Ο Κώστας Σαμαράς, ο Έλληνας «πεταλούδας», ένας από τους διαβόητους κακοποιούς στο παρελθόν, ο οποίος συμπλήρωσε 22 χρόνια μέσα στη φυλακή -έχοντας κάνει πέντε αποδράσεις- μιλάει στο protothema.gr για όλα όσα τον οδήγησαν πίσω από τα κάγκελα για δεκαετίες, αλλά και για τη μεγάλη αλλαγή που έκανε στη ζωή του, μετά την αποφυλάκισή του, το 2018.
Έχοντας περάσει το 1/3 της ζωής του στις φυλακές, ο Κώστας Σαμαράς σήμερα έχει αλλάξει στάση ζωής κι εργάζεται ως δημοσιογράφος-φωτορεπόρτερ σε εφημερίδα στα Τρίκαλα, όπου ζει μόνιμα μαζί με τη γυναίκα του.
«Τα τελευταία 2,5 χρόνια, δουλεύω ως δημοσιογράφος-φωτορεπόρτερ στην εφημερίδα ”Διάλογος” στον τόπο καταγωγής μου, τα Τρίκαλα. Όταν αποφυλακίστηκα, πήρα την απόφαση μαζί με τη γυναίκα μου να ζήσουμε στα Τρίκαλα, γιατί είναι ο τόπος που γεννήθηκα, η πατρίδα μου και ένιωσα αμέσως την αγάπη του κόσμου. Μου αρέσει πολύ το φωτορεπορτάζ και ακόμα περισσότερο η φωτογραφία. Κάλυψα τις πλημμύρες στα Τρίκαλα, πήρα συνεντεύξεις από πλημμυροπαθείς, γράφω άρθρα δικά μου στην εφημερίδα και γενικότερα καλύπτω όλα τα είδη του ρεπορτάζ, ακόμα και ληστείες, όσο περίεργο κι αν ακούγεται» λέει στο protothema.gr ο Κώστας Σαμαράς.
«Η γυναίκα μου και η μητέρα μου, με κρατάνε να μην ξαναμπλέξω με την παρανομία»
«Όταν αποφυλακίστηκα το 2018 από τις φυλακές της Χαλκίδας, πήγα με τα πόδια μέχρι τη γέφυρα της Χαλκίδας για να νιώσω την ελευθερία μου. Είχε έρθει και η γυναίκα μου και κάποιοι φίλοι από τα Τρίκαλα και πήγαμε όλοι μαζί σε ένα ταβερνάκι και φάγαμε. Η γυναίκα μου και η μητέρα μου, αυτές οι δυο γυναίκες είναι που με κρατάνε και δεν έχω ξαναμπλέξει με την παρανομία κι έχω αλλάξει στάση ζωής. Έχω αφήσει πίσω το παρελθόν κι εργάζομαι όπως όλος ο κόσμος για να μπορέσω να επιβιώσω, μακριά από ληστείες και κλοπές» συμπληρώνει ο Κώστας Σαμαράς.
Πώς γνωρίστηκε με τη σύζυγό του
Στην εκπομπή «Αυτοψία» με τον Αντώνη Σρόιτερ είχε μιλήσει και για τη γνωριμία με τη σύζυγό του, η οποία ήταν αναπάντεχη. Τον αναζήτησε τηλεφωνικά μέσα στη φυλακή μετά από μια συνέντευξή που είχε δώσει ο ίδιος σε μια εφημερίδα.
«Η γυναίκα μου με έψαξε στη φυλακή μετά από μια συνέντευξη που είχα δώσει σε μια εφημερίδα. Κάτι της έκανε “κλικ” σε μένα, πήρε τηλέφωνο στον Κορυδαλλό και με αναζήτησε. Κράτησαν το τηλέφωνό της και επικοινώνησα μαζί της, νομίζοντας πως είναι δημοσιογράφος κι ότι με θέλει για μια συνέντευξη. Τελικά, στην πρώτη άδεια που πήρα από τη φυλακή, βγήκα μαζί της και στην πορεία έγινε η γυναίκα μου, μια σχέση ζωής που μετράει πολλά χρόνια, έψαχνε κι αυτή την αδελφή ψυχή της κι ελπίζω να την βρήκε σε εμένα».
Οι περούκες και η πρώτη του ληστεία
«Όταν ήμουν 18 ετών, είπα σε έναν φίλο να κάνουμε μια ληστεία. Φορέσαμε κάτι περούκες κι όταν πήγαμε στην πιτσαρία για να ληστέψουμε, μας κοιτούσαν περίεργα, φαινόντουσαν ψεύτικες κι αστείες οι περούκες και το αναβάλλαμε. Μετά από δυο χρόνια, είχα μπει στην παρανομία του χαμηλού επιπέδου, στις κλοπές. Οι ληστείες ήρθαν αργότερα, αρχικά μόνος μου και μετά με κάποιους άλλους παρέα. Θυμάμαι ότι η πρώτη ληστεία που έκανα ήταν σε μια τράπεζα στα Γιάννενα, σε έναν κεντρικό δρόμο απέναντι από τα δικαστήρια. Το θυμάμαι και λέω στον εαυτό μου: ”Τι θράσος είχες, τότε…”».
Όσο για τις αποδράσεις του, όπως ο ίδιος λέει, πάντα τις σχεδίαζε με μεθοδικότητα, τίποτα δεν άφηνε στην τύχη του, για αυτό και κατάφερε να αποδράσει 5 φορές από τις φυλακές .
«Πάντα σχεδίαζα τις αποδράσεις μου από τις φυλακές, προτού τις κάνω πράξη. Έκανα ένα καλό σκανάρισμα του χώρου και των ανθρώπων στη φυλακή, ποιες οι συνήθειες του προσωπικού στη φυλακή, σκεφτόμουν πού είναι τα λάθη και ποιο είναι το αδύνατο σημείο, τα επεξεργαζόμουν όλα. Απέδρασα 5 φορές και πάντα υπήρχαν και θα υπάρχουν κενά ασφαλείας. Ο παλιός καλός μου φίλος, ο Βασίλης Παλαιοκώστας απέδρασε δυο φορές με ελικόπτερο γιατί υπήρχαν κενά ασφαλείας και τις δυο φορές. Τα αδέρφια Παλαιοκώστα ήταν φίλοι μου, αλλά ο Βασίλης είναι εξαφανισμένος, ενώ ο Νίκος είναι εκτός φυλακής. Ο Ρωχάμης, ο Παπαχρόνης, ο Φραντζής είναι άνθρωποι με τους οποίους βρέθηκα κατά κάποιο τρόπο κοντά τους μέσα στη φυλακή» τονίζει ακόμα.
Κλείνοντας τη συνέντευξη, στέλνει το δικό του μήνυμα: «Δεν αξίζει να μπλέκει κανείς με την παρανομία και να μπαινοβγαίνει στις φυλακές. Κι εγώ έχω πέσει θύμα κλοπής, μου κλέψανε το πορτοφόλι στον δρόμο, όταν βγήκα από τη φυλακή, ενώ ένας άλλος έκανε διάρρηξη στο αμάξι μου. Αν τον έβλεπα εκείνη την ώρα θα του έλεγα, κάθισε να πιούμε έναν καφέ, να μου πεις τι ψάχνεις, μήπως σου δώσω μια καλή συμβουλή και αλλάξεις στάση ζωής».