"Δημοσιογραφία είναι να δημοσιεύεις αυτά που κάποιος άλλος δεν θέλει να δημοσιευθούν." - Τζορτζ Όργουελ

13.2 C
Trikala

Ο Αλέξανδρος Ραπτοτάσιος μιλάει για «Τα Γεγονότα» – Από την περιφέρεια στην GNO TV της Εθνικής Λυρικής Σκηνής

lafarm

Σχετικά άρθρα

«Το έργο μας υπενθυμίζει πως το θέατρο και η οποιαδήποτε συνάντηση πολλών ανθρώπων σε έναν κοινό χώρο έχουν αυτόματα πολιτικό χαρακτήρα»

Κείμενο: Kατερίνα Παρρή

Email: kparri@elculture.gr

Δύο ηθοποιοί και ο χορός, στα πρότυπα της αρχαίας τραγωδίας. Στη σκηνή η Κλαίρη, μια δασκάλα που διευθύνει μια τοπική ερασιτεχνική χορωδία αποτελούμενη από μετανάστες και άτομα από ευπαθείς κοινωνικές ομάδες κι ένας νεαρός ντόπιος που εισβάλει ένοπλος στην αίθουσα προβών της ανοίγοντας πυρ. Η Κλαίρη, τελικά θα είναι η μοναδική επιζήσασα και το μόνο που αναζητά και θέλει είναι να καταλάβει το γιατί. «”Τα Γεγονότα” είναι ένα έργο που προσπαθεί να καταλάβει το τι μας κάνει να φοβόμαστε το διαφορετικό, να κρυβόμαστε πίσω από τον φυλετισμό και με ευκολία να κατηγοριοποιούμε ανθρώπους», μας λέει ο σκηνοθέτης της παράστασης Αλέξανδρος Ραπτοτάσιος για το έργο του διεθνούς φήμης Σκoτσέζου θεατρικού συγγραφέα Ντέιβιντ Γκρέιγκ που ανεβαίνει στη διαδικτυακή τηλεόραση της Εθνικής Λυρικής Σκηνής GNO

Η ιστορία από την οποία είναι εμπνευσμένο το πολιτικό έργο, είναι πολύ γνωστή και σίγουρα στο άκουσμά της φέρνει απευθείας εικόνες στον νου από ειδήσεις, αφού πρόκειται για τη θηριωδία του 2011 στη Νορβηγία, τη μαζική σφαγή 69 ατόμων από τον Άντερς Μπρέιβικ. Ιστορία συγκλονιστική ως έναυσμα για «Τα Γεγονότα» που επιχειρούν να κατανοήσουν το αδιανόητο και να εξερευνήσουν τα όρια της συγγνώμης.

«Ένα έργο που προσπαθεί να καταλάβει το τι μας κάνει να φοβόμαστε το διαφορετικό»

Ο σκηνοθέτης Αλέξανδρος Ραπτοτάσιος που μετέφρασε ο ίδιος και το έργο, «έχτισε» Τα Γεγονότα σε μία συνθήκη που θυμίζει θέατρο ντοκουμέντο αλλά ταυτόχρονα κι ένα έργο μνήμης και μία αρένα δημοσίου διαλόγου. Συγκεκριμένα τον πρωταγωνιστικό ρόλο του έργου έχουν 21 τοπικές χορωδίες. Σε κάθε παράσταση μια πραγματική χορωδία βρίσκεται πάνω στη σκηνή, ανυποψίαστη για το περιεχόμενο της παράστασης, αποτελώντας έναν καινούριο ανυποψίαστο χορό κάθε φορά. Σε αυτή τη συνθήκη ήταν αρχικά προγραμματισμένα να περιοδεύσουν Τα Γεγονότα, σε εννέα Δημοτικά Περιφερειακά Θέατρα της Ελλάδας, όμως λόγω της πανδημίας η περιοδεία έχει ανασταλεί κι επαναπρογραμματίζεται για το μέλλον.

Μέχρι να συναντήσουμε από κοντά Τα Γεγονότα σε διάφορα μέρη της Ελλάδας μπορούμε να δούμε την παράσταση σε μία προσαρμοσμένη εκδοχή για την GNO TV στην Εναλλακτική Σκηνή της ΕΛΣ με τη συμμετοχή του Πειραϊκού Φωνητικού Συνόλου Libro Coro.

«Το έργο μας υπενθυμίζει πως το θέατρο και η οποιαδήποτε συνάντηση πολλών ανθρώπων σε έναν κοινό χώρο έχουν αυτόματα πολιτικό χαρακτήρα»: Μας αναφέρει ο Αλέξανδρος Ραπτοτάσιος μιλώντας μαζί του για τον πολιτικό χαρακτήρα του έργου, την ξενοφοβία και τους διαφορετικούς ανυποψίαστους κάθε φορά πρωταγωνιστές που συναντάμε στα Γεγονότα.

Το έργο μιλάει για την άνοδο του νεοφασισμού μέσα στον δυτικό πολιτισμό του 21ου αιώνα. Είμαστε καλλιτέχνες και το η δουλειά μας απευθύνεται σε μεγάλα σύνολα κοινού και κατά συνέπεια την κοινωνία- είναι πολιτικό το επάγγελμά μας από τη φύση του. Δεν θα μπορούσαμε να το κάνουμε στην Ελλάδα του σήμερα μη λαμβάνοντας υπόψη αυτό που ζούμε τα τελευταία χρόνια. Όλοι είδαμε τους φασίστες της Χ.Α. να καταδικάζονται και επισήμως από τα δικαστήρια της χώρας, όμως δεν πρέπει να ξεχνάμε πως στην ελληνική κοινωνία απομένουν αυτοί που τους στήριξαν, τους δικαιολόγησαν, τους χρησιμοποίησαν και τους ανέχτηκαν. Στην περίοδο που αλώνιζε αυτή η συμμορία, εγώ κατάλαβα πολλά για το είδος του ανθρώπου που επιτρέπει σε ένα ‘τέρας’ να πάρει την εξουσία – π.χ. την ψυχολογία εκείνων που άφησαν τον Χίτλερ να φτάσει εκεί που έφτασε. Δεν είναι κάποιος ακραίος αυτός ο άνθρωπος, δεν είναι καν ιδεολόγος. Τις περισσότερες φορές είναι ένας φιλήσυχος άνθρωπος που θέλει την ηρεμία του, να μη του αλλάζουν το περιβάλλον του, τις συνήθειές του, να μην του πειράζουν την περιουσία του, ένας άνθρωπος που προτιμάει να ακολουθεί, να μην έχει πολλές ευθύνες και κυρίως ένας άνθρωπος που θα βάλει πάνω από όλα τον εαυτό του.

Πώς αλλάζεις αυτόν τον άνθρωπο; Πώς του θυμίζεις το «σύνολο»; Σίγουρα όχι με κηρύγματα και κατηγορίες – αυτή η τακτική κάνει μια καλλιτεχνική δουλειά να αποκλείσει αυτόματα από το κοινό τους όσους διαφωνούν. Αντίθετα, «Τα Γεγονότα» είναι ένα έργο που προσπαθεί να καταλάβει το τι μας κάνει να φοβόμαστε το διαφορετικό, να κρυβόμαστε πίσω από τον φυλετισμό και με ευκολία να κατηγοριοποιούμε ανθρώπους. Η προσπάθεια αυτή του έργου γίνεται μέσα από τον χαρακτήρα μια δασκάλας που επιζεί μια τρομοκρατική επίθεση από έναν ακροδεξιό νεαρό και έπειτα χρησιμοποιεί τα πρίσματα της τέχνης, της ανθρωπολογίας, της κοινωνιολογίας, της ψυχιατρικής, της θρησκείας και της πολιτικής για να καταλάβει αυτό που της συνέβη. Το έργο μας υπενθυμίζει πως το θέατρο και η οποιαδήποτε συνάντηση πολλών ανθρώπων σε έναν κοινό χώρο έχουν αυτόματα πολιτικό χαρακτήρα. Πως ο, τι αφορά σύνολα ανθρώπων που υπάρχουν σε εγγύτητα είναι πολιτικό είτε θέλει είτε όχι.

©Ε. Ζαχαροπούλου

Ποια είναι τα πράγματα που φέρνουν αντιμέτωπα «Τα Γεγονότα» για την κοινωνία;

Το έργο φέρνει αντιμέτωπα δυο διαφορετικά οράματα για την κοινωνία. Το πρώτο είναι το όραμα που θέλει μια κοινωνία εμπλουτισμένη από τη διαφορετικότητα, που συνεχώς αλλάζει, που βοηθάει τον αδύναμο και που γιορτάζει την ποικιλομορφία – που θωρακίζεται μέσω της αποδοχής ξένων επιρροών και της συνεχής εξέλιξης, το άστυ στην ιδανική του μορφή θα λέγαμε. Το δεύτερο είναι ένα όραμα ομοιογένειας, δύναμης και καθαρότητας, ένα όραμα που απεχθάνεται την πρόσμιξη, τη μαλθακότητα και την αδυναμία. Ένας νόμος της ζούγκλας εμπλουτισμένος με μυθολογικά αφηγήματα περί φυλετικής και πολιτισμικής ανωτερότητας. Αυτά τα δύο οράματα έρχονται σε σύγκρουση επί σκηνής και προκαλούν τον θεατή να τα δει με ανοιχτό μυαλό και να παραδεχτεί πότε έχει φλερτάρει ο ίδιος – ο καθένας μας – με τον φασισμό, με τον ρατσισμό και την απολιτίκ απάθεια που ουσιαστικά δίνει χείρα βοηθείας στα δύο προηγούμενα.

Στο έργο πρωταγωνιστικό ρόλο έχουν οι ερασιτεχνικές χορωδίες από τις πόλεις, στις οποίες μόλις το επιτρέψουν οι συνθήκες της πανδημίας η παράσταση θα συνεχίσει την περιοδεία της. Ποιος είναι ακριβώς ο ρόλος τους στο έργο και ποια η σκηνοθετική ματιά σας για τη συγκεκριμένη επιλογή;

Το έργο γράφτηκε για να έχει αυτή τη συνθήκη, τις λεπτομέρειες και τα μυστικά τις οποίας τα έμαθα όταν δούλεψα (σε ένα παρόμοια στημένο ανέβασμα του έργου του Αισχύλου, ‘Ικέτιδες’ το 2018) με τους τρεις συν-δημιουργούς της πρώτης παράστασης ‘Τα Γεγονότα’, τον David Greig, τον John Brown και τον Ramin Gray.  Οι ερασιτεχνικές χορωδίες είναι επί σκηνής ως ένα κομμάτι της ίδιας της κοινωνίας από την οποία προήλθαν, ως μέρος του κοινού που έχει έρθει εκείνο το βράδυ να δει το έργο. Δεν παίζουν κάποιους χαρακτήρες. Οι χορωδίες έχουν προετοιμάσει μόνο κάποια μουσικά κομμάτια με την καθοδήγηση του μουσικού διευθυντή μας Κωνσταντίνου Θωμαΐδη και γνωρίζουν μόνο πότε θα τα πουν με τις οδηγίες του πιανίστα Μάρκου Κώτσια. Δεν γνωρίζουν το έργο και δεν έχουν κάνει πρόβα με τους ηθοποιούς, είναι και εκείνοι κοινό την ώρα της παράστασης, ένα κοινό που όμως συμμετέχει με τη φωνή του. Οι θεατές βλέπουν μια παράσταση που διαπραγματεύεται το τι σημαίνει ομοιογένεια, φυλή, συλλογικότητα και ατομικότητα ενώ ταυτόχρονα ένα ψηφιδωτό από πρόσωπα που αντιδρούν ζωντανά και αυθόρμητα βρίσκεται από πίσω και γίνεται το κάτοπτρο των ιδίων ή παρουσία των ‘άλλων’, ό,τι και να σημαίνει αυτό για τον καθένα.

©Ε. Ζαχαροπούλου

Δούλεψα πάνω στο έργο με αυτή τη συνθήκη της χορωδίας, ενός ζωντανού και απρόβλεπτου σώματος ανθρώπων που δημιουργεί μια συνεχή εσωτερική ένταση. Όλα κρίνονται, όλα καταγράφονται και παρακολουθούνται από 24 ζευγάρια μάτια που απορροφούν πληροφορίες για πρώτη φορά και έχουν τοποθετηθεί στο κέντρο της σκηνής ως ο πυρήνας του έργου. Πάνω σε αυτή τη συνθήκη έχτισα με τους συνεργάτες μας ένα πλαίσιο που θυμίζει θέατρο ντοκουμέντο που όμως είναι ταυτόχρονα και ένα έργο μνήμης και επίσης μία αρένα δημοσίου διαλόγου. Στοιχεία που τα έχουμε διαχωρίσει σήμερα σε είδη (genre) θεάτρου ενώ π.χ. στις αρχαίες τραγωδίες, στα έργα του Shakespeare και στη δουλειά του Peter Brook συνυπάρχουν.

Πείτε μας λίγα λόγια για τη διαφορετική προσαρμογή του έργου που θα δούμε αυτή τη φορά στις ψηφιακές οθόνες μας μέχρι να ξεκινήσει ξανά η περιοδεία του έργου; Χρειάστηκε να κάνετε αλλαγές;

Στην εκδοχή που θα δείτε προσπαθήσαμε να κρατήσουμε ζωντανή τη συνθήκη της αυθόρμητης συμμετοχής της χορωδίας. Δηλαδή, το να μην έχουν κάνει πρόβα το έργο με τους ηθοποιούς και να ακούνε το κείμενο για πρώτη φορά ταυτόχρονα με τη μαγνητοσκόπηση. Επίσης για αυτόν τον λόγο η μαγνητοσκόπηση έγινε σε φυσικό χρόνο και σε ροή παράστασης για να ‘πιάσουμε’ την ενέργεια του ‘ζωντανού’ θεάτρου. Υπάρχει η αίσθηση του ντοκιμαντέρ με μη-σταθερές κάμερες και κάπως πιο ‘ακατέργαστο’ γύρισμα ώστε να κάνουμε τον θεατή να νιώσει πως είναι μέσα στο δωμάτιο όπου κάνει τις πρόβες της η Κλαίρη με τη χορωδία. Η αίθουσα της Εναλλακτικής Σκηνής είναι ιδανικό σκηνικό όπως θα δείτε.

Οι ηθοποιοί απευθύνονται στις κάμερες όπως θα απευθύνονταν στο κοινό και πολλές σκηνές έχουν στηθεί με αυτή τη λογική – δεν προσποιούμαστε πως υπάρχει κοινό στην αίθουσα. Έτσι οι θεατές έχουν την ευκαιρία να δουν πολλές περισσότερες λεπτομέρειες από τις ερμηνείες των ηθοποιών Μαρία Κεχαγιόγλου και Κωνσταντίνο Μπιμπή καθώς και από τον πιανίστα Μάρκο Κώτσια και τους υπέροχους χορωδούς – βλέπουμε την παράσταση σε μεγάλο βαθμό μέσα από τα μάτια τους και αυτό είναι που θα κάνει κάθε παράσταση διαφορετική στην περιοδεία που θα ακολουθήσει. Η τοπικότητα της τέχνης και η εμπλοκή με την κάθε χορωδία και κοινωνία είναι ο λόγος που κάνουμε αυτή την παράσταση αλλά και θέατρο γενικότερα.

©Ε. Ζαχαροπούλου

Αν μπορείτε να θυμηθείτε από τη θεατρική εμπειρία του έργου με το κοινό, περιγράψτε μας πώς βιώσατε την παράσταση, στην οποία υπάρχει ένας καινούργιος χορός κάθε φορά και τι έχετε παρατηρήσει και ως θεατής με αυτή τη συνθήκη;

Έναρξη της παράστασης: όλοι οι συντελεστές είναι επί σκηνής και η Άννα Ευθυμίου φέρνει πάνω στη σκηνή τη χορωδία της βραδιάς, με έναν πολύ απλό αλλά συνάμα τελετουργικό τρόπο. Η Άννα είναι η βοηθός σκηνοθέτη και η υπεύθυνη των 21 χορωδιών από όλη την Ελλάδα και η οδηγός σκηνής για την κάθε χορωδία της βραδιάς. Είναι ουσιαστικά ο συνδετικός κρίκος της παράστασης με τον τοπικό πληθυσμό που λειτουργεί παράλληλα με τη μουσική προετοιμασία  των χορωδών από τον μουσικό διευθυντή μας Κωνσταντίνο Θωμαΐδη. Πρόκειται για μια διαδικασία μηνών που οδηγεί σε αυτή τη μοναδική συνάντηση επί σκηνής με αυτούς τους ανθρώπους. Η προσμονή και η αγωνία τους ήταν έκδηλη κάθε βραδιά – ειδικά όταν δεν γνωρίζουν τι θα συμβεί πέρα από τα μουσικά κομμάτια που έχουν προετοιμάσει. Κάθε βράδυ η παράσταση γίνεται με άλλο εναρκτήριο τραγούδι – που το φέρνει η κάθε χορωδία ως αντιπροσωπευτικό της ταυτότητάς της και οι ηθοποιοί παίζουν με ένα σύνολο ανθρώπων που αλλάζει συνεχώς. Είναι μια πάρα πολύ ζωντανή συνθήκη όταν έχεις κάθε βράδυ ανθρώπους με διαφορετική ηλικία, κοινωνική τάξη, καταγωγή, παιδεία και ιστορία. Και το κοινό φωτισμένο. Πάντα. Συνυπεύθυνο. Αυτό το ρίσκο και ένταση που φέρνει αυτή η συνθήκη είναι ο λόγος που ήθελα να κάνω αυτή την παράσταση.

Πώς ακριβώς συνδέεται η λειτουργία του με την αρχαία τραγωδία;

Η δομή και ο μηχανισμός του έργου έχει τρία βασικά κοινά με την αρχαία ελληνική τραγωδία: Πρώτον, δύο και μόνο ηθοποιοί βρίσκονται επί σκηνής, με την πρώτη ηθοποιό (Μ. Κεχαγιόγλου) να ενσαρκώνει τη βασική ηρωίδα και τον δεύτερο (Κ. Μπιμπής) να αλλάζει διάφορους χαρακτήρες με τους οποίους εκείνη συνδιαλέγεται. Δεύτερον, ανάμεσα ή παράλληλα με τις σκηνές-στιχομυθίες ένας χορός τραγουδάει μουσικά κομμάτια που κάθε φορά έχουν άλλο ρόλο, άλλοτε σχολιάζουν, άλλοτε αφηγούνται, άλλοτε γιορτάζουν κτπ. Τρίτον, ο χορός αποτελείται από εθελοντές από την πόλη που περνούν από μία εκπαίδευση και ουσιαστικά αντιπροσωπεύουν και τους εαυτούς τους επί σκηνής – το πλήθος, το άστυ, την κοινωνία. Αυτές οι ταυτίσεις με το αρχαίο δράμα φέρνουν το έργο πιο κοντά στο θέατρο των ιδεών, κοντά σε μία πιο δημοκρατική αντίληψη περί θεάματος και δημόσιου διαλόγου. Η παράσταση έχει δομηθεί πάνω σε αυτή τη λογική, μιλάμε σε μία κοινωνία για την ίδια χωρίς όμως να δίνουμε απαντήσεις. Είμαστε εδώ ως καλλιτέχνες για να ερμηνεύσουμε αυτό που ζούμε και μας απασχολεί ως ανθρώπους, χρησιμοποιούμε έργα, λόγια άλλων και δράσεις σε μια προσπάθεια να μετατρέψουμε κάτι άυλο και συλλογικό σε κάτι αισθητό από όλους, σε έναν κοινό χώρο, έστω για μια φευγαλέα στιγμή – τουλάχιστον έτσι αντιλαμβάνομαι  εγώ το θέατρο και τη δουλειά μου.

Μοιραστείτε μαζί μας μία στιγμή που σας έχει αποτυπωθεί στη μνήμη από τον απρόβλεπτο χαρακτήρα που έχει η παράστασή σας;

Είναι κάτι που μου μετέφερε η βοηθός σκηνοθέτη, Άννα Ευθυμίου. Μια χορωδός, εθελοντής από τη δραματική σχολή του Ωδείου Αθηνών, παρακολουθούσε το έργο με μεγάλη φόρτιση στις τελευταίες πρόβες μας και όταν ήρθε η ώρα να τραγουδήσει εκείνη πνίγηκε από τη συγκίνηση στην πρώτη συλλαβή του τραγουδιού και σταμάτησε. Έπειτα πήρε μερικά δευτερόλεπτα, ανασυγκροτήθηκε και άρχισε να τραγουδάει με έναν τρόπο που ήταν σαν να απαντάει σε ολόκληρο το έργο με την φωνή της.

Επιστρέφοντας πάλι στο τώρα πώς αισθάνεστε και ποια η αγωνία ή οι σκέψεις σας για τη θέαση του έργου σας από το σπίτι χωρίς τις ζωντανές αντιδράσεις των θεατών;

Είναι μεγάλο ζήτημα η απουσία της ζωντανής παρουσίας, του συντονισμού των χτύπων της καρδιάς και της κοινής αναπνοής μεταξύ θεατών και ερμηνευτών. Δεν μπορεί να αντικατασταθεί και ούτε θέλουμε να αντικατασταθεί, αλλιώς δεν κάνουμε θέατρο αλλα κινηματογράφο. Υπάρχει ανησυχία γιατί ξαφνικά έχουμε όλοι γίνει κινηματογραφιστές και σκηνοθετούμε τις παραστάσεις μας ως ταινίες ή κακό αρχειακό υλικό. Και συνήθως σε ελάχιστο χρόνο και σε συνθήκες που δεν επιτρέπουν να γίνει σωστά. Πώς να χωρέσουν ατελείωτα χρόνια σπουδών και εκπαίδευσης και μήνες πρόβας σε ένα γύρισμα 4 ωρών; Ειδικά όταν δεν έχουμε συνηθίσει να δουλεύουμε με τέτοιους ρυθμούς και μέσα. Όμως οι καλλιτέχνες είναι χαμαιλέοντες και προσαρμόζονται. Αυτή η περίοδος είναι μια ταραγμένη εμπειρία για όλους όμως θα επιστρέψουμε πιο δυνατοί και με νέες ικανότητες. Η απραξία μας έχει κάνει ίσως να καταλάβουμε το τι θέλουμε και το τι πιστεύουμε καλύτερα. Για τους θεατές ελπίζω πως η παράσταση θα είναι έναυσμα για μετέπειτα συζητήσεις. Ο στόχος δεν άλλαξε, ούτε η ουσία του έργου, μόνο το μέσο.

©Ε. Ζαχαροπούλου

Πέρα από τη σκηνοθεσία στο έργο του συγγραφέα Ντέιβιντ Γκρέιγκ, έχετε κάνει και τη μετάφρασή του έργου. Τι έχετε αποκομίσει από την έρευνα που κάνατε σχετικά με την αληθινή ιστορία στην οποία βασίζεται, τη μαζική σφαγή των 69 ατόμων από τον Άντερς Μπρέιβικ το 2011 στη Νορβηγία.

Το γεγονός που ενέπνευσε τον Ντέιβιντ Γκρέιγκ έχει πολύ σκοτάδι και λίγη σαφήνεια.  Μια παράσταση-ντοκουμέντο πάνω σε αυτό το συμβάν δεν θα είχε τόσο ενδιαφέρον. Εγώ κατάλαβα πως αυτό που οδήγησε στη συγγραφή αυτού του έργου, η ουσία αυτής της δημιουργίας δεν ήταν το ‘ιστορικό’ γεγονός, δεν ήταν καν η προσωπικότητα του δράστη, αλλά το τι κάνουμε οι υπόλοιπο ως κοινωνία απέναντι σε κάτι τέτοιο, τι τοποθετείται απέναντι από μια τέτοια πράξη. Το έργο τοποθετεί μια χορωδία, δηλαδή μια μίξη διαφορετικών ανθρώπων που κάνουν κάτι μαζί, ενώνουν τις φωνές τους και δημιουργούν κάτι ατελές, ανομοιογενές αλλά και συλλογικό. Αυτή είναι η απάντηση στον φασισμό και στη μιλιταριστική ομοιομορφία που προπαγανδίζει. Κάτι που συγκινεί, που ξυπνάει κάτι μέσα μας όταν ακούμε δεκάδες φωνές να τραγουδούν ζωντανά μπροστά μας.

Πώς αισθάνεστε την καθημερινή συμπεριφορά των συμπολιτών μας όσον αφορά την ξενοφοβία;

Από τη μία, βλέπω μια συμπεριφορά χαμένη σε παραπληροφόρηση, φοβική και ελλιπής σε εν-συναίσθηση. Σαν να μιλάνε για υπανθρώπους. Ρατσισμός, ξενοφοβία και ανιστόρητα επιχειρήματα που απευθύνονται στα κατώτερα ένστικτά μας. Από την άλλη βλέπω κάτι πολύ ανθρώπινο σε αυτόν τον φόβο για το διαφορετικό. Είναι χαρακτηριστικό όλων των ζώων να φοβούνται και να γίνονται επιθετικά όταν έρχονται αντιμέτωπα με το ξένο. Το έργο με την ανθρωπολογική του προσέγγιση μου έχει δείξει αυτή την πλευρά που πολλές φορές αγνοούμε. Όμως κατά συνέπεια αυτή η συνειδητοποίηση μας δείχνει πως η επιλογή υπάρχει. Πως δεν γινόμαστε αναγκαστικά πίθηκοι που προστατεύουν την περιοχή τους με τη βία, πως εφόσον μπορούμε να δούμε τους εαυτούς μας απέξω μπορούμε και να επιλέξουμε το πώς θα συμπεριφερθούμε. Το πώς θα ζήσουμε μαζί ως είδος. Το τι είδους άνθρωποι θέλουμε να είμαστε.

Μοιραστείτε μαζί μας έναν αγαπημένο σας στίχο που τραγουδά η χορωδία και ακούμε στην παράσταση.

Από την υπέροχη μετάφραση του Κωνσταντίνου Θωμαΐδη των στίχων του John Browne:

«Έξω σκοτάδια, έξω βροχή αλλά εδώ είναι ζεστά.
Θα’ρθουν παιδιά της απεξάρτησης, μητέρες του συλλόγου
Απ’ τις δομές η Ανιέσσα κι ό Σελίμ. Της πρόνοιας κάποιοι νέοι.
Φίλοι λαθραίοι.

Είμαστε εδώ. Όλοι εδώ.»

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

Δείτε επίσης