένη και αγαπητή».
ΕΡΓΑ
Είναι συγγραφέας πολλών άρθρων και βιβλίων για τη Λατινική Αμερική, μεταξύ των οποίων γνωστότερα είναι τα: “Su majestad el futbol” (“Η αυτού μεγαλειότης το ποδόσφαιρο”, 1968), “Las venas abiertas de America Latina” (“Οι ανοιχτές φλέβες της Λατινικής Αμερικής”, 1971, ελλ. εκδ. Θεωρία, 1982· Κουκκίδα, 2008), “Cronicas latinoamericanas” (“Λατινοαμερικανικά χρονικά”, 1972), “Dias y noches de amor y de guerra” (“Μέρες και νύχτες αγάπης και πολέμου”, 1978, ελλ. εκδ. Εξάντας, 1978), “La trilogia, Memoria del fuego” (“Τριλογία: Μνήμες φωτιάς”, 1982-1986, ελλ. εκδ. Εξάντας, χ.χ.· Πάπυρος, 2009), “El libro de los abrazos” (“Το βιβλίο των εναγκαλισμών”, 1989, ελλ. εκδ. Κέδρος, 2001), “Patas arriba” (“Ένας κόσμος ανάποδα”, ελλ. εκδ. Στάχυ, 2000· Πιρόγα, 2008), “El futbol a sol y sombra” (“Τα χίλια πρόσωπα του ποδοσφαίρου”, 1995, ελλ. εκδ. Ελληνικά Γράμματα, 1998), κ.ά. Το 1975 και το 1978 τιμήθηκε με το μεγαλύτερο βραβείο της Λατινικής Αμερικής, το Casa de las Americas, το 1989 με το American Book Award για τις “Μνήμες φωτιάς” (Washington University, ΗΠΑ) και το 1999 με το Βραβείο Cultural Freedom Award, που του απονεμήθηκε από το Ίδρυμα Lannan Foundation (Σάντα Φε, ΗΠΑ).
ΓΙΑ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ “ΕΝΑΣ ΚΟΣΜΟΣ ΑΝΑΠΟΔΑ”
Στα τέλη της χιλιετίας, ο πολυβραβευμένος Ουρουγουανός συγγραφέας και δημοσιογράφος Εντουάρντο Γκαλεάνο, με την πρωτότυπη όπως πάντα γραφή του και το ιδιαίτερο ύφος του, αποφασίζει να μας ξαναστείλει στο σχολείο. Σε ένα σχολείο που αποκαλύπτει με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες και καυστικό χιούμορ την ανεστραμμένη πραγματικότητα του σύγχρονου κόσμου, όπου τα αριστερά βρίσκονται δεξιά, τα πάνω κάτω και τα μπρος πίσω. Αγανακτισμένος από την κατάφωρη κοινωνική αδικία καταγγέλλει τους διεθνείς οργανισμούς και τα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα, καταδικάζει την εκμετάλλευση και την αδικία, υψώνει φωνή διαμαρτυρίας και καλεί τον καθένα μας σε εγρήγορση και δράση, δίνοντας ένα μήνυμα αισιοδοξίας και ελπίδας.
“Το έλεγε ο Γκόγια: ‘Η λογική γεννάει τέρατα’. Προσοχή με αυτούς που σκέφτονται μόνο λογικά. Πρέπει να σκεφτόμαστε και να αισθανόμαστε. Όταν η λογική χωρίζεται από την καρδιά, να φοβάστε. Αυτά τα άτομα να τα φοβάστε, γιατί θα μας οδηγήσουν στο τέλος της ανθρωπότητας. Εγώ πιστεύω στην αντιφατική, δύσκολη, μα αναγκαία μίξη ανάμεσα σ’ αυτό που σκεφτόμαστε και σε αυτό που νιώθουμε. Όταν βλέπω κάποιον που αισθάνεται μόνο, λέω ‘είναι γλυκανάλατος’. Όταν βλέπω κάποιον που σκέφτεται μόνο, σκέφτομαι ‘τι τρομερό, είναι διανοούμενος’. Εγώ δεν θέλω να είμαι ένα κεφάλι που γυρνάει μόνο του!” (Eduardo Galeano, από συνέντευξή του που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Αυγή, 4/10/2010, σε μετάφραση Ζωής Γιαλιτάκη)
Ο Γκύντερ Γκρας
Πέθανε σήμερα σε ηλικία 87 ετών ο βραβευμένος με το Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1999 Γερμανός συγγραφέας και ποιητής Γκίντερ Γκρας.
Ο συγγραφέας του “Τενεκεδένιου ταμπούρλου” γεννήθηκε στις 16 Οκτωβρίου 1927 στo Ντάντσιχ (το σημερινό Γκντασκ της Πολωνίας) και πολλά από τα έργα του διαδραματίζονται στην πόλη αυτή.
Για πολλούς, ο Γκρας ήταν η φωνή της μεταπολεμικής γενιάς της Γερμανίας που έφερε το βάρος της ενοχής των προγόνων της για τις ακρότητες που διέπραξαν οι Ναζί στην Ευρώπη. Θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους μεταπολεμικούς συγγραφείς της Γερμανίας.
Μελανή σελίδα στο βιογραφικό του, ήταν η αποκάλυψη που έκανε ο ίδιος το 2006 σε συνέντευξή του στην εφημερίδα Frankfurter Allgemeine Zeitung. Ο Γκρας αποκάλυψε ότι όταν ήταν δεκαεφτά χρονών, υπηρέτησε για διάστημα μικρότερο των δύο μηνών στα Waffen-SS. Εντάχθηκε πρώτα στο Reichsarbeitdienst και το 1944 στα Waffen-SS. Ως μέλος των Waffen-SS συμμετείχε στις επιχειρήσεις της 10ης Μεραρχίας Θωρακισμένων SS “Frundsberg” από τον Φεβρουάριο του 1945 μέχρι τον Απρίλιο του ίδιου έτους, οπότε τραυματίστηκε, συνελήφθη από Αμερικανούς στρατιώτες και στάλθηκε σε στρατόπεδο αιχμαλώτων.
Μετά τον πόλεμο εργάστηκε για δύο χρόνια σε ορυχείο και έλαβε εκπαίδευση λιθοξόου. Αργότερα σπούδασε γλυπτική και γραφιστική, πρώτα στην Ακαδημία Τεχνών του Ντίσελντορφ (Künstakademie Düsseldorf) και έπειτα στο Βερολίνο. Από τα μέσα της δεκαετίας του ’50 ξεκινά και το λογοτεχνικό του έργο, που θα τον κάνει παγκοσμίως γνωστό.
Γνωστότερο έργο του, που εκδόθηκε το 1959, είναι το «Τενεκεδένιο ταμπούρλο», το μυθιστόρημα που έγινε παγκόσμια επιτυχία και μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο το 1979 από τον Φόλκερ Σλέντορφ, αποσπώντας τον Χρυσό Φοίνικα στις Κάννες και το Όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας.
Το 1961 εκδόθηκε το «Γάτα και Ποντίκι» και το 1963 το «Σκυλίσια μέρα», που μαζί με το «Τενεκεδένιο ταμπούρλο» αποτελούν την Τριλογία του Ντάντσιχ. Άλλα γνωστά του έργα, που μεταφράστηκαν και στα ελληνικά, όπως και η Τριλογία του Ντάντσιχ, είναι: Η πρόβα της εξέγερσης των πληβείων (1966), Ο Μπουτ το ψάρι (1977), Δυσοίωνα κοάσματα (1992), Γράφοντας μετά το Άουσβιτς (1993), Ένα ευρύ πεδίο (1995), Ο αιώνας μου (1999) και Σαν τον κάβουρα (2002).
Τα τελευταία χρόνια είχε ταχθεί ανοιχτά υπέρ του συνασπισμού μεταξύ των Σοσιαλδημοκρατών του καγκελαρίου Γκέρχαρντ Σρέντερ με τους Πράσινους ενώ είχε επικρίνει σφοδρά και τη “σταυροφορία” τους προέδρου των ΗΠΑ Τζορτζ Μπους στο Ιράκ. Το 2012, ο Γκρας έγραψε ένα ποίημα που επέκρινε την ευρωπαϊκή πολιτική για τη στάση της απέναντι στην Ελλάδα. Στο “Όνειδος της Ευρώπης” κατηγορούσε τους Ευρωπαίους γιατί καταδίκαζαν στη φτώχεια την Ελλάδα, τη “χώρα που συνέλαβε την ιδέα” της Ευρώπης.
Το ποίημα που έγραψε ο Γκύντερ Γκρας για την Ελλάδα:
«Στο χάος κοντά, γιατί δεν συμμορφώθηκε στις αγορές• κι Εσύ μακριά από τη Χώρα, που Σου χάρισε το λίκνο.
Όσα Εσύ με την ψυχή ζήτησες και νόμισες πως βρήκες, τώρα θα καταλυθούν, και θα εκτιμηθούν σαν σκουριασμένα παλιοσίδερα.
Σαν οφειλέτης διαπομπευμένος και γυμνός, υποφέρει μια Χώρα• κι Εσύ, αντί για το ευχαριστώ που της οφείλεις, προσφέρεις λόγια κενά.
Καταδικασμένη σε φτώχεια η Χώρα αυτή, που ο πλούτος της κοσμεί Μουσεία: η λεία που Εσύ φυλάττεις.
Αυτοί που με τη δύναμη των όπλων είχαν επιτεθεί στη Χώρα την ευλογημένη με νησιά, στον στρατιωτικό τους σάκο κουβαλούσαν τον Χέλντερλιν.
Ελάχιστα αποδεκτή Χώρα, όμως οι πραξικοπηματίες της, κάποτε, από Εσένα, ως σύμμαχοι έγιναν αποδεκτοί.
Χώρα χωρίς δικαιώματα, που η ισχυρογνώμονη εξουσία ολοένα και περισσότερο της σφίγγει το ζωνάρι.
Σ’ Εσένα αντιστέκεται φορώντας μαύρα η Αντιγόνη, και σ’ όλη τη Χώρα πένθος ντύνεται ο λαός, που Εσένα φιλοξένησε.
Όμως, έξω από τη Χώρα, του Κροίσου οι ακόλουθοι και οι όμοιοί του όλα όσα έχουν τη λάμψη του χρυσού στοιβάζουν στο δικό Σου θησαυροφυλάκιο.
Πιες επιτέλους, πιες! κραυγάζουν οι εγκάθετοι των Επιτρόπων• όμως ο Σωκράτης, με οργή Σου επιστρέφει το κύπελλο γεμάτο ώς επάνω.
Θα καταραστούν εν χορώ, ό,τι είναι δικό Σου οι θεοί, που τον Ολυμπό τους η δική Σου θέληση ζητάει ν’ απαλλοτριώσει.
Στερημένη από πνεύμα, Εσύ θα φθαρείς χωρίς τη Χώρα, που το πνεύμα της, Εσένα, Ευρώπη, εδημιούργησε».