"Δημοσιογραφία είναι να δημοσιεύεις αυτά που κάποιος άλλος δεν θέλει να δημοσιευθούν." - Τζορτζ Όργουελ

16.6 C
Trikala

Σωτήρης Μπλέτσας για το «βλάχικο ζήτημα» και απαντήσεις σε εύλογα ερωτήματα στο νέο του βιβλίο

lafarm

Σχετικά άρθρα

Η συγγραφή αυτού του βιβλίου αρχικά στόχευε να δημοσιοποιήσει, μέσω της προσωπικής μου περιπέτειας, νοοτροπίες και ιδεολογίες που εξακολουθούν να κυριαρχούν στην Ελλάδα.

Στην πορεία όμως, κατάλαβα, ότι το παρόν βιβλίο μπορεί να έχει πολλαπλούς στόχους.  Αφενός ίσως δείχνει τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε ότι ανήκουμε στην ελληνική εθνική κοινότητα, αφετέρου καταδεικνύει το πώς ενσωματώνονται οι αντιλήψεις αυτές, από τους δικαστές μέχρι τους πολιτικούς.

Παραπέρα, πιστεύω ότι μας κάνει να σκεφτούμε τους λόγους που μια κατά τα άλλα «ανεκτή» κοινωνική συμπεριφορά, όπως η διάσωση και καλλιέργεια μιας μειονοτικής ή λιγότερο ομιλούμενης γλώσσας, μπορεί να θεωρηθεί σημαντικός δημόσιος…κίνδυνος και ζήτημα εθνικής ασφάλειας. Όταν μάλιστα αναλογιστεί κανείς ότι αυτά συμβαίνουν όχι την δεκαετία του 1950 ή του 1970, αλλά περίπου είκοσι χρόνια μετά από την ένταξη της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, το ζήτημα χρήζει ακόμη μεγαλύτερης επεξεργασίας.

Νομίζω ότι από το περιεχόμενο του βιβλίου αναδεικνύονται αρκετά ζητήματα που σχετίζονται με τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε την ιστορία, τη διαφορετικότητα, το μέλλον μας εντέλει, αλλά και άλλα ζητήματα τα οποία καταρχήν δεν θεωρούνται σημαντικά, αλλά πιστεύω ότι είναι.

Αυτά σχετίζονται κυρίως με μια διαμορφωμένη «κάστα» πολιτικών αλλά και ανθρώπων που συμμετέχουν στα κοινά (στην περίπτωσή μας βλάχικους συλλόγους), οι οποίοι αρέσκονται, ή μάλλον αναλώνονται στο να μονομαχούν με ανεμόμυλους.

Φαίνεται δυστυχώς, ότι εκτός από τις κατά τα άλλα συμπαθητικές εκδηλώσεις, αυτός είναι, αν όχι ο μοναδικός, ο πιο σημαντικός λόγος της δημόσιας παρουσίας τους.

        

Το βιβλίο προσπαθεί να εξιστορίσει, να παρουσιάσει, γεγονότα κυρίως μέσα από την ύπαρξη ανάλογων τεκμηρίων. Παρόλο που η υπόθεση της δίκης μου είχε λάβει μια κάποια δημοσιότητα, πολλά από τα σχετικά ντοκουμέντα, από τις δικαστικές αποφάσεις, μέχρι το πώς αντιμετώπισαν την ιστορία οι βλάχικες κοινότητες στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, είναι δυσεύρετα. Πιστεύω ότι η σημασία τους είναι μεγάλη, για τους λόγους που εξέθεσα παραπάνω, γι’ αυτό άλλωστε προχώρησα και στην συλλογή τους και έκδοση του παρόντος βιβλίου. 

Το βιβλίο απευθύνεται τόσο στον μέσο πολίτη, όσο και στον ειδικό επιστήμονα. Ειδικά ο δεύτερος θα έχει πλέον  ένα σημαντικό αρχειακό υλικό  στη διάθεσή του.

Βέβαια, η δική μου επιστημονική ιδιότητα, δεν μου επιτρέπει  να κατατάξω το παρόν ως επιστημονική εργασία. Όμως, προσπάθησα όσο μπορούσα να τηρήσω μια στοιχειώδη μεθοδολογία, αλλά και να αποφύγω κρίσεις και συμπεράσματα που σχετίζονται με συναισθηματικές ή και ιδεολογικές προσλαμβάνουσες.

Αν και τα συναισθήματα που ένιωσα κατά την όλη αυτή δοκιμασία, περισσότερο σχετίζονταν με την οργή και τον θυμό, ή και την απορία, θεωρώ ότι εν τέλει αυτά δεν υπάρχουν στο βιβλίο, ή πολλές από τις απορίες μου, δηλαδή γιατί ξαφνικά αποτελούσα στόχο, λύθηκαν στην πορεία.

            Το βιβλίο, αν και δεν έχει τη μορφή ενός χρονολόγιου, στηρίζεται περισσότερο σε μια χρονολογική αφήγηση. Συνήθως επισημαίνονται, εν είδει κεφαλαίων, σημαντικά γεγονότα ή παράμετροι της πολύχρονης αυτής δοκιμασίας. Μερικά από τα έγγραφα, ή τα δημοσιεύματα, παρατίθενται ολόκληρα στο τέλος του βιβλίου στο σχετικό παράρτημα.            

  Οι παραθέσεις για την ιστορία, τη γλώσσα, την εθνική ένταξη, την μία ή τις πολλές πολιτισμικές ταυτότητες των Βλάχων, ουσιαστικά απουσιάζουν, γιατί σε καμία περίπτωση δεν ήταν αυτός ο σκοπός του βιβλίου. Στις λίγες περιπτώσεις που αυτό συμβαίνει προσπάθησα να επικαλεστώ πηγές που είναι καταξιωμένες στη διεθνή επιστημονική κοινότητα.

Γνωρίζω ότι ακόμη και ο πιο καλοπροαίρετος αναγνώστης έχοντας μεγαλώσει με μια ιστορική θεώρηση όπου σχήματα όπως  η καταγωγή από την Αρχαία Ελλάδα και η θεώρηση των Ελλήνων ως περιούσιου λαού κυριαρχούν και είναι καθημερινά, αντιμετωπίζει με δυσπιστία τις διαφορετικές οπτικές.

Πόσο μάλλον όταν σε χώρες όπως η Ελλάδα και οι γειτονικές μας, ακόμη και οι επιστήμονες σκοπό τους είχαν, και ως ένα βαθμό έχουν, την απόδειξη των ιδεολογιών αυτών και όχι τη νηφάλια επιστημονική έρευνα. Βέβαια και εγώ είμαι παιδί αυτών των θεωρήσεων.

Άλλωστε κάποιοι αναγνώστες θα δουν ότι και εγώ είχα πέσει σε αυτή την «παγίδα», όπως για παράδειγμα όταν διαβάσουν κάποιες ανακοινώσεις του συλλόγου μας. Όμως, πράγματι, η ενασχόληση μου με το ζήτημα της διάσωσης και καλλιέργειας μιας διαφορετικής γλώσσας και ενός πολιτισμού με ιδιαίτερα στοιχεία με έκανε να κατανοήσω με διαφορετικό τρόπο μερικά ζητήματα, αλλά και τις αντιδράσεις, οργανωμένες και μη.             

Πιστεύω δηλαδή, ότι το βιβλίο αυτό μπορεί να αποτελέσει έναυσμα για τον αναγνώστη να αμφισβητήσει πολλά από αυτά που θεωρεί δεδομένα. Και η δική μου αίσθηση είναι ότι πέραν από ζητήματα ιστορίας και ιδεολογίας, υπάρχουν και άλλοι πιο απτοί και συγκεκριμένοι τομείς που μπορεί να γίνει αντιληπτό ότι τα πράγματα δεν είναι τόσο ξεκάθαρα όσο μερικές φορές πιστεύουμε.

Όχι ότι υπάρχει μια «δύναμη» που κινεί τα πάντα ή ένα κακό ή καλό κράτος με ένα μηχανισμό στην υπηρεσία του.     

Απλά ενσωματωμένες ιδέες, αξίες και φοβίες οδηγούν πολλούς από αυτούς που σχετίζονται με αποφάσεις -που εν τέλει αφορούν όλους μας-, σε λογικές και πράξεις που αδυνατούν να σταθούν όχι μόνο σε μια δημοκρατική κοινωνία αλλά και στην απλή λογική.

Θυμάμαι, ότι όταν για πρώτη φορά διάβασα για το πώς τμήματα του κράτους είχαν σταθεί απέναντι στον Αρβανίτικο Σύνδεσμο Ελλάδας μετά τα μέσα της δεκαετίας του 1980,[1] είχα εκπλαγεί, αλλά και παράλληλα δικαιολογούσα και τη δική μου περιπέτεια.

Δεν αρκεί όμως για να εξηγήσει κανείς τα παραπάνω να καταφύγει στη θέση ότι για πολλούς και ποικίλους λόγους η Ελλάδα ήταν και είναι μια χώρα που αντιτίθεται σε οτιδήποτε το διαφορετικό ή ότι η δύναμη  του ελληνισμού ήταν η αφομοίωση, άρα οτιδήποτε αντιστέκεται πρέπει να «αντιμετωπιστεί».

Νομίζω ότι υπάρχει πλέον μια αυτονομημένη και ανεξέλεγκτη δυναμική που, αποτελεί τροχοπέδη στην πορεία τη χώρας. Όμως, οι σκέψεις αυτές ξεπερνούν την εξιστόρηση των πραγμάτων, τις αναφέρω όμως, αντί στο τέλος, όχι για να προκαταβάλω τον αναγνώστη, αλλά γιατί αποτελούν αυτό που αποκόμισα από την όλη τριβή μου αυτά τα χρόνια.

Η δική μου περιπέτεια, η πρωτόδικη καταδικαστική απόφαση και το περιεχόμενό της, η λάσπη εναντίον μου, δεν είναι κάτι αποκομμένο. Σχετίζονται με άλλες αντίστοιχες δικαστικές αποφάσεις, άλλες περιπέτειες, και αυτές με τη σειρά τους σχετίζονται με το τι ακούμε και βιώνουμε καθημερινά, από το σχολείο μέχρι και, ιδίως, την τηλεόραση και τα κοινωνικά δίκτυα.

            Πριν κλείσω αυτό τον πρόλογο θα ήθελα να ευχαριστήσω όλους όσους μου συμπαραστάθηκαν όλα αυτά τα χρόνια, και δεν ήταν λίγοι. Πολλοί ήταν οι θαρραλέοι, και η λέξη δεν είναι υπερβολική, που δέχθηκαν να έρθουν ως μάρτυρες υπεράσπισης.

Άλλοι επίσης που με ένα απλό τηλεφώνημα συμπαράστασης με έκαναν να μην υποταχθώ στη λογική «τι τα θες και τα σκαλίζεις», ενώ  πολλοί ήταν αυτοί που με βοήθησαν, είτε δημοσιοποιώντας την περιπέτειά μου, είτε δίνοντας μάχες στο καφενείο του χωριού, είτε, είτε, είτε…

Τα ονόματα των περισσότερων που με βοήθησαν και μου συμπαραστάθηκαν αναφέρονται μέσα στο βιβλίο με αφορμή τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή που έλαβε χώρα ένα γεγονός με το οποίο σχετίστηκαν, αλλά και ξεχωριστά στο κείμενο. Για όσους όμως τούτο δεν συμβαίνει, ένα ακόμη μεγάλο ευχαριστώ.            

Τέλος θα ήθελα να ευχαριστήσω τον επίκουρο καθηγητή ιστορίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, και τότε δικηγόρο μου στις δύο δίκες (στο πρωτοδικείο και το εφετείο) Λάμπρο Μπαλτσιώτη ό οποίος μου παραχώρησε ευγενικά το σχετικό αρχείο του και με βοήθησε στην αποσαφήνιση κάποιων ζητημάτων.


[1] Στον τόμο του ΚΕΜΟ, Λ. Εμπειρίκος κ.ά (επιμ.), Γλωσσική ετερότητα στην Ελλάδα, Αλεξάνδρεια, Αθήνα, 1997, σσ. 281-382, ιδίως σσ.  370-373.

1 ΣΧΟΛΙΟ

  1. Ποιος ειναι ο τιτλος του βιβλιου του κ. Μπλετσα; Πως μπορει κανεις να το προμηθευτει; Εκδοτικος οικος;

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

Δείτε επίσης