"Δημοσιογραφία είναι να δημοσιεύεις αυτά που κάποιος άλλος δεν θέλει να δημοσιευθούν." - Τζορτζ Όργουελ

12.8 C
Trikala

Το αλυσοδεμένο φάντασμα (του Γιώργου Μ. Χατζηστεργίου)

lafarm

Σχετικά άρθρα

του Γιώργου Μ. Χατζηστεργίου (*)

Η έννοια του «αλυσοδεμένου φαντάσματος» μοιάζει να είναι αντιφατική: η φύση του φαντάσματος- δηλαδή του αποτυπώματος του παρελθόντος στο παρόν- είναι άυλη, οπότε πώς μπορείς να αλυσοδέσεις το άυλο; Κι’έπειτα, ποιος είναι αυτός που θέλει να το αλυσοδέσει και γιατί;

Αυτή είναι η αίσθησή μου και ο προβληματισμός μου για το καθεστώς της Αγίας Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη, όχι μόνο σήμερα με την εκ νέου μετατροπή της σε τζαμί, αλλά και για καιρό πριν. Τα περί «αλυσοδεμένου φαντάσματος» δεν αφορούν μόνο την Αγία Σοφία. Ανάλογη (καταθλιπτική) αίσθηση και ανάλογο (δημιουργικό) προβληματισμό είχα μεταξύ άλλων και στη θέα του καθεδρικού της Σαραγόσα Λα Σεο (Catedral del Salvador), και μάλιστα στη θέα ενός τοίχου της εκκλησίας που αποκαλύφθηκε γυμνός από επικαλύψεις σχετικά πρόσφατα και ανήκε σε ένα από τα αρχαιότερα τεμένη του Αλ Ανταλούς, της επικράτειας των Αράβων στην Ισπανία. Ολο το υπόλοιπο- πλην του συγκεκριμένου τοίχου- τέμενος κατεδαφίστηκε ή σκεπάστηκε ασφυκτικά ώστε μετά την εκδίωξη των Αράβων από τη χώρα να μετατραπεί σε ρωμαιοκαθολική εκκλησία όπου γινόταν για αιώνες η τελετουργία της στέψης των βασιλιάδων της Αραγωνίας.

Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά.

                                                                           *

Πρίν από λίγα χρόνια, ευρισκόμενος σε επαγγελματική επίσκεψη – στο πεδίο των τεχνικών έργων, με πολιτιστικό χαρακτήρα-στην Κωνσταντινούπολη, ένα βράδυ συναντήθηκα στα πλαίσια της συνεργασίας με κάποιον ιδιαιτέρως καλλιεργημένο Τούρκο στον υψηλότερο όροφο ξενοδοχείου στο Πέρα, με εξαιρετική θέα της πόλης. “Βλέπετε την Αγια Σοφία και τις  προσομοιώσεις της;” με ρώτησε συμπαθητικά. Τον κοίταξα με απορία. Εννοούσε τα μεγάλα, περίβλεπτα τζαμιά. « Κατά την Αλωση της Πόλης ο Πορθητής επέτρεψε στον στρατό του τη λεηλασία, με την εξαίρεση των κτιρίων, τα οποία για λόγους μακρόπνοου πολιτικού σχεδιασμού ήθελε να τα διαχειριστεί ως κληρονόμος της προηγούμενης εποχής, κι αυτό έδωσε τον τόνο και για τον σχεδιασμό των τζαμιών που ακολούθησαν…Αν θέλετε να δείτε πραγματικά καινοτόμα μουσουλμουνικά τεμένη, θα πάτε στη Μπουχάρα, στη Σαμαρκάνδη…» μου λέει. ” Και στην Ισπανία” συμπλήρωσα. “Η Μεθκίτα της Κόρντομπα είναι ένα εξαίσιο δείγμα της μαυριτανικής αρχιτεκτονικής, αυτής της ιδιαίτερης ακμής του πολιτισμού των Αράβων”. Η κουβέντα αυτή μου έδωσε ένα πολύ σημαντικό κλειδί (ασφαλώς δεν είναι το μόνο) να αρχίσω να αντιλαμβάνομαι “έξω από το κουτί”, πέρα από επαναλαμβανόμενες κοινοτοπίες, κάποια από τα χαρακτηριστικά του οθωμανικού πολιτισμού, ο οποίος δεν είναι παρά μια από τις πολλές πτυχές του συνολικού μουσουλμανικού πολιτισμού, και ο οποίος αναπτύχθηκε σε συνάρτηση με τις κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες της Μικράς Ασίας από την εποχή της κατάκτησης και μετά, σε συνδυασμό βεβαίως με τον πολιτισμό και τις πολιτικές βλέψεις των κατακτητών.

Ο όρος «κατάκτηση» δεν χρησιμοποιείται για να προσδώσει μια άσκοπη φόρτιση στο θέμα. Ανταποκρίνεται στην ιστορική πραγματικότητα που δεν αμφισβητείται από κανένα (στη σύγχρονη Ιστανμπουλ η επέτειος της Αλωσης της Πόλης τον Μάιο του 1453 γιορτάζεται με ξέφρενο τρόπο κάθε χρονιά, το ίδιο και η επέτειος της νίκης των Τούρκων στο Μαντζικέρτ, τον Αύγουστο του 1071 με την οποία ξεκίνησαν την κατάκτηση της Μικράς Ασίας), και μας βοηθά στην επεξεργασία του θέματος.

Παρεπιπτόντως, οι Βενετοί υλοποίησαν την εκκλησία του Αγίου Μάρκου, στο πρότυπο του ναού των Αγίων Αποστόλων της Κωνσταντινούπολης, ενός διαφορετικού από την Αγία Σοφία βυζαντινού τύπου: ασχέτως της εντυπωσιακής πρόσοψης που προστέθηκε αργότερα, στο εσωτερικό του Αγίου Μάρκου αισθάνεσαι ότι βρίσκεσαι σε βυζαντινή εκκλησία. Το Βυζάντιο επηρέασε, με διαφορετικούς τρόπους, τους πολιτισμούς της ευρύτερης γειτονίας του.

                                                                                  *

Συγκεκριμένα για την Αγια Σοφια σήμερα, τώρα.

Να ξεκινήσουμε με τα προφανή: Η Αγία Σοφία είναι ένα από αυτά τα σπάνια, κομβικά σύμβολα της μακραίωνης ανθρώπινης ιστορίας, όπως για παράδειγμα ο Παρθενώνας, που εξακολουθούν να εμπνέουν και να προκαλούν μια μέθεξη σε ανθρώπους και συλλογικότητες, ακόμα και όταν έχει εκλείψει το συγκεκριμένο σύστημα που τα γέννησε.

Το πολιτιστικό, ιστορικό, συναισθηματικό, θρησκευτικό βάρος της Αγιας Σοφίας είναι τεράστιο, ακόμα περισσότερο για μας που μετέχουμε του πολιτισμού που την δημιούργησε, για να χωρέσει σε ένα σημείωμα. Θα περιοριστώ σε κάποιες προσωπικές, κάποιες από αυτές βιωματικές παρατηρήσεις, ως μία ελάχιστη και εκ των πραγμάτων ατελή συμβολή σε έναν γενικότερο προβληματισμό, με αφορμή τις τελευταίες εξελίξεις.

* Τη μοναδική φορά που επισκέφθηκα την Αγία Σοφία, είχα μια έντονα στενόχωρη αίσθηση ότι το τεράστιας σημασίας μνημείο εκτίθεται σχεδόν ως λάφυρο πολέμου, όχι μόνο επειδή περικυκλώνεται από τους υψηλούς μιναρέδες, αλλά επειδή μπορεί να προσεγγιστεί σχεδόν βουβά, χωρίς τη φωτεινή ανοιχτωσιά και εν δυνάμει δημιουργικότητα και εμπνευστικότητα με την οποία  μπορείς να επισκεφθείς μνημεία πολλών εποχών και πολιτισμών π.χ. στην Ιταλία.

* Η αναφορά στην Ιταλία έχει τη σημασία της. Την ίδια εποχή με την Αγια Σοφια, ο Ιουστινιανός έχτισε την εκκλησία του Σαν Βιτάλε στη Ραβέννα, έδρα της βυζαντινής διοίκησης της Ιταλίας εκείνη την εποχή. Η εμπειρία της επίσκεψης σ’αυτή την εκκλησία, με τα θαυμαστά ψηφιδωτά του Ιουστινιανού, της Θεοδώρας και της Αυλής είναι πραγματικά αναγεννησιακή. Μολονότι ο ναός σήμερα λειτουργεί ως ρωμαιοκαθολικός, πρόκειται για μια πύλη γνωριμίας άλλου τύπου με τον βυζαντινό πολιτισμό- χωρίς τη διαμεσολάβηση των Οθωμανών, όπως είμαστε εθισμένοι με τα μνημεία της Μικράς Ασίας.

* Η λειτουργία της Αγίας Σοφίας ως Μουσείου, για κάποιες δεκαετίες που με πρωτοβουλία του Κεμάλ έπαψε να λειτουργεί ως τζαμί, συνέχιζε επί της ουσίας παρά τις μεταβολές να αντανακλά το κατακτητικό καθεστώς και τη συναφή νοοτροπία μετά την Αλωση. Το μνημείο, κάθε μνημείο, χρειάζεται το φως και τον ήλιο μιας ανοιχτής σκέψης και προσέγγισης, απελευθερωμένης από προσκολλήσεις και ταπεινά συμφέροντα, για να ανθήσει. Μπορούμε να φανταστούμε τον Παρθενώνα να καλύπτεται με σταυρούς επειδή κάποτε λειτούργησε όντως και ως χριστιανική εκκλησία;

Κατά τη λειτουργία της Αγίας Σοφίας ως Μουσείο, η ανάμιξη χριστιανικών και μουσουλμανικών συμβόλων- ασύμβατων μεταξύ τους πολιτιστικά-, με κυρίαρχα μάλιστα τα μουσουλμανικά, ήταν συμβατή με την πολιτική του Πορθητή: επιτρεπόταν μεν στη χριστιανική θρησκεία να υπάρξει, αλλά ως στενόχωρη, περιορισμένη, αποστεγνωμένη, υποτελής. Δεν μπορεί όμως να αναδειχθεί έτσι η ουσία της υπόστασης της Αγίας Σοφίας και γι’αυτό συχνά οι επισκέπτες τη βίωναν ως, περίβλεπτο μεν κέλυφος στο εσωτερικό του, αλλά κατά τα άλλα άδειο (ένα «ντουβάρι» κατά την έκφραση μιας επισκέπτριας), γυμνό από συμβολισμούς. Η πραγματική της υπόσταση, ο «αέρας» της υπήρχε ως «αλυσοδεμένο φάντασμα».

* Η συνθήκη του «αλυσοδεμένου φαντάσματος» δεν ισχύει με κανέναν τρόπο στη γειτονική μας Ιταλία, αυτή τη μαγική επικράτεια των φαντασμάτων όλων των εποχών, από τη Μεγάλη Ελλάδα και τη Ρωμαική Αυτοκρατορία, τα κτίσματα των Οστρογότθων και των Βυζαντινών, των Αράβων, των Αψβούργων, μέχρι την εποχή του λεπταίσθητου μοντερνισμού του μεσοπολέμου. Το ζήτημα της στάσης της Τουρκίας σ’αυτά τα ζητήματα (η Αγία Σοφία είναι το επιφανέστερο, μα αυτή αφορά μια σειρά πολιτισμών που άνθησαν στα εδάφη της, μέχρι και του Κουρδικού ή και των μουσουλμάνων Αλαουιτών, πόσο μάλλον του Αρμενικού) δεν είναι περιστασιακό ή συμπτωματικό, μα είναι συνδεδεμένο με μια βαθειά ανασφάλεια που πηγάζει από την προσκόλληση ακόμα και σήμερα της πέραν των όποιων κομμάτων κυβερνώσας τάξης στον ρόλο του «κατακτητή», και μάλιστα τη φοβικότητα- παρά τα φαινόμενα- του πάλαι ποτέ κατακτητή που χάνει συνεχώς έδαφος και ηττάται από την εποχή του Σουλειμάν του Μεγαλοπρεπή και μετά. Πρόκειται δηλαδή για πάγια, διαχρονική πολιτική που φανερώνει και τη φύση του καθεστώτος στην Τουρκία.

* Η υπόθεση της Αγιας Σοφίας, όπως και το ζήτημα του μακραίωνου βυζαντινού πολιτισμού είναι πολύπτυχα και τεράστια μεγέθη για να χωρέσουν σε οποιοδήποτε καλούπι. Στη Δύση, και κυρίως στον αγγλοσαξονικό κόσμο, μετά από πολλούς αιώνες αμηχανίας και στερεοτύπων, μόλις πρόσφατα αρχίζουν να ανακαλύπτουν την ενέργεια αυτού του κοιτάσματος. Επί της ουσίας, καμμία χρήση της Αγιας Σοφιας δεν μπορεί να εξαφανίσει ή να εκμηδενίσει αυτό το κοίτασμα τεράστιας ενέργειας: για όλους τους άλλους, πλην αυτών που αλυσοδένουν, τα φαντάσματα αυτά μπορεί να λειτουργήσουν θαυμάσια χωρίς τις αλυσίδες, συμβάλλοντας στον εμπλουτισμό της συγχρονικότητάς μας. Στα καθ’ημάς, θα ήταν ευχής έργο αν οι τελευταίες εξελίξεις χρησιμεύσουν ως έναυσμα φρέσκων, καινοτόμων, επί της ουσίας δημιουργικών προβληματισμών μας για το πού και πώς στεκόμαστε πολιτιστικά και γεωπολιτικά στο παρόν και το μέλλον.

(*)Ο Γιώργος Χατζηστεργίου είναι πολιτικός μηχανικός και συγγραφέας. Το βιβλίο του «Ο πολιτισμός των φαντασμάτων» μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Αλεξάνδρεια.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

Δείτε επίσης