Συνεχίζει να αποτυπώνεται με δραματικό τρόπο η οικονομική κατάσταση των Ελλήνων πολιτών, την ώρα που το κόστος στέγασης και η συντήρηση του σπιτιού, παραμένουν το μεγαλύτερο ζήτημα.
Μια ακόμη αρνητική πρωτιά στη χώρα μας, προκύπτει από τα στοιχεία της Eurostat αναφορικά με το έτος 2023, καθώς και τις συνθήκες διαβίωσης των πολιτών στα σπίτια τους, την οικονομική τους κατάσταση, το εάν μένουν σε ιδιόκτητα σπίτια ή στο ενοίκιο και πολλά άλλα.
Ξεχωρίζουν οι αρνητικές πρωτιές της Ελλάδας ανά την Ευρωπαϊκή Ένωση στην αύξηση του κόστους στέγασης από το 2010 έως το 2023 και η μεγάλη άνοδος στις καθυστερήσεις πληρωμής λογαριασμών των νοικοκυριών.
Πάνω από το ένα τρίτο του διαθέσιμου εισοδήματός των Ελλήνων, προορίζεται για τα έξοδα των νοικοκυριών, περισσότερο δηλαδή από κάθε άλλα χώρα της Ευρωπαϊκής Ενωσης, παρότι ο πληθωρισμός στη χώρα έχει αυξηθεί συγκριτικά λιγότερο στο μπλοκ από το 2010 και ενώ τα ενοίκια εξακολουθούν να είναι χαμηλότερα από το απόγειο της αγοράς πριν την κρίση.
Όπως προκύπτει, για τη στέγαση το 2023, το 35,2% του διαθέσιμου εισοδήματός μας αφορά το ενοίκιο, λογαριασμούς, δόσεις στεγαστικών δανείων και άλλες δαπάνες για το νοικοκυριό.
Το ποσοστό αυτό απέχει πολύ από τον μέσο όρο του 19,7% που αφιερώνουν οι Ευρωπαίοι σε πάγια έξοδα για το σπίτι, αλλά και από το 27,6% που δίνουν οι Δανοί, η αμέσως επόμενη χώρα στην Ε.Ε. μετά την Ελλάδα στα έξοδα σπιτιού.
Τελευταία στην κατάταξη βρίσκεται η Κύπρος, όπου οι πολίτες δαπανούν μόλις 11,6% από το διαθέσιμο εισόδημα για το σπίτι.
Με βάση τα στοιχεία αυτά, οι Ελληνες εμφανίζουν και το υψηλότερο ποσοστό εκκρεμοτήτων σε λογαριασμούς και άλλες οικονομικές υποχρεώσεις του σπιτιού. Ειδικότερα, σχεδόν οι μισοί Ελληνες (47,3%) έχουν τέτοιου είδους εκκρεμείς οφειλές, κατακτώντας και σε αυτό τον δείκτη αρνητική πρωτιά στην Ευρώπη.
Το 19,2% δεν μπορεί να κρατήσει το σπίτι ζεστό
To 2023, το 19,2% των κατοικιών στην Ελλάδα, δεν μπορούσε να διατηρηθεί επαρκώς ζεστό όταν στην ΕΕ το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 10,6%. Τα υψηλότερα ποσοστά παρατηρήθηκαν στην Ισπανία, την Πορτογαλία (και οι δύο 20,8%) και τη Βουλγαρία (20,7%) και τα χαμηλότερα στο Λουξεμβούργο (2,1%), τη Φινλανδία (2,6%) και τη Σλοβενία (3,6%).
Όσον αφορά τη διαρροή της στέγης, τους υγρούς τοίχους, τα δάπεδα ή τα θεμέλια ή τη σήψη στα κουφώματα ή το δάπεδο, το 15,5% του πληθυσμού της ΕΕ είχε τέτοιο πρόβλημα το 2023. Τα υψηλότερα ποσοστά παρατηρήθηκαν στην Κύπρο (31,6%), την Πορτογαλία (29,0%) και την Ισπανία (23,0%).
Χαρακτηριστικό είναι δε, το γεγονός ότι η πλειονότητα των Ελλήνων μένει σε μικρά σπίτια και ο μέσος αριθμός δωματίων κατ’ άτομο το 2023 ήταν 1,3 στη χώρα και από τα χαμηλότερα στην Ε.Ε. (1,6 κατά μέσο όρο). Χειρότερη αναλογία εμφανίζουν μόνο η Πολωνία (1,1 δωμάτιο ανά άτομο), η Σλοβακία, η Ρουμανία και η Κροατία (1,2 δωμάτιο).
Απεναντίας, η Ελλάδα συγκλίνει περισσότερο με την Ε.Ε. σε ό,τι αφορά τον μέσο αριθμό ατόμων ανά νοικοκυριό, με 2,4 άτομα έναντι 2,3 άτομα στο μπλοκ. Τα χαμηλότερα ποσοστά σημειώθηκαν στη Λιθουανία και τη Φινλανδία (1,9 άτομα ανά νοικοκυριό), ενώ τα υψηλότερα σε Σλοβακία (3,1 άτομα) και Πολωνία (2,9).
Αξίζει να αναφερθεί, πως σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, η Ελλάδα συνεχίζει να εμφανίζει σχετικά υψηλό ποσοστό ιδιοκατοίκησης, με το μερίδιο των ενοικιαστών όμως να αυξάνεται τα τελευταία χρόνια. Πάνω από δύο στους τρεις, το 69,6%, έχουν δικό τους σπίτι, ενώ το υπολειπόμενο 30,4% νοικιάζει, με αποτέλεσμα να κλείνει η ψαλίδα που υπήρχε παλιότερα με την Ε.Ε. (69,2 ιδιοκατοίκηση, 30,8% ενοικίαση). Ένα 40,6% των Ελλήνων μένει σε ολόκληρα σπίτια, ενώ το 59,4% σε διαμερίσματα, έναντι 51,7% και 47,7% στην Ε.Ε. αντίστοιχα (το υπολειπόμενο 0,6% μένει σε άλλου είδους καταλύματα).