Οι Αμερικανικές εκλογές της 3ης Νοεμβρίου ήταν οι σημαντικότερες εκλογές της Δύσης τον τελευταίο μισό αιώνα. Γιατί η απόφαση των Αμερικανών επηρεάζει όλο τον κόσμο κατά τρόπο που ίσως δεν έχει προηγούμενο. Η νίκη Μπάιντεν θα αλλάξει ριζικά την Αμερικανική εξωτερική πολιτική και θα επηρεάσει άμεσα τις εξελίξεις σε Ευρώπη και Ελλάδα.
Είναι σαφές ότι η εκλογή Μπάιντεν θα επαναφέρει τις ΗΠΑ στο «κλασσικό» τρόπο διακυβέρνησης και διπλωματίας. Οι πολιτικές που θα ακολουθήσει ο νέος πρόεδρος, ιδιαίτερα στα εξωτερικά θέματα, θα είναι στην γραμμή του βαθέως διπλωματικού κατεστημένου που επιτάσσει την Αμερική ηγέτη και υπερασπιστή της σημερινής τάξης πραγμάτων και των θεσμών της (π.χ. ΝΑΤΟ, ΟΗΕ, ΠΟΥ, κτλ). Σε αντίθεση με τον Ντόναλντ Τραμπ ο οποίος δεν υπολόγιζε σταθερούς συμμάχους και θεσμούς, ο Τζο Μπάιντεν είναι ένας πιστός θεσμικός παίκτης. Ασπάζεται τους κανόνες της παγκοσμιοποίησης, θα εντάξει την Αμερική στην συμφωνία του Παρισιού για την κλιματική αλλαγή, θα θελήσει να προωθήσει το ανοιχτό εμπόριο και είναι κατά του εθνικισμού και της εσωστρεφούς Αμερικανικής πολιτικής του προκατόχου του.
Για την Ελλάδα, η εκλογή Μπάιντεν πιθανολογείται να έχει μια ιδιαίτερα θετική εξέλιξη. Για τέσσερις λόγους. Πρώτον, ο Μπάιντεν δεν διακατέχεται από την φιλοτουρκική στάση του προκατόχου του. Και σε πολιτικό και σε προσωπικό επίπεδο. Σε πολιτικό επίπεδο έχει δηλώσει την ανάγκη συμμόρφωσης της Τουρκίας ακόμα και αν χρειαστεί να πάρει αυστηρά μέτρα εναντίον της. Σε προσωπικό επίπεδο, ο Μπάιντεν έχει αποκαλέσει τον Ερντογάν έναν αυταρχικό πρόεδρο (autocrat) φανερώνοντας την διαφορά νοοτροπίας και πολιτικής. Δεύτερον, η προσέγγιση των ΗΠΑ με την Ευρώπη στα πρό-Τραμπ επίπεδα θα διευκολύνει ορισμένες κοινές γραμμές στην Δύση που θα σκοπεύουν στην ανάσχεση της επεκτατικής πολιτικής του Ερντογάν. Τρίτον, ο νέος πρόεδρος διατηρεί εξαιρετικούς δεσμούς με την Ελληνική ομογένεια εδώ και δεκαετίες. Τέταρτον, ο Μπάιντεν είναι πιθανό να αξιοποιήσει αξιωματούχους που όχι μόνο γνωρίζουν αλλά κατά καιρούς έχουν εκφράσει και ένα προσωπικό ενδιαφέρον για την Ελλάδα. Ένας από αυτούς είναι ο Νίκολας Μπερνς, παλιότερος πρέσβης των ΗΠΑ στην Αθήνα και καθηγητής του Χάρβαρντ σήμερα, ο οποίος έχει αποδείξει την «φιλελληνική» του στάση τις δύο τελευταίες δεκαετίες. Ένας άλλος είναι ο Ελληνικής καταγωγής Τζέιμς Σταυρίδης, πρώην Ναύαρχος, ο οποίος επίσης έχει επιδείξει το ενδιαφέρον του για την Ελλάδα. Προφανώς, η εξωτερική πολιτική είναι παιχνίδι συμφερόντων και οι διπλωματικές επιλογές γίνονται κατόπιν ώριμης και προσεκτικής μελέτης. Ωστόσο, οι πολιτικοί είναι και άνθρωποι και η προσωπική ιδιοσυγκρασία έχει και αυτή την σημασία της.
Αναμφίβολα, ο Μπάιντεν θα φροντίσει τάχιστα να αποκαταστήσει τις σχέσεις με την Ευρώπη, και ιδιαίτερα με την Γαλλία και την Γερμάνια. Η νέα ηγεσία των ΗΠΑ θα επιδιώξει όχι μόνο να επαναφέρει την παραδοσιακή συμμαχία Ευρώπης – Αμερικής αλλά θα προσπαθήσει να δημιουργήσει και ένα ισχυρό δημοκρατικό μέτωπο που θα προωθεί τις φιλελεύθερες και δημοκρατικές αξίες στον κόσμο. Σε αυτό το πλαίσιο, πιθανολογείται ότι θα άρει τον προστατευτισμό που έπληττε Ευρωπαϊκά προϊόντα , θα προωθήσει πολιτικές για την κλιματική αλλαγή και θα αναλάβει κοινές αμυντικές πρωτοβουλίες.
Ωστόσο, όσο και αν προσπαθήσει ο Μπάιντεν η εποχή της Pax Americana φαίνεται να έχει τελειώσει και ο ρόλος της Αμερικής στον κόσμο έχει αλλάξει – ανεξαρτήτως προέδρου. Οι ΗΠΑ θα παραμείνουν η ισχυρότερη χώρα στον κόσμο αλλά έχουν απωλέσει το κύρος και την αίγλη παλαιότερων εποχών. Η «ήπια ισχύς» τους («soft power») είναι πλέον πολύ μικρότερη και οι δυνατότητές τους να παρεμβαίνουν και να επηρεάζουν την διεθνή σκακιέρα είναι πιο περιορισμένες σε σχέση ακόμα και με το πρόσφατο παρελθόν.