"Δημοσιογραφία είναι να δημοσιεύεις αυτά που κάποιος άλλος δεν θέλει να δημοσιευθούν." - Τζορτζ Όργουελ

21 C
Trikala

Ένας ωραίος Τρικαλινός «Μπακαλόγατος»

lafarm

Σχετικά άρθρα

Περνώντας το κατώφλι του ορεινού καφενείου Το Χάνι του Γώγου στην Άνω Παλαιοκαρυά Τρικάλων θαρρείς και ότι μπαίνεις σε χρονοκάψουλα. Ο χρόνος γυρίζει στη δεκαετία του ’60, όταν λειτουργούσαν τα μικρά παντοπωλεία που εκτός από είδη πρώτης ανάγκης και προϊόντα τροφίμων, σέρβιραν και κανά μεζεκλίκι.

Το παλιό μαύρο τηλέφωνο, τα καρό τραπεζομάντιλα, τα λαδί ράφια γεμάτα με απορρυπαντικά, χαρτικά και θρεπτικό μπιτούνι (τοπικό τσάι), οι παλιές ζυγαριές και οι καράφες σερβιρίσματος, όλα παραπέμπουν σε παλιά ταινία ελληνικού κινηματογράφου και συγκεκριμένα στον «Μπακαλόγατο».

Η μόνη διαφορά είναι ότι στη θέση του Κώστα Χατζηχρήστου βρίσκεται ο Θανάσης Μπατσικώστας, ένας απόστρατος αξιωματικός ξηράς που μαζί με τη γυναίκα του, Χαρούλα, κρατάνε ζωντανή την ιστορία του μαγαζιού. Αποτελούν την τέταρτη γενιά.

Το «χάνι» άνοιξε από τον Γώγο πριν από 115 χρόνια. «Υπήρχε ένας δρόμος που συνέδεε την Πύλη με τα τα χωριά Μεσοχώρα, Μοσχόφυτο, κ.ά. Έρχονταν φορτωμένοι με τα ζώα τους, διανυκτέρευαν, έπαιζαν χαρτιά και την επόμενη ημέρα συνέχιζαν», λέει ο Θανάσης, ο οποίος είχε μεράκι από την εποχή του στρατού να γίνει «μπακαλόγατος». «Μου άρεσε η ιδέα να φέρνω άγνωστο κόσμο στο χωριό, όπως κι έγινε. Το μαγαζί μας έχει πλέον εξελιχθεί σε μουσικό καφενείο, παίζουνε παρέες με λογής-λογής όργανα, να φανταστείς στήνουμε και ξεγυρισμένους χορούς. Τα έχουμε ανεβασμένα στο youtube», συνεχίζει με φόντο μια γωνιά με μπουζούκια, μπαγλαμάδες κι ένα βιολί.

Ο ίδιος παρέλαβε το μαγαζί το 2021 από τον παππού Στέφανο, ο οποίος ήταν ξάδελφος της μαμάς του. «Με παρακάλεσε να το διατηρήσω επειδή κατάγομαι από εδώ. Το άφησα όπως ήταν, μόνο που το έβαψα για να φαίνεται πιο ωραίο και το συντήρησα. Εκτός από καφενείο είμαστε και το μίνι μάρκετ των τεσσάρων κοντινών συνοικισμών, των Τσιμπιδέικων και της Κάτω, Μέσης κι Άνω Παλιοκαρυάς. Τον χειμώνα κατοικούν περίπου πενήντα άτομα, αλλά το καλοκαίρι πολλαπλασιάζονται λόγω διακοπών», περιγράφει και βάζει άνω τελεία. «Τέρμα οι κουβέντες, πάμε για μαγείρεμα, να σας φιλέψουμε κάτι». Σηκώνεται να φέρει νερό, έξω από τη βρύση, από την πηγή Τσούκα. Μια από τις πολλές πηγές της περιοχής που συνδέονται με τον Παλαιοκαρύτη ποταμό, ο οποίος διαπερνάει όλη τη χαράδρα της Παλαιοκαρυάς και εκβάλει στον Πορταϊκό. Προσπαθώ να θυμηθώ ποια ήταν η τελευταία φορά που ήπια τρεχούμενο νερό σε καφενείο – μάταιος ο κόπος.

Ο Θανάσης Μπατσικώστας φέρνει νερό από τη βρύση έξω από το μαγαζί – φτάνει ως εκεί από την πηγή Τσούκα.

Λουκάνικο και τσίπουρο

Το γεύμα περιλαμβάνει ουσιαστικά δυο κατηγορίες πιάτων. Τα συνοδευτικά του τσίπουρου, αφού έχει κρατήσει τη συνήθεια να φέρνει μεζέ με το τσίπουρο, και κάποια μαγειρευτά ή της ώρας, όπως χοιρινά σουβλάκια και πανσέτα. Γενικώς, οι δυο τους, που είναι μαζί από την τρίτη γυμνασίου και παντρεμένοι από το 1982, μαγειρεύουν σαν να είναι σπίτι τους. «Μας αρέσει η μαγειρική και οι παρέες, το αντάμωμα είναι αυτό που μετράει. Για αυτό άλλωστε καθόμαστε μαζί με τους θαμώνες, καλαμπουρίζουμε, συζητάμε, πίνουμε, το θεωρούν όλοι σαν το σπίτι τους. Πολλοί σηκώνονται από την παρέα και παίρνουν μόνοι τους ό,τι θέλουν», λέει η Χαρούλα, η οποία μαγείρευε μεζέδες στο σπίτι και τους πήγαινε στον παππού Στέφανο, όσο είχε εκείνος το μαγαζί.

 

Το τσίπουρο έρχεται με μεζέ ενώ δεν λείπει και η ντόπια φέτα.

 

 

Η Χαρούλα φέρνει τα λουκάνικα που τσιτσίριζαν νωρίτερα μαζί με τις πιπεριές στο τηγάνι.

 

Το μενού με τους μεζέδες είναι εντελώς απρόβλεπτο, με εξαίρεση τις μόνιμες σταθερές, δηλαδή την τοπική φέτα και το τρικαλινό χωριάτικο λουκάνικο με πράσο. Τσίπουρο σερβίρουν είτε δικό τους, καθώς αγοράζουν σταφύλια και τα πηγαίνουν σε ρακαριά, είτε εμφιαλωμένο. Εμείς, εκείνο το κυριακάτικο απόγευμα του χιονισμένου Γενάρη, που έξω λυσσομανούσε ο παγωμένος αέρας, δοκιμάσαμε διάφορες νοστιμιές. Πατατοσαλάτα, ρέγκα, κολοκυθάκια τηγανητά, γεμιστές πιπεριές με φέτα, γίγαντες, σπετζοφάι, μπουγιουρντί, μια σπεσιαλιτέ, λουκάνικα Φρανκφούρτης με κόκκινη σάλτσα, και κεφτεδάκια με ανάμεικτο κιμά. Όσο δοκιμάζαμε, τόσο έρεε το τσίπουρο. Κι όσο έρεε το τσίπουρο, τόσο επιταχυνόταν το «φευγιό» του χρόνου. Ώσπου ο Θανάσης έπιασε το μπουζούκι του.

Συχνά ο Θανάσης πιάνει το μπουζούκι.

«Θυμήθηκα που πίναμε, σε τούτο το τραπέζι, τώρα ποιος ξέρει που γυρνά, ποιος ξέρει τι γυρεύει», ντεμπουτάρει με Παπάζογλου. Ο κόσμος γρήγορα γίνεται μια παρέα, δεν ήμασταν και πάρα πολλοί, είχε νυχτώσει για τα καλά. Ποιος ξέρει τι γυρεύαμε εκεί τέτοια ώρα, όταν σεργιανίζεις με τον βοσκό Νίκο Κέλλα, η μέρα δεν τελειώνει. Όπως δεν τέλειωσαν και οι πενιές και τα τσίπουρα εκείνη την Κυριακή. Δεν χωράνε πολλές περιγραφές, σπανίζουν τέτοια μαγαζιά στην Ελλάδα. Όχι για το καλτ του πράγματος, αλλά για την αληθινή τους φιλοξενία. Και φιλοξενία σημαίνει κατά βάση ειλικρίνεια. «Εύχομαι να έχουμε υγεία να διατηρήσουμε αυτή την κατάσταση μέχρι εκεί που μπορούμε. Το αγαπήσαμε το μαγαζάκι, μας αρέσει να εξυπηρετούμε τον κόσμο», μου λέει ο Θανάσης, στο διάλειμμα από τις πενιές. Κι εμείς το αγαπήσαμε το μαγαζάκι σας, καλή μας αντάμωση.

Το Χάνι του Γώγου

Άνω Παλαιοκαρυά Τρικάλων
  • Τηλέφωνο: 24340-81450
  • https://www.gastronomos.gr

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

Δείτε επίσης