"Δημοσιογραφία είναι να δημοσιεύεις αυτά που κάποιος άλλος δεν θέλει να δημοσιευθούν." - Τζορτζ Όργουελ

13.2 C
Trikala

Ο βομβαρδισμός των Τρικάλων από τη ναζιστική αεροπορία – Τα θύματα , οι καταστροφές , η λεηλασία – Απρίλης 1941

lafarm

Σχετικά άρθρα

Ο βομβαρδισμός των Τρικάλων*

«Η λήθη του κακού αποτελεί άδεια για την επανάληψή του»

 (Επιγραφή, χαραγμένη στο βάθρο του ελληνικού μνημείου του Μαουτχάουζεν)

η εικόνα προφίλ του Dimitris Konstantinidis, Η εικόνα ίσως περιέχει: 1 άτομο, χαμογελάει
Δημήτρης Κωνσταντινίδης

Ταυτόχρονα με την κήρυξη του πολέμου της Γερμανίας εναντίον της Ελλάδας στις 6 Απριλίου και την προσβολή των χερσαίων γερμανικών δυνάμεων εναντίον του Ελληνικού Στρατού στη Βόρεια Ελλάδα ενεργοποιήθηκε και η γερμανική αεροπορία. Στόχος της οι μεγαλύτερες πόλεις της πατρίδας μας και αντικειμενικός της σκοπός η αποδιοργάνωση της δημόσιας διοίκησης και η πρόκληση πανικού στον άμαχο πληθυσμό ενόψει της σχεδιαζόμενης εισβολής του στρατού. Τα Τρίκαλα βομβαρδίστηκαν στις 15 Απριλίου 1941. Υπήρξαν δύο κύματα βομβαρδισμού. Ένα το πρωινό εκείνης της ημέρας και ένα το απόγευμα

Αποτέλεσμα εικόνας για αεροπλανα στουκας

 Στην άγνωστη στους περισσότερους συμπολίτες πτυχή της νεότερης ιστορίας της πόλης μας έχει καταγραφεί η σχεδόν ολοκληρωτική καταστροφή του κέντρου των Τρικάλων. Ο αριθμός δε των θυμάτων του βομβαρδισμού των Στούκας είναι ο μεγαλύτερος που έχει καταγραφεί στην ιστορία της από εχθρική ενέργεια άλλου κράτους εναντίον των κατοίκων της πόλης μας. Το σημερινό αφιέρωμα μνήμης με αφορμή τη θλιβερή επέτειο της επόμενης Δευτέρας έχει ως σκοπό να διατηρήσει άσβεστη την εθνική μας μνήμη, αλλά και να καταδείξει  ότι η ιστορία δεν χτίζεται μόνο από συγκλονιστικές ηρωικές στιγμές, ήρωες και συνταρακτικά γεγονότα. Υπήρχαν και οι απλοί άνθρωποι, οι μη επιφανείς, που συνέβαλαν αθόρυβα στη διαμόρφωση του πλαισίου της.

Ο πρωινός βομβαρδισμός Όταν οι σειρήνες του Φρουρίου ήχησαν στις 7.30 π.μ της Μεγάλης Τρίτης 15 Απριλίου οι Τρικαλινοί δεν θεώρησαν ότι επέκειτο αεροπορική επιδρομή. Είχαν άλλωστε προηγηθεί πολλοί συναγερμοί από την έναρξη του ελληνοϊταλικού πολέμου χωρίς ποτέ να υπάρξει βομβαρδισμός της πόλης. Τούτη τη φορά όμως τα πράγματα ήτανε διαφορετικά.

Λίγα λεπτά αργότερα έκαναν την εμφάνισή τους, προερχόμενα από το αεροδρόμιο της Θεσσαλονίκης, 18 βομβαρδιστικά Στούκας επιτηρούμενα από ισάριθμα καταδιωκτικά Μέσερσμιτ που συμμετείχαν στην αερομαχία της Βασιλικής.

       Ο Γερμανός σμηναγός Γκούσταβ Ρέντελ ήταν επικεφαλής των Μέσσερσμιτ που συμμετείχε στην αερομαχία της Βασιλικής και στη συνέχεια συνόδευσε το σμήνος των Στούκας πάνω από τα Τρίκαλα.

Χωρίς εχθρική απειλή τα Στούκας κατευθύνθηκαν στο εμπορικό κέντρο της πόλης βομβαρδίζοντας πολιτικούς μόνο στόχους (εμπορικά καταστήματα και οικίες). Οι στρατώνες του 5ου Συντάγματος, όπως και οι μεγάλες αποθήκες των Αυστραλών στο Μεγαλοχώρι, έμειναν άθικτες.

Ο πρωινός βομβαρδισμός της γερμανικής αεροπορίας πέτυχε τον στόχο του καθότι ο πανικός που επικράτησε στους κατοίκους ήταν γενικευμένος σε όλη την έκταση της πόλης. Το συθέμελο ταρακούνημα των σπιτιών που συνοδεύθηκε σε πολλές περιπτώσεις με σπάσιμο των τζαμιών των παραθύρων τρομοκράτησε τους τρικαλινούς.

Εκτός όμως από τρόμο, οι γερμανικές βόμβες σκόρπισαν στην πόλη και τον θάνατο. Η ώρα άλλωστε του βομβαρδισμού βρήκε τους Τρικαλινούς στον δρόμο για τις δουλειές τους.

Οι βόμβες που έπεσαν στο εμπορικό κέντρο προξένησαν μεγάλο αριθμό θυμάτων. Τα περισσότερα θύματα σημειώθηκαν κάτω από τη γέφυρα που βρίσκεται σήμερα το άγαλμα του Ασκληπιού (τότε ονομάζονταν «γέφυρα του Πίχτου»). Πριν τον πόλεμο υπήρχε ξύλινη γέφυρα κάτω από την οποία προσπάθησαν να κρυφτούν πολλοί Τρικαλινοί. Η βόμβα έπεσε πολύ κοντά τους (στις καπναποθήκες Πατίκη) διαμελίζοντας πολλούς από αυτούς. Λίγα μέτρα δυτικότερα, τον ίδιο φρικτό θάνατο βρήκαν αρκετοί στρατιώτες μίας διμοιρίας Αυστραλών. Αναγνωρίστηκαν μόνο από τις χαρακτηριστικές βαθυκόκκινες αρβύλες τους. Πρέπει να τονιστεί ότι οι στρατιώτες των συμμάχων μας (Αυστραλοί και Νεοζηλανδοί) ήλθαν στην Ελλάδα από τις μακρινές τους πατρίδες εθελοντικά υπερασπιζόμενοι την Ελλάδα από την εισβολή των Ναζί.

Έχασαν την ζωή τους σε αυτό που θεώρησαν ιερό σκοπό. Τα ονόματά τους δεν έγιναν ποτέ γνωστά.

Η παλιά «γέφυρα του Πίχτου» η οποία είχε υποστεί σημαντικές ζημιές στην μεγάλη πλημμύρα του 1907 και ανακατασκευάστηκε πρόχειρα με ξύλινη κατασκευή. Το όνομα της γέφυρας οφειλόταν στον πλούσιο Μετσοβίτη έμπορο Πίχτο, η πολυτελής κατοικία του οποίου βρισκόταν στη συμβολή των οδών Κανούτα και Βύρωνος.

Πηγή:  Νεκτάριος Κατσόγιαννος, «Τα Τρίκαλα άλλοτε και τώρα»

Ο απογευματινός βομβαρδισμός

Ο πανικός που ακολούθησε το πρώτο κύμα  του βομβαρδισμού είχε ως αποτέλεσμα τη μαζική έξοδο των Τρικαλινών προς τα γύρω χωριά. Επιστρατεύοντας κάθε πρόσφορο μεταφορικό μέσο (κάρα, ποδήλατα, καροτσάκια για τα μωρά), στο οποίο φόρτωσαν τις απολύτως αναγκαίες προμήθειες, κατευθύνθηκαν αλλόφρονες προς τις εξόδους της πόλης που οδηγούσαν προς την ύπαιθρο. Η κύρια κατεύθυνσή τους ήτανε προς τα χωριά του οδικού άξονα Τρικάλων – Πύλης αποφεύγοντας τη μετακίνηση προς την Καλαμπάκα και τη Λάρισα έχοντας πληροφορηθεί την ύπαρξη Ελλήνων και Βρετανών στρατιωτών, οι οποίοι κινούνταν κατά μήκος των δύο αυτών οδικών αξόνων. Όπως σωστά εκτίμησαν, οι στρατιώτες αποτελούσαν στόχους πρώτης προτεραιότητας για τα γερμανικά αεροπλάνα.

Μαζί όμως με τους τρομοκρατημένους κατοίκους εγκατέλειψαν τα Τρίκαλα και οι τότε διορισμένες αρχές του κράτους. Ο διευθυντής της χωροφυλακής, ο νομάρχης Τρικάλων και οι δικαστικές αρχές εγκατέλειψαν την πόλη που ήτανε ταγμένοι να υπηρετούν. Χαρακτηριστικότερη είναι η περίπτωση του διευθυντή φυλακών των Τρικάλων, ο οποίος μαζί με τους φρουρούς, ήταν από τους πρώτους που απέδρασαν από τη δοκιμαζόμενη πόλη αφήνοντας τα κλειδιά των φυλακών στους κρατουμένους. Ένας από τους ελάχιστους αξιωματούχους που παρέμεινε πιστός στο καθήκον ήταν ο Δήμαρχος Θεοδοσόπουλος. Ο ίδιος μάλιστα προσπάθησε να συγκροτήσει συνεργεία με τους διαθέσιμους υπαλλήλους του Δήμου προστρέχοντας σε κάθε έκκληση για βοήθεια.

 Στις αφηγήσεις των Τρικαλινών, που έζησαν την εμπειρία του βομβαρδισμού και τη λεηλασία της πόλης, επαναλαμβάνεται με εντυπωσιακή σταθερότητα, μια κοινή διαπίστωση: ότι οι επίσημοι φορείς του κράτους και  οι τοποτηρητές των θεσμών πρόδωσαν την πατρίδα τους και εγκατέλειψαν τον λαό της.  Η μαζική μετακίνηση των Τρικαλινών είχε ως αποτέλεσμα την ερήμωση της πόλης στο μεγαλύτερο ποσοστό της. Υπήρξαν βεβαίως και άλλοι κάτοικοι οι οποίοι θεώρησαν ότι «το κακό πέρασε» και προτίμησαν να μείνουν στην πόλη. Μερικοί εξ αυτών πλήρωσαν με τη ζωή τους αυτή  την επιλογή. Στον απογευματινό βομβαρδισμό των Τρικάλων από την ίδια πιθανότατα μοίρα των Στούκας, στον οποίo δεν ήχησαν οι σειρήνες του Φρουρίου εξαιτίας της διακοπής ρεύματος, οι στόχοι ήτανε περισσότερο επιλεκτικοί. Οι Γερμανοί πιλότοι αυτή φορά επέλεξαν να πολυβολήσουν στρατιωτικά οχήματα που είχανε παραμείνει και κινούνταν στα Τρίκαλα. Δύο όμως από τις λίγες βόμβες εκείνου του απογεύματος στόχευσαν τον Ιερό Ναό του Αγίου Νικολάου τον οποίο κατέστρεψαν. 

Εύλογα αναρωτήθηκαν οι Τρικαλινοί ποια σκοπιμότητα εξυπηρετούσε η καταστροφή του ιερού χώρου του Ναού. Οι περισσότεροι απέδωσαν την καταστροφή του Αγίου Νικολάου σε τυχαίο γεγονός. Η πιο πειστική πάντως απάντηση δίδεται από την μαρτυρία του Νεοζηλανδού οδηγού Wan της 25ης Πυροβολαρχίας, ο οποίος την ώρα του πρωινού βομβαρδισμού βρισκόταν στα Τρίκαλα και κατευθυνόταν με την μονάδα του προς την Καλαμπάκα. Γράφει στο ημερολόγιο του: «Με τον πρώτο βομβαρδισμό όλοι οι τραυματίες μεταφέρθηκαν στην εκκλησία. Μετά από δύο μέρες που επιστρέψαμε η εκκλησία και το μεγαλύτερο τμήμα της πόλης ήταν κατεστραμμένα». Οι Γερμανοί πιλότοι είχανε προφανώς αντιληφθεί ότι ο Άγιος Νικόλαος είχε χρησιμοποιηθεί ως καταφύγιο γι’ αυτό και στοχοποιήθηκε στην αμέσως επόμενη επιδρομή.

Άποψη του βομβαρδισμένου ναού στην οποία αποτυπώνεται το μέγεθος της καταστροφής.

Πηγή: Π. Τύμπας, «Ο Μητροπολιτικός Ναός Αγίου Νικολάου Τρικάλων»

Ο απολογισμός του βομβαρδισμού

Τα θύματα

 Ο αριθμός των θυμάτων που δηλώθηκαν στις αρχές έφτασε τους 56. Τα περισσότερα των θυμάτων σημειώθηκαν στη διάρκεια του πρωινού βομβαρδισμού. Τα θύματα όμως ήταν περισσότερα. Κάποια διαμελίστηκαν με αποτέλεσμα η αναγνώρισή τους να είναι αδύνατη. Κάποια άλλα ενταφιάστηκαν πρόχειρα και η απώλειά τους δεν δηλώθηκε ποτέ. Τα ονόματα των θυμάτων δημοσιεύτηκαν τρεις μήνες αργότερα στην τοπική εφημερίδα «Αναγέννηση».

Η εικόνα ίσως περιέχει: 4 άτομα, άτομα κάθονται

Δύο από τα θύματα του βομβαρδισμού. Αριστερά ο Λευτέρης Κορδέας (45 ετών) και δεξιά ο Γιώργος Κοντογιάννης (52 ετών).

Στα θύματα, των οποίων η ταυτότητα δεν έγινε ποτέ γνωστή, πρέπει να συνυπολογισθούν και Τρικαλινοί που τάφηκαν στα ερείπια δημόσιων κτιρίων (π.χ Εφορία). Χρόνια αργότερα υπήρξαν αναφορές στον τοπικό τύπο για ανεύρεση σκελετών στα ερείπια σπιτιών, όταν οι νέοι ιδιοκτήτες προχώρησαν στον καθαρισμό του χώρου.

Η καταστροφή της πόλης

Ο βομβαρδισμός των γερμανικών αεροπλάνων προκάλεσε μεγάλες καταστροφές, στο εμπορικό κυρίως κέντρο των Τρικάλων. Οι βόμβες του μισού και του ενός τόνου που εξερράγησαν κατέστρεψαν ένα μεγάλο αριθμό εμπορικών καταστημάτων. Οι πυρκαγιές δε που προκλήθηκαν κατέκαψαν αρκετά καταστήματα που βρίσκονταν κοντά στα σημεία της έκρηξης των βομβών.

Η πρόσοψη του βιβλιοπωλείου Χολέβα στην κεντρική πλατεία πριν τον βομβαρδισμό.

       Το βιβλιοπωλείο ισοπεδωμένο ενώ τα διπλανά καταστήματα έχουν υποστεί μεγάλες καταστροφές. Δημιουργήθηκαν μεγάλοι κρατήρες, οι οποίοι σε συνδυασμό με τα βαθιά ορύγματα που είχε σκάψει προπολεμικά ο Ελληνικός Στρατός περιμετρικά των πλατειών, δημιούργησαν τεράστιους σωρούς με μπάζα που έκαναν δύσκολη τη μετακίνηση των ανθρώπων στο οικοδομικό πολύγωνο που σχηματίζεται από την εκκλησία της Αγίας Επίσκεψης, του Άγιου Νικολάου, την πλατεία Δεσποτικού, την οδό Απόλλωνος, τον Άγιο Κωνσταντίνο και τις κεντρικές πλατείες της πόλης.

Η φωτογραφία ανήκει στον επίσημο φωτογράφο της ιταλικής Μεραρχίας Πινερόλο. Το σχόλιο στα Ιταλικά αναφέρει: «Η πλατεία των Τρικάλων κατεστραμμένη από τα Στούκας». Το γκρεμισμένο τμήμα αντιστοιχεί στο νότιο τμήμα του σημερινού ξενοδοχείου «Αχίλλειο».

Το σχόλιο του Ιταλού φωτογράφου αναφέρει: «Οικία κατεστραμμένη από τα Στούκας κοντά στην πλατεία της Επισκοπής (σημ. του Παλαιού Δεποτικού) των Τρικάλων».

Η επιβλητική εκκλησία του Αγίου Νικολάου είχε και αυτή γκρεμιστεί. Το μοναδικό εργοστάσιο παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος «του Σταματόπουλου» που βρισκόταν στο χώρο του σημερινού δημοτικού χώρου στάθμευσης στην οδό Κανούτα είχε πάψει να λειτουργεί αφήνοντας την πόλη στο σκοτάδι. Μόνο το ρολόι του Φρουρίου συνέχισε να χτυπά. Οι πολυβολισμοί των Στούκας αν και κατέστρεψαν τα τζάμια του δεν άγγιξαν τον μηχανισμό λειτουργίας.

Οι καταστροφές στα Τρίκαλα θα ήταν πολύ μεγαλύτερες αν είχαν εκραγεί όλες οι βόμβες των Στούκας. Οι βομβαρδισμοί από πολύ χαμηλό ύψος είχαν ως αποτέλεσμα, σύμφωνα με τους εμπειρογνώμονες, ένα πολύ μεγάλο ποσοστό βομβών (12-14 βόμβες) να μην εκραγούν.

Οι αεροπορικές επιδρομές των Γερμανών συνεχίστηκαν το απόγευμα της Μ. Πέμπτης (17/4) και εντάθηκαν σε όλη τη διάρκεια της ηλιόλουστης Μ. Παρασκευής. Ο αποκλειστικός στόχος των εχθρικών αεροπλάνων αυτές τις δύο μέρες ήταν οι στρατιώτες των χωρών της Κοινοπολιτείας. Τους κυνήγησαν σε όλη την έκταση της πόλης πυροβολώντας εναντίον τους με τα πολυβόλα των Στούκας. Ευτυχώς για τα Τρίκαλα, δεν έριξαν άλλες βόμβες.

Η λεηλασία της πόλης

Η ερήμωση της πόλης το τριήμερο 15, 16 και 17 Απριλίου ήταν σχεδόν ολοκληρωτική. Εκμεταλλευόμενοι την απουσία των κατοίκων αλλά και των κρατικών αρχών πολλοί χωρικοί από τα κοντινά στα Τρίκαλα χωριά επέδραμαν στην ανυπεράσπιστη πόλη και επιδόθηκαν σε όργιο λεηλασίας. Κατευθύνθηκαν κυρίως στα μισοκατεστραμμένα εμπορικά καταστήματα. Μετέφεραν με ιππήλατα κάρα οτιδήποτε μπορούσε να μεταφερθεί. Ιδιαίτερη προτίμηση έδειξαν στα τρόφιμα, τα ρούχα και στα οικοδομικά εργαλεία και υλικά. Κάποιοι άλλοι δεν δίστασαν να παραβιάσουν σπίτια που είχαν μείνει άθικτα από τους βομβαρδισμούς. Από αυτό το «μεγάλο πλιάτσικο», όπως ονομάστηκε από τους Τρικαλινούς της εποχής, απείχαν οι αγρότες που κατοικούσαν στα χωριά ανατολικά των Τρικάλων. Εκείνοι αρκέστηκαν στη λεηλασία των αποθηκών της αυστραλιανής δύναμης που ήταν εγκατεστημένες στο Μεγαλοχώρι.

Η «αξιοποίηση» των κλοπιμαίων από τους χωριάτες είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία τραγελαφικών καταστάσεων. Αυτόπτες μάρτυρες μιλούν για χωρικούς που κυκλοφορούσαν στα χωριά τους φορώντας πιζάμες και για αγρότισσες που φόραγαν κομπινεζόν πάνω από τα παραδοσιακά τους ρούχα. Ανατρέχοντας στην ιστορία της πόλης των τελευταίων εξακοσίων χρόνων δεν θα συναντήσουμε ανάλογη καταστροφή των Τρικάλων. Μοναδική εξαίρεση αποτέλεσε η πλημμύρα του 1907, η οποία είχε μεν περισσότερα ανθρώπινα θύματα δεν επηρέασε όμως στον ίδιο βαθμό τη συνοχή της τρικαλινής κοινωνίας. Φαινόμενα λεηλασίας ξένων ιδιοκτησιών και αναγκαστική μετοικεσία τόσο πολλών Τρικαλινών εμφανίστηκαν για πρώτη φορά σε τέτοια έκταση στην πόλη μας. Η μετακίνηση πολλών τρικαλινών οικογενειών, που δεν μετείχαν άμεσα στην αγροτική παραγωγή, προς τα μεγάλα αστικά κέντρα (Αθήνα, Θεσσαλονίκη) έγινε στην προσπάθειά τους να αναζητήσουν μεγαλύτερη ασφάλεια καθώς οι τύχες του πολέμου δεν ήταν από πριν γνωστές. Η εξασφάλιση των απαραίτητων αγαθών έδειχνε περισσότερο βέβαιη στις μεγάλες πόλεις και το πλήγμα που δέχθηκαν οι συγκοινωνίες από τις καταστροφές των δρόμων και των γεφυρών έκανε αυτή την εκτίμηση πιο πειστική.

                Η μετακίνηση αυτή πήρε αντίθετη φορά μόλις έξι μήνες αργότερα με το ξέσπασμα της «μεγάλης πείνας» στην Αθήνα το χειμώνα του 1941-42. Φιλοξενήθηκαν σε μία πληγωμένη πόλη τα τραύματα της οποίας άργησαν να επουλωθούν….

* Η πρωτογενής πηγή πληροφοριών του άρθρου ήτανε το βιβλίο μου «Τα Τρίκαλα στα χρόνια της κατοχής».

Δημήτρης Ι. Κωνσταντινίδης,  Εκπαιδευτικός

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

Δείτε επίσης