Μετά τη δεύτερη ψηφοφορία για την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας λείπουν ακόμη δώδεκα βουλευτές, οι οποίοι αθροιζόμενοι στους 168 της ψηφοφορίας της περασμένης Τρίτης – εκτός από το να εκλέξουν τον Σταύρο Δήμα Πρόεδρο της Δημοκρατίας – θα προσφέρουν στη συγκυβέρνηση τη δυνατότητα να συνεχίσει την πολιτική της.
Το ποια ακριβώς είναι αυτή η πολιτική έχει κρυφτεί κάτω από τη σκόνη των ημερών. Ωστόσο, σε γενικές γραμμές, αυτό που περιμένει την ελληνική κοινωνία, στην περίπτωση που η συγκυβέρνηση καταφέρει να αποφύγει τις εκλογές, είναι γνωστό…
Πρόκειται για μια πολιτική με εξαιρετική σαφήνεια, για την οποία εγχώριοι και ξένοι παράγοντες επιδιώκουν να συνεχιστεί πάση θυσία. Αυτή η πολιτική μπορεί να συνοψιστεί από το πρόσφατο σημείωμα της τρόικας προς το Eurogroup. Σύμφωνα με αυτό το σημείωμα, οι κύριοι Σαμαράς – Βενιζέλος και η κυβέρνησή τους έχουν ήδη δεσμευτεί απέναντι στους δανειστές για 17 προαπαιτούμενα, ανάμεσα στα οποία περιλαμβάνονται:
♦ Αύξηση στον ΦΠΑ, δηλαδή ανατιμήσεις σε τρόφιμα, ρεύμα, ύδρευση, βιβλία, περιοδικά, εισιτήρια Μέσων Μαζικής Μεταφοράς και θεάτρου.
♦ Αλλαγές στη ρύθμιση για τα ληξιπρόθεσμα.
♦ Κατάργηση του ΕΚΑΣ.
♦ Επιτάχυνση ιδιωτικοποιήσεων.
♦ Αύξηση του συντελεστή ΦΠΑ για τα ξενοδοχεία από το 6,5% στο 13%.
♦ Περισσότερες – ευκολότερες – κατασχέσεις.
Πέραν των προαπαιτούμενων η συγκυβέρνηση έχει ήδη συμφωνήσει να αναθεωρήσει τον προϋπολογισμό που μόλις ψήφισε, προσθέτοντας στην κοινωνία βάρη 1+1 δισεκατομμυρίων ευρώ μέσα στο πρώτο εξάμηνο του 2015!
Η… συμπαθής συγκυβέρνηση
Είναι, λοιπόν, φανερό ότι το «ζητούμενο» της διαδικασίας με την εκλογή ή μη Προέδρου της Δημοκρατίας είναι η απάντηση «υπέρ» ή «κατά» της συνέχισης αυτής της πολιτικής, για την οποία έχει δεσμευτεί η κυβέρνηση έναντι των δανειστών. Με πιο απλά λόγια, το ερώτημα στο οποίο θα απαντήσουν τελικά οι βουλευτές στην ψηφοφορία της επόμενης Δευτέρας είναι αν θα δώσουν «λευκή επιταγή» στη συγκυβέρνηση να ολοκληρώσει τη συμφωνία με τους δανειστές.
Είναι γνωστό, έστω κι αν γίνεται συστηματική προσπάθεια να βγει από το κάδρο της επικαιρότητας, ότι η «συμφωνία» της συγκυβέρνησης με τους δανειστές συνεπάγεται:
♦ νέα μέτρα,
♦ νέες δεσμεύσεις
♦ και τελικά νέο μνημόνιο.
Για αυτόν ακριβώς τον λόγο δεν είναι ανεξήγητη η συμπάθεια που διατύπωσαν δημόσια σε Σαμαρά – Βενιζέλο παράγοντες της Ε.Ε. (Γιούνκερ – Μοσχοβισί κ.λπ.), καθώς μιλούν ως εκπρόσωποι των δανειστών.
Οι αριθμοί που αποτυπώνονται σε έρευνα του Γιώργου Βάμβουκα, καθηγητή του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΑΣΟΕΕ), εξηγούν αυτήν τη συμπάθεια. Σύμφωνα, λοιπόν, με αυτούς τους αριθμούς, από το 2000 μέχρι το 2014 η χώρα πλήρωσε:
♦ Σε τόκους 154,1 δισ. ευρώ.
♦ Σε χρεολύσια 654,1 δισ. ευρώ.
Και δανείστηκε 943,4 δισ. ευρώ.
Από το 1980 μέχρι το 2014 η χώρα πλήρωσε:
♦ Σε τόκους 255,0 δισ. ευρώ
♦ Σε χρεολύσια 910,0 δισ. ευρώ.
Και δανείστηκε 280,0 δισ. ευρώ
Δηλαδή: Η Ν.Δ. και το ΠΑΣΟΚ, τα κόμματα που κυβέρνησαν από το 1980 και κυβερνούν και σήμερα τη χώρα υπό την ηγεσία Σαμαρά – Βενιζέλου, διασφάλισαν στους δανειστές όλα αυτά τα χρόνια έναν τζίρο πάνω από 1 τρισεκατομμύριο ευρώ! Μάλιστα το ΠΑΣΟΚ (Γ. Παπανδρέου) οδήγησε τη χώρα στο μνημόνιο και σε συνεργασία με τη Ν.Δ. έκτοτε φροντίζουν την αποπληρωμή του κολοσσιαίου χρέους αρμέγοντας τον ελληνικό λαό και ξεπουλώντας τη δημόσια περιουσία. Παρ’ όλα αυτά, το χρέος αυξάνεται και ανακυκλώνεται με νέους δανεισμούς.
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να παρατηρήσουμε ότι:
♦ Το 2010 η Ελλάδα μπήκε σε μνημόνια επειδή το χρέος της, που ήταν στο 120% του ΑΕΠ, χαρακτηριζόταν μη βιώσιμο.
♦ Έκτοτε, με συνεχείς φοροεπιδρομές, μειώσεις μισθών, συντάξεων, κοινωνικών και δημόσιων δαπανών, το χρέος αυξήθηκε και σε απόλυτους αριθμούς και σε ποσοστό επί του ΑΕΠ (175%).
Είναι λοιπόν φανερό πως η πολιτική που η συγκυβέρνηση ζητά να ακολουθήσει υποχρεώνει τη χώρα σε διαρκή ύφεση και της επιβάλλει νέους δανεισμούς για την αέναη ανακύκλωση των προηγούμενων δανεικών. Προφανές είναι επίσης πως μια τέτοια κυβέρνηση θα είναι συμπαθέστατη στους δανειστές.
Οι τελειωμένοι…
Όμως, όσο συμπαθείς στους δανειστές γίνονται οι κύριοι Σαμαράς και Βενιζέλος τόσο εξαντλείται το πολιτικό τους κεφάλαιο, καθώς η πολιτική τους συνεπάγεται τεράστια βάρη για τη συντριπτική πλειονότητα της ελληνικής κοινωνίας. Και, τελικά, καθώς οι κυβερνήσεις δεν είναι δυνατόν να σταθούν μόνο με τη στήριξη των δανειστών, το πολιτικό παιχνίδι στη χώρα διαμορφώθηκε ως εξής:
1. Μετατροπή της διαδικασίας εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας σε μείζον πολιτικό πρόβλημα, το οποίο δεν φαίνεται να μπορεί να υπερβεί η συγκυβέρνηση.
2. Ορατή η πιθανότητα ανυπέρβλητης πολιτικής βλάβης των κομμάτων της συγκυβέρνησης όταν βρεθούν αντιμέτωπα με την κάλπη.
Σε κάθε περίπτωση, όπως έχει διαμορφωθεί η κατάσταση, είναι φανερό πως:
♦ Βρισκόμαστε μπροστά στην ισχυρή πιθανότητα αναδόμησης εκ βάθρων του πολιτικού σκηνικού – ειδικά των κυρίαρχων πολιτικών σχηματισμών της μεταπολίτευσης.
♦ Θα βιώσουμε τις ωδίνες των ύστατων προσπαθειών διάσωσής τους.
♦ Τελικά η ευθύνη για το τι θα συμβεί και τι δρόμο θα ακολουθήσει η χώρα θα επιμεριστεί στον μέγιστο βαθμό με εκλογές…
Το συμπέρασμα είναι απλό: Για να είναι «συμπαθής» στους δανειστές, η όποια ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να μην αμφισβητεί τη δυνατότητα του ελληνικού λαού να πληρώνει (δανειζόμενος) την εξυπηρέτηση (όχι την αποπληρωμή, καθώς κάτι τέτοιο δεν μπορεί να γίνει, αλλά την ανακύκλωση) αυτού του κολοσσιαίου χρέους. Με πιο απλά λόγια: Για τους δανειστές η όποια «σοβαρή» ελληνική κυβέρνηση δεν μπορεί να είναι τίποτε περισσότερο από φοροεισπράκτορας της ελληνικής αποικίας χρέους.
ΥΓ.: Για να ξεφύγει η χώρα από αυτήν τη μέγγενη, προφανώς δεν αρκεί η αλλαγή της κυβέρνησης και η απομάκρυνση Σαμαρά – Βενιζέλου (και Ν.Δ. – ΠΑΣΟΚ) από την εξουσία. Απαιτείται η σαφής και αποφασιστική έκφραση της λαϊκής βούλησης να πάψει η χώρα να είναι αποικία και ο λαός της δουλοπάροικος.
TO ΠONTIKI