Σε πρόσφατη δημοσκόπηση της GPO, το 37,4% των ερωτηθέντων αυτοπροσδιορίζονται ως αντισυστημικοί, ενώ περίπου το 40% αντιμετωπίζει θετικά τον αντισυστημισμό. Παράλληλα, το 54,3% θεωρεί την άνοδό του ένδειξη κοινωνικών αντανακλαστικών.
Στην ίδια έρευνα, η Πλεύση Ελευθερίας εμφανίζεται ως το πλέον αντισυστημικό κόμμα (μαζί με το ΜέΡΑ25).
Τα Τέμπη – και κυρίως ο τρόπος με τον οποίο διαχειρίστηκε η κυβέρνηση την τραγωδία– ενίσχυσαν τη δυσπιστία των πολιτών προς το κράτος και τους θεσμούς (δικαιοσύνη, ΜΜΕ κ.λπ.).
Ως συνήγορος των οικογενειών των θυμάτων, η Ζωή Κωνσταντοπούλου έχει ταυτιστεί όσο κανείς άλλος πολιτικός με την υπόθεση των Τεμπών. Αυτή είναι η συγκυριακή αιτία της δημοσκοπικής της ανόδου.
Λίγο καιρό πριν, το πολιτικό σκηνικό διαμορφωνόταν από τη συζήτηση για τον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών και την επανεμφάνιση του Ντόναλντ Τραμπ, ευνοώντας το αντί-woke αφήγημα.
Τότε, κερδισμένη των δημοσκοπήσεων ήταν η Αφροδίτη Λατινοπούλου, ενώ η Πλεύση Ελευθερίας φυτοζωούσε στο όριο του 3%.
Επιπλέον, η Κωνσταντοπούλου διαθέτει χαρακτηριστικά που την καθιστούν ιδανική εκπρόσωπο του αντισυστημικού ρεύματος στα μάτια πολλών ψηφοφόρων.
Πρωτίστως, το στυλ της: δυναμική, αδιάλλακτη, έντονα συγκρουσιακή. Έχει εδραιωθεί στη συνείδηση του κοινού ως η πολιτικός που «τα χώνει» περισσότερο από όλους στο σύστημα και στους εκφραστές του, μη ανεχόμενη καμία αμφισβήτηση.
Η Κωνσταντοπούλου διαρκώς δοκιμάζει τα όρια των θεσμικών διαδικασιών, παίζει με τις αντοχές των κανονισμών και εξαντλεί την υπομονή των αντιπάλων της, οι οποίοι της επιτίθενται συχνά με σφοδρότητα, ενίοτε και χυδαία – χαρακτηριστική η περίπτωση του Κυριαζίδη.
Κάθε τέτοια επίθεση, ωστόσο, ενισχύει περαιτέρω το αντισυστημικό της προφίλ.
Αλλά τι είδους αντισυστημισμός είναι αυτός της Ζωής; Σίγουρα όχι προγραμματικός.
Όσο κι αν αναζητήσει κανείς, δύσκολα θα βρει συγκεκριμένες θέσεις της Πλεύσης Ελευθερίας για τα μεγάλα ζητήματα: την οικονομία, το κοινωνικό κράτος, την εξωτερική πολιτική, την εκπαίδευση.
Στην ιστοσελίδα του κόμματος, το μόνο διαθέσιμο κείμενο είναι η ιδρυτική διακήρυξη του 2016, ένα τρισέλιδο με έντονα διακηρυκτικό ύφος, δίχως προγραμματικό βάθος.
Η ίδια διακήρυξη επαναλαμβάνει διαρκώς έννοιες όπως «δημοκρατία» και «συμμετοχή» – αρχές που η Κωνσταντοπούλου διαψεύδει στην πράξη, καθώς το κόμμα της ούτε δημοκρατικό είναι, ούτε συμμετοχικό, αλλά “μιας γυναικός αρχή”.
Επιτελεστική αντίφαση.
Ο αντισυστημισμός της Ζωής αφορά περισσότερο το ύφος, τη μορφή της πολιτικής της και όχι το περιεχόμενό της.
Πρόκειται για έναν επιτελεστικό αντισυστημισμό, μια σκηνοθετημένη παράσταση – πλην όμως εξαιρετικά αποτελεσματική, τουλάχιστον όσον αφορά την απήχησή της στο εκλογικό σώμα.
Η πολιτική είχε ανέκαθεν θεατρικά στοιχεία, αλλά αυτά αποκτούν ακόμα μεγαλύτερη σημασία στην εποχή των social media.
Σήμερα, κάθε πολιτικός χτίζει το δημόσιο προφίλ του όπως ένας influencer – επιμελώς και αδιαλείπτως.
Από τα χαμόγελα και τις καρδούλες μέχρι τις δικονομικές καταγγελίες, η πολιτική παρουσία της Κωνσταντοπούλου είναι απολύτως εναρμονισμένη με τη λογική της ψηφιακής εποχής: τροφοδοτεί αδιάκοπα το διαδικτυακό κοινό της με viral περιεχόμενο, το οποίο με τη σειρά του ενισχύει το αντισυστημικό της αφήγημα.
Σε ένα περιβάλλον γενικευμένης απόρριψης του πολιτικού συστήματος, κερδίζει εκείνος που απευθύνει το δυνατότερο «κατηγορώ». Και καμία δεν ενσαρκώνει καλύτερα τον ρόλο του πολιτικού εισαγγελέα από τη Ζωή Κωνσταντοπούλου.
Ασφαλώς, πρόκειται για έναν ρηχό αντισυστημισμό. Η έννοια, όμως, είναι ούτως ή άλλως ασαφής: για κάποιους σημαίνει απόρριψη του παραδοσιακού πολιτικού προσωπικού, για άλλους αμφισβήτηση των θεσμών, ενώ για άλλους απλώς τη δυσαρέσκεια απέναντι σε οτιδήποτε τους ενοχλεί.
Αυτή η ασάφεια δεν αποτελεί αδυναμία – αντιθέτως, είναι το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του αντισυστημισμού, καθώς του επιτρέπει να λειτουργεί ως «κενό σημαίνον»: ένας ευρύς, αφηρημένος όρος, μέσα στον οποίο ο καθένας μπορεί να προβάλει τις δικές του ανησυχίες και αντιλήψεις.
Όποιος πολιτικός καταφέρει να ταυτιστεί με αυτό το σημαίνον, μαζεύει όλο το χαρτί.
Γι’ αυτό η Ζωή δεν έχει κανέναν λόγο να συγκεκριμενοποιήσει τις θέσεις της, να περάσει από την καταγγελία στην πρόταση, να σταθεροποιήσει το πολιτικό της στίγμα. Μια τέτοια επιλογή θα περιόριζε σημαντικά την απήχησή της.
Για τον ίδιο λόγο, οι κατηγορίες της Αριστεράς ότι η Ζωή δεν είναι αριστερή και φλερτάρει με τη Δεξιά ή ακόμα και με την Άκρα Δεξιά είναι άσφαιρες. Η Αριστερά υπερασπίζεται μια ταυτότητα – ένα brand που διαρκώς φθίνει.
Αντιθέτως, η Ζωή επενδύει στη συναισθηματική ταύτιση με έναν απογοητευμένο κόσμο, εκφράζοντας τον θυμό και την αγανάκτησή του απέναντι στο «σύστημα».
Η εμμονή της Αριστεράς με την ταυτότητα αποτυπώθηκε και στην αντίδρασή της στη δήλωση της Κωνσταντοπούλου «ευτυχώς που δεν ήταν ο Διαμαντής στη Βουλή» όταν της επιτέθηκε ο Κυριαζίδης.
Της καταλογίζουν ελλιπή φεμινισμό και ότι υποκλίνεται στα έμφυλα στερεότυπα, ενώ εκείνη κινητοποιεί προς όφελός της αυτά τα στερεότυπα, λειαίνοντας το προφίλ της φαλλικής γυναίκας (μια γυναίκα συμβολικά πιο άντρας και από τους άντρες) που τη συνοδεύει, εξαιτίας του δυναμικού τρόπου με τον οποίο πολιτεύεται.
Αλλά το μεγαλύτερο πρόβλημα της αριστεράς είναι ότι υστερεί, σε σχέση με τη Ζωή, στην κλίμακα της αντισυστημικότητας, όπως την αντιλαμβάνεται ο κόσμος.
Στη δημοσκόπηση της GPO, ο ΣΥΡΙΖΑ και τα θραύσματά του εμφανίζονται πιο συστημικά, σε σχέση με την Πλεύση Ελευθερίας.
Σε καλύτερη μοίρα είναι το ΚΚΕ και το ΜΕΡΑ25, αλλά και αυτά υστερούν στη μορφή του αντισυστημισμού τους – το ΚΚΕ με τον ξύλινο, παντώς καιρού λόγο, ο Βαρουφάκης με τον ακαδημαϊσμό του.
Όσο και αν τις κοροϊδεύει ο Κουτσούμπας, οι καρδούλες έχουν αποτέλεσμα – κατά βάθος το αντιλαμβάνεται και ο ίδιος, αλλιώς δεν θα γινόταν πρόθυμα meme του Luben.
Οι επιθέσεις της αριστεράς δεν θα ανακόψουν την άνοδο της Ζωής, άλλωστε, πολλές από αυτές είναι και ολίγον άσφαιρες. Ναι, η Κωνσταντοπούλου ψήφισε τα Ωνάσεια σχολεία, αλλά και η μισή διανόηση της αριστεράς (και της αναρχίας) ξημεροβραδιάζεται στη Στέγη του Ωνάση.
Ναι η Ζωή ήταν κατά της Συμφωνίας των Πρεσπών, το ίδιο όμως και το ΚΚΕ. Ναι η Κωνσταντοπούλου είναι αντιδημοκρατική, αλλά ούτε η αριστερά φημίζεται για τη δημοκρατικότητά της, ιδίως μετά την εμπειρία του ΣΥΡΙΖΑ.
Εν ολίγοις, τέτοιες επιθέσεις δεν αποδυναμώνουν τη Ζωή, αλλά της προσθέτουν ακόμα περισσότερα εχέγγυα αντισυστημικότητάς, στη λογική «όλοι σας και μόνη της».
Σε κάθε περίπτωση, η Ζωή είναι σύμπτωμα και όχι απάντηση στην κρίση αντιπροσώπευσης που ταλανίζει το πολιτικό σύστημα τα τελευταία χρόνια. Όσο μετεωρικά ανέβηκε, άλλο τόσο γρήγορα μπορεί να γκρεμοτσακιστεί.
Μια λάθος κίνηση αρκεί για να γίνει τοξική, όπως διαπίστωσε η Λατινοπούλου που αποφάσισε να βάλει πλάτη στον Μητσοτάκη για τα Τέμπη.
Δ. Τσίρκας
Στις δημοσκοπήσεις πάει για 2ο κόμμα η Zωή, αφού το ΠΑΣΟΚ του Ανδρουλάκη ακόμα δεν έχει καταλάβει ότι όπως το 2015, ο κόσμος θα πάει στον original λαϊκιστή. Ας σοβαρευτούνε αλλιώς θα κάνει παρέα με το ΣΥΡΙΖΑ στα μονοψήφια.
Εντάξει, αρχίσατε τον πόλεμο κατά της ζωής . Δεν πείθετε
Η Ζωίτσα δεν είναι το σύμπτωμα,αλλά η ίδια η νόσος…Δείχνει ξεκάθαρα πόσο νοσεί το πολιτικό σύστημα..