Μάλιστα, όσοι υπάλληλοι είχαν παραποιήσει τα πτυχία τους και τα λοιπά δικαιολογητικά απολύθηκαν.

Η ΠΟΕΔΗΝ ζητά την αλλαγή του νόμου. Παράλληλα όμως επιδιώκει να αποσυνδεθεί η πλαστογραφία από την υπεξαίρεση δημοσίου χρήματος.

Συνεχίζει διευκρινίζοντας πως «κανείς  δεν αμφισβητεί ότι οι εργαζόμενοι αυτοί προσέφεραν τις υπηρεσίες για τις οποίες και έλαβαν το μισθό από το Δημόσιο».

Προσθέτει πως «οι 100 εξ αυτών έφεραν επιπλέον πτυχία μετά την πρόσληψή τους ανώτερης κατηγορίας. Ως εκ τούτου δεν κατανοούμε γιατί όλοι όσοι παραποίησαν τα πτυχία τους διώκονται ποινικά για υπεξαίρεση δημοσίου χρήματος αντιμετωπίζοντας ποινές πολυετούς κάθειρξης. Είναι επιβεβλημένη η αλλαγή του νόμου. Διοικητικές κυρώσεις και μάλιστα αυστηρότατες, όχι όμως ποινικές διώξεις για υπεξαίρεση δημοσίου χρήματος που σε καμία περίπτωση δεν υφίσταται».