Εγκληματική οργάνωση που πλαστογραφούσε διαθήκες και ιδιοποιούνταν παράνομα ακίνητα μεγάλης αξίας, εξαρθρώθηκε από τη Διεύθυνση Οικονομικής Αστυνομίας, με τη σύλληψη επτά ατόμων.
Ανάμεσά τους είναι ένας συνταξιούχος δικηγόρος και πρώην βουλευτής και μία καλλιτεχνική μάνατζερ, ενώ αναζητούνται ακόμη τρία άτομα.
Από την παράνομη δραστηριότητά τους, τα μέλη της οργάνωσης ιδιοποιήθηκαν 12 ακίνητα δύο αδελφών, σε Αθήνα, Πειραιά, Λουτράκι και Κορωπί, συνολικής αξίας πάνω από 1.300.000 ευρώ.
Επιπλέον, οι δράστες αποπειράθηκαν ανεπιτυχώς να ιδιοποιηθούν τραπεζικές καταθέσεις των δύο θανόντων, ύψους περίπου 480.000 ευρώ.
Σε βάρος τους είχε σχηματιστεί δικογραφία κακουργηματικού χαρακτήρα για απάτη, πλαστογραφία και νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες.
Οι συλλήψεις πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια συντονισμένων επιχειρήσεων σε Αθήνα, Πειραιά, Παιανία, Κόρινθο και Άργος, σε εκτέλεση σχετικών ενταλμάτων, μετά την εξέλιξη ποινικής δικογραφίας- κακουργηματικού χαρακτήρα- που είχε σχηματίσει η Διεύθυνση Οικονομικής Αστυνομίας για τα αδικήματα της ένταξης και συμμετοχής σε εγκληματική οργάνωση, διακεκριμένης απάτης και πλαστογραφίας με χρήση κατ’ εξακολούθηση και παράβασης της νομοθεσίας για την πρόληψη και καταστολή της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες.
Από την έρευνα προέκυψε ότι η οργάνωση δραστηριοποιούνταν για τουλάχιστον πέντε χρόνια.
Ως προς τη μεθοδολογία της δράσης τους, τα μέλη της εγκληματικής ομάδας αφού πληροφορούνταν τον θάνατο εύπορων ατόμων, τα οποία συνήθως δεν είχαν σύζυγο ή παιδιά, προέβαιναν αρχικά στην κατάρτιση πλαστών ιδιόγραφων διαθηκών.
Στη συνέχεια τις προσκόμιζαν στα αρμόδια πρωτοδικεία, όπου μέλη της σπείρας εμφανίζονταν ως μάρτυρες και βεβαίωναν ψευδώς ότι γνώριζαν τους θανόντες και ότι ο γραφικός χαρακτήρας στις διαθήκες ανήκε σε αυτούς.
Με αυτόν τον τρόπο οι διαθήκες αναγνωρίζονταν ως κύριες, γνήσιες και πραγματικές και τα μέλη της οργάνωσης θεμελίωναν κληρονομικό δικαίωμα επί της περιουσίας των θανόντων.
Ακολούθως προέβαιναν σε αποδοχή κληρονομιάς με συμβολαιογραφικές πράξεις των ακινήτων και τα μετέγραφαν στο όνομά τους, στα κατά τόπους αρμόδια υποθηκοφυλακεία και μετά πωλούσαν τα ακίνητα ή τα εκμεταλλεύονταν (διαμένοντας οι ίδιοι ή ενοικιάζοντάς τα), αποκομίζοντας έτσι παράνομα μεγάλα οικονομικά οφέλη.