Νατάσσα Γρατσάνη
Ο ρητορικός λόγος μπορεί να επιτρέψει μία κάποια υπερβολή κατά την εκφορά του.
Η ιστορία μια χώρας και ειδικά της δικής μας χώρας, δεν επιτρέπει καμία τέτοιου είδους υπερβολή . Μια υπερβολή που άγγιξε τα όρια της προσβολής της.
Η εμβληματική φράση «Ελευθερία ή Θάνατος» που ακούσαμε τον κ.Ζελένσκι ν’ αναφωνεί στην Ελληνική Βουλή, συμβόλιζε την αποφασιστικότητα των Ελλήνων για τον συνεχή αγώνα ενάντια στη τυραννία και στην καταπίεση, αψηφώντας τον θάνατο και αναγραφόταν σε πολεμικές σημαίες του απελευθερωτικού αγώνα των Ελλήνων εναντίον της οθωμανικής κυριαρχίας.
Αυτής της ίδιας οθωμανικής κυριαρχίας για την οποία ο ουκρανός πρόεδρος έχει δείξει τα ιδιαιτέρως φιλικά του αισθήματα που εξαιτίας αυτών ουδεμία αναφορά έγινε στην πολύπαθη Κύπρο και στην παραμονή, στην κατεχόμενη περιοχή αυτής μέχρι και σήμερα περί των 40.000 Τούρκων στρατιωτών, παρά αρκέστηκε ν’αναφερθεί στο πρόβλημα της δικής του και μόνο χώρας υποτιμώντας την Τούρκικη εισβολή και απαξιώντας τα δεινά που επέφερε αυτή στον Κυπριακό Λαό, ακόμη και μέσα στην ίδια την Κυπριακή Βουλή με μία δήθεν «διακοπή της σύνδεσης» όταν το θέμα αυτό θίχτηκε από την εκεί Πρόεδρο της Βουλής.
Με το εθνικό σύνθημα της ελληνικής Επανάστασης του 1821, λοιπόν, προσπάθησε να παραλληλίσει τον αγώνα της Ουκρανίας ενάντια στην επιτιθέμενη Ρωσία, πλαισιωμένος από δύο «Έλληνες ομογενείς» του ναζιστικού Τάγματος Αζόφ από τους οποίους και δεν ακούσαμε ούτε μία ελληνική λέξη να βγαίνει από το στόμα τους καθ’όλη την διάρκεια του μαγνητοφωνημένου μονολόγου τους.
Παρ’όλα αυτά η ομιλία του Κ. Ζελένσκι και των ναζιστών του Τάγματος Αζόφ, που ιστορικά συνδέεται ως η επόμενη ημέρα που εισέβαλαν τα ναζιστικά στρατεύματα του Χίτλερ στην Ελλάδα (6 Απριλίου 1941) με όλες τις επακόλουθες θηριωδίες που έλαβαν χώρα σε πλείστες περιοχές της χώρας, καταχειροκροτήθηκε από την πολιτική ηγεσία του τόπου θέλοντας για ακόμη μια φορά να αμαυρώσουν την ιστορία του ελληνικού έθνους προσβάλλοντας την μνήμη των όσων πολέμησαν ενάντια στον ναζισμό.
Καταχειροκροτήθηκε το χειρότερο ιδεολογικό μόρφωμα με εκφραστές τον πρόεδρο και τους πολεμιστές (Έλληνες στην καταγωγή) ενός λαού που σύρθηκε σ’έναν πόλεμο για τον οποίο διακρίνεται παντελής και δόλια αδιαφορία να δοθεί διέξοδος. Ούτε καν η Ελλάδα που αποτελούσε ανέκαθεν ειρηνευτική δύναμη , δεν επέλεξε τον ρόλο του διαμεσολαβητή μεταξύ των δύο χωρών, «χαρίζοντάς» αυτόν σ’έναν επίσης εισβολέα.
Καταχειροκροτήθηκε ο ουκρανός πρόεδρος που πριν λίγους μήνες παρασημοφορούσε ναζιστές, που η ελληνική ομογένεια της Ουκρανίας, επί κυβερνήσεως του, αφανίστηκε δια νόμου, που μιλάει για δημοκρατία ενώ έχει θέσει 11 πολιτικά κόμματα της αντιπολίτευσης εκτός νόμου, που ευχαριστεί δημοσίως ο ίδιος και η σύζυγός του τον τούρκο εισβολέα ενώ στην ελληνική βουλή φωνάζει «Ελευθερία ή Θάνατος» και που τελικά δεν το έχει σε τίποτα να μας οδηγήσει σε Γ’ Παγκόσμιο Πόλεμο ειρωνευόμενος την αγωνία ολόκληρης της Ευρώπης.
Καταχειροκροτήθηκε ένας αλαζονικός τυπάκος που έφερε έναν λαό στο χειρότερο του σημείο, έναν λαό που ο ίδιος και οι όμοιοι του τον πολεμάνε εδώ και χρόνια, ένας τύπος που απαιτεί με θράσος να του δώσουμε ότι έχουμε μόνο και μόνο για να σωθεί η εικόνα του ως ήρωα. Ήρωα ποιας χώρας όμως? Ή καλύτερα, ποιας ηπείρου?
Και επειδή δεν πρέπει να φεύγουμε από την «μεγάλη εικόνα» όλου αυτού θεάτρου που στήθηκε στην Ελληνική Βουλή, θα παραμείνω σε αυτή τονίζοντας ότι η μοναδική εικόνα που έχω εγώ σαν Ελληνίδα πολίτης είναι ότι η χώρα ενεπλάκη με κάθε δυνατό τρόπο σε αυτόν τον πόλεμο, αδιαφορώντας σκόπιμα οι πολιτικά ιθύνοντες για τα εθνικά μας συμφέροντα αλλά και για τις εθνικές μας αρχές ενισχύοντας, μερικώς ή και ολικώς «αμυντικά», μία δεξιά παραστρατιωτική οργάνωση ενώ γνώριζαν ότι η Ύπατη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα έχει συνδέσει το τάγμα Αζόφ με εγκλήματα πολέμου. Και αν δεν το γνώριζαν όφειλαν να το μάθουν πριν μας φέρουν προ των ευθυνών μας. Όπως επίσης όφειλαν να γνωρίζουν ποια «Συμμαχία» εκπαίδευε αυτό το τάγμα. Η συμμαχία για την οποία εμείς δώσαμε γη και ύδωρ.
Τώρα αν ο νεοφιλελευθερισμός επιθυμεί να θολώσει τα όρια μεταξύ πατριωτισμού και εθνικισμού, τα όρια μεταξύ του σεβασμού σ’ένα λαό που βρίσκεται σε πόλεμο και σε μία ηγεσία που τον εκμεταλλεύεται για ίδιον όφελος αποδεικνύοντας περίτρανα ποια είναι η ιδεολογική της βάση, πρέπει να μας απασχολήσει γιατί θα οδηγηθούμε σε επικίνδυνους ατραπούς.
Η Ελλάδα δεν μπορεί και δεν επιτρέπεται να καταχειροκροτεί τον ναζισμό.
Μόνο οι δωσίλογοι και οι ταγματασφαλίτες ορκίστηκαν σε αυτόν και ο ελληνικός λαός σήμερα δεν ανήκει σε αυτή την κατηγορία.
Στην χώρα του Διστόμου, των Καλαβρύτων, της Κανδάνου των Χανίων και των όσων άλλων ακόμη ελληνικών εδαφών που έζησαν την ναζιστική θηριωδία είναι ανήθικο να προβάλλεις και να χειροκροτείς τέτοιου είδους εικόνες και τέτοιου είδους ιδεολογίες.
Σημειώνω δε ότι, αν στον πόλεμο ζητάμε πιστοποιητικό φρονημάτων ή όχι είναι ένας προβληματισμός αλλά επουδενί οι αποδεδειγμένα ναζιστές δεν μπορούν να ταυτιστούν με τους πατριώτες, ούτε οι πατριώτες μπορούν να φέρουν την προπαγανδιστική «ταμπέλα» του εθνικιστή.