θρύλος του Νίκου Βαμβακούλα ξετυλίγεται στο Gazzetta από τα χείλη του ίδιου. Από τη Ζαχάρω στην Αθήνα και στο Λαύριο. Το πέρασμα στη Λαυρεωτική και από εκεί ο Ολυμπιακός. Γράψτε λάθος. Η ΑΕΚ και μετά, λόγω Μαρινάκη και Θεοδωρακάκη ο Ολυμπιακός. Ο Μπάρλος που δέχτηκε να τον ανταλλάξει για τον Βιέρα, τα 8 χρόνια στο Λιμάνι που τον έκαναν Ολυμπιακό κι η θυσία που έγινε για να πάει στον Παναθηναϊκό.
Τα καλαμπούρια, οι πλάκες με τον Αναστόπουλο, ο κολλητός του ο Δημήτρης Σαραβάκος, ο Μήτσος όπως τον αποκαλεί και το ψάρεμα που πάνε παρέα αλλά και ο χαβαλές με τα πειραγμένα BMW που είχαν πριν από 20 χρόνια. Πώς του κόλλησε το “Τραμπάκουλας” ο Χάρρυ Κλυνν και γιατί βγήκε το “Τιραμόλας“; Ποιος είναι ο μύθος πίσω από την 3μελή επιτροπή από 5 άτομα και του “You Foul” στο ματς με τη Γιουβέντους.
Μέσα σ’ όλα αυτά αναφέρθηκε στο μαλλί που δεν έχει κόψει ποτέ και ενέπνευσε την Αννα Βίσση αλλά κι άλλες γυναίκες και άνδρες στα ’80s, ενώ δεν ξεχνά τη μέρα που ο Αλέφαντος καταράστηκε τον Νταϊφά.
Ο Νίκος Βαμβακούλας στη συνέντευξη της ζωής του στο Gazzetta.
Να ξεκινήσουμε από τα παιδικά σας χρόνια.
«Με ‘χουν συνδέσει με το Λαύριο, όπου και έπαιζα. Η καταγωγή του πατέρα μου είναι από τη Ζαχάρω – εκεί έζησα μέχρι τα επτά μου. Μετά ήρθα στην Αθήνα και πήγα στο Λαύριο. Μεγάλωσα με τη γιαγιά και τον παππού μου, έπαιξα μπάλα εκεί και στη συνέχεια με ανακάλυψε ο Μιλτιάδης Μαρινάκης…».
Ανω τελεία. Θυμάστε τα χρόνια στη Ζαχάρω;
«Βέβαια και τα θυμάμαι. Η ζωή εκεί ήταν πολύ καλή γιατί ο παππούς μου είχε δύο φούρνους. Εγώ φόρτωνα το γάιδαρο με τα κοφίνια και πήγαινα τα ψωμιά στα γύρω χωριά. Δούλευα από μικρός, έχω κάνει πολλές δουλειές. Αρχικά στον παππού μου, μετά τελείωσα το σχολείο στο Λαύριο και πήγα στην ΙΖΟΛΑ, που έβγαζε μπάνια. Τα Σαββατοκύριακα θυμάμαι ότι βοηθούσα κάτι φίλους και πήγαινα πάγους στα σινεμά. Εχω μεγαλώσει στο πεζοδρόμιο, δεν μου τα έφερε κανένας έτοιμα. Δεν ήταν στρωτά. Μετά όταν έπαιξα στον Ολυμπιακό και έγινα επαγγελματίας ήταν άλλη η ζωή. Ο περισσότερος κόσμος δεν έχει γεννηθεί πλούσιος, έχει δουλέψει πολύ. Ενας απ’ αυτούς είμαι και εγώ».
Οι γονείς σας έμειναν στο χωριό;
«Όχι, ο πατέρας μου ήταν χωροφύλακας κι η μητέρα μου νοσοκόμα, αλλά επειδή δούλευαν έμενα με τον παππού και τη γιαγιά, αλλά και τους θείους μου».
Αδέρφια έχετε;
«Εχω έναν αδερφό δύο χρόνια μεγαλύτερό μου, τον Θανάση που ζει στα Χανιά».
Με μπάλα καμία σχέση;
«Όχι, αυτός είναι πολύ καλός τραγουδιστής. Εχει δουλέψει σε πολλά μαγαζιά. Τώρα έχω έναν γιο 37 χρονών, τον Μιλτιάδη και από το δεύτερό μου γάμο έχω ένα κοριτσάκι την Εύα. Δόξα τω Θεώ όλα καλά. Εχουμε την υγεία μας και καλούς φίλους. Περνάμε καλά».
Στον γιο δεν άρεσε η μπάλα;
«Ξεκίνησε ερασιτεχνικά, 2-3 φορές είχε πάει τη μπάλα στο τμήμα, την πέρασε για χειροβομβίδα. Ο Μίλτος μαζί με το συνεργάτη του τον Αρτέμη έχει τρία μαγαζιά “Coffee Academy” – που και που τους βοηθάω και εγώ».
«ΑΠΟΚΑΛΟΥΣΑΜΕ “ΠΑΤΕΡΑ” ΤΟΝ ΜΙΛΤΙΑΔΗ ΜΑΡΙΝΑΚΗ, Ο ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΕΡΧΟΤΑΝ ΑΠΟ ΠΑΙΔΙ ΣΤΟΥ ΡΕΝΤΗ»
Πότε καταλάβατε το ταλέντο σας στη μπάλα;
«Από μικρός. Πετούσαμε την τσάντα και παίζαμε ώρες μπάλα. Το να έχεις ταλέντο και να το καταλάβεις δεν αρκεί. Πρέπει να σου δώσει την ευκαιρία και κάποιος. Εγώ έπαιζα στο Λαύριο και είχα βάλει 62 γκολ σε μια σεζόν – ιστορικό επίτευγμα – ήμουν από τους καλύτερους σέντερ φορ και έπαιζα και λίμπερο. Ε, εκεί με είδε ο “Άγιος άνθρωπος”, ο “πατέρας” όπως τον αποκαλούσαμε, ο Μιλτιάδης Μαρινάκης και με πήρε στον Ολυμπιακό όπως σας είπα.
ΔΕΙΤΕ ΤΟ MY STORY ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΒΑΜΒΑΚΟΥΛΑ ΣΤΟ GAZZETTA ΜΕ ΤΗ ΜΕΤΑΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΣΤΟΝ ΟΛΥΜΠΙΑΚΟ ΕΝΩ ΕΙΧΕ ΥΠΟΓΡΑΨΕΙ ΣΤΗΝ ΑΕΚ
Και ο Βαγγέλης (Μαρινάκης) ερχόταν από παιδί στου Ρέντη, ξέρει από μπάλα. Δεν μπορείς να τον κοροϊδέψεις αυτόν τον άνθρωπο. Το ποδόσφαιρο δεν μαθαίνεται. Ο Βαγγέλης έχει μάθει και θα μάθει και θα μάθει…».
«ΗΜΟΥΝ ΣΑΝ ΤΟΝ ΣΤΑΘΗ ΨΑΛΤΗ, ΕΛΕΓΑΝ “ΤΡΕΛΟ” ΤΟΝ ΒΕΣΕΛΙΝΟΒΙΤΣ ΟΤΑΝ Μ’ ΕΒΑΛΕ 18 ΧΡΟΝΩΝ ΒΑΣΙΚΟ»
Μας είπατε πώς πήγατε στον Ολυμπιακό. Θέλω να θυμηθείτε την πρώτη μέρα που βάλατε τη φόρμα της ομάδας.
«Ήμουν 18 ετών, ότι είχα πάει φαντάρος. Θυμάμαι ότι ένιωθες το βάρος της φανέλας αυτής ακόμα κι αν φορούσες το προπονητικό. Όμως, είχα ανθρώπους δίπλα μου που με βοήθησαν να μπω στην ομάδα, όπως τον Γιώργο Δεληκάρη και στην πορεία τον αείμνηστο τον Κυράστα, που με βοήθησε πάρα πολύ ποδοσφαιρικά. Από προπονητές αυτός που με στήριξε απόλυτα ήταν ο Τόζα Βεσελίνοβιτς.
Θυμάμαι ότι με έβαλε μέσα στην Παναχαϊκή, που τότε είχε ομαδάρα και του έλεγαν: “Πού το πας αυτό το παιδί 18 ετών;”. Τότε δεν ήταν εύκολο να σε πάρουν από το ερασιτεχνικό και να παίξεις κατευθείαν σε επαγγελματικό, παρόλο που σ’ αυτό το επίπεδο υπήρχαν πολύ καλοί παίκτες. Ο Τόζα όμως μου έδωσε την ευκαιρία. Οι δημοσιογράφοι του είπαν ότι είναι τρελός και τους απάντησε: “Αυτός σ’ έξι μήνες μ’ έναν χρόνο θα παίξει στην Εθνική”. Γελούσαν κάποιοι. Στην Πάτρα το γήπεδο είχε λάσπη, ήμουν 71-73 κιλά, σαν τον Στάθη Ψάλτη, αλλά δεν κόλλησα. Πετούσα».
Τί θέση σας έβαλε;
«Αριστερό μπακ».
Άρα ο Βεσελίνοβιτς σας καθιέρωσε σ’ αυτήν τη θέση.
«Ναι».
Ποιος έπαιζε τότε αριστερό μπακ στον Ολυμπιακό;
«Τότε ο Κυράστας».
Αυτό το βάρος ότι «θα πάρω τη θέση του Κυράστα» υπήρχε μέσα σας;
«Δεν έλεγα ότι θα του πάρω τη θέση, αλλά είχα βάλει πείσμα να παίξω. Το πρώτο παιχνίδι το έπαιξα όπως είπα στην Πάτρα και το δεύτερο με τον Απόλλωνα στο γήπεδο μας που νικήσαμε 2-1 και το τρίτο που ήταν και σταθμός μέσα στη Λεωφόρο όπου νικήσαμε 2-3. Αντίπαλο είχα τον Γραμμό, που τον έκανα αλλαγή και μετά μπήκε ο Γονιός. Aπό εκείνο το ματς ήμουν σταθερός στην πρώτη ομάδα, το ’77 έπαιξα 13-14 ματς και το ’78 έγινα βασικός».https://iframely.shorthand.com/pyKWAZF?playerjs=1
«ΖΟΓΚΛΕΡ Ο ΔΕΛΗΚΑΡΗΣ, ΣΚΟΡΑΡΑ ΣΤΟΝ ΚΕΛΕΣΙΔΗ ΚΑΙ ΜΕ ΠΕΤΑΞΕ 30 ΜΕΤΡΑ ΜΑΚΡΙΑ ΣΤΗΝ ΕΠΟΜΕΝΗ ΦΑΣΗ»
Απ’ όλους αυτούς τους παικταράδες ποιος ήταν ο κορυφαίος;
«Ως παίκτης ο Δεληκάρης. Ήταν ένας παίκτης που τα έκανε όλα μέσα στο γήπεδο. Ζογκλέρ, όπως λέγαμε μετά και για τον Χατζηπαναγή. Εγώ είμαι τυχερός γιατί ήμουν 18 ετών και έπαιξα αντίπαλος με τον Κούδα, τον Δομάζο, τον Παπαϊωάννου. Τότε, ήταν στην ομάδα ο “μεγάλος” και σου έλεγε “μικρέ, φέρε τις μπάλες και τα παπούτσια μου από μέσα”. Αυτοί είχαν κάνει όνομα…».
Σ’ εσάς το έλεγαν;
«Ναι… Θυμάμαι παίζαμε ένα διπλό στην προπόνηση. Τερματοφύλακας ήταν ο Κελεσίδης. Έγώ ήμουν πολύ καλός με το κεφάλι και όπως σηκώνομαι έκανα γκολ. Μου λέει ο Κελεσίδης: “Για έλα ξανά”. Σηκώνομαι και μου λέει ο Δεληκάρης: “Μην ακούς κανέναν, πήγαινε πάλι”. Όντως πήγα πάλι. Όμως, ο Κελεσίδης βγαίνει στη σέντρα που έγινε για να διώξει και κατάλαβα ότι με είχε πετάξει 30 μέτρα, στο απέναντι ντουβάρι. Ο Κελεσίδης ήταν δυνατός. Μετά στην πορεία που έγινα βασικός προσπαθούσα να προστατεύω τα νέα παιδιά και νομίζω ότι σ’ όλες τις ομάδες που έπαιξα και στον Παναθηναϊκό και στον Ιωνικό και στον ΟΦΗ μόνο καλά έχω να πω αλλά και να πουν για εμένα. Πέρασα καλά και πέρασαν καλά μαζί μου. Δεν νομίζω να πάρεις κάποιον τηλέφωνο και να σου πει ότι παίκτες είχαν θέματα μαζί μου».
Το προπονητικό κέντρο στου Ρέντη τότε πως ήταν;
«Αλλάζαμε σ’ ένα ξύλινο, δεν υπήρχαν αποδυτήρια. Από γήπεδα ήταν μόνο ένα μεγάλο κι ένα μικρό. Στο μικρό κάναμε τις προπονήσεις – αυτό τώρα έχει γίνει πλαστικό. Το μεγάλο το αφήναμε για παραμονές του αγώνα. Εξέδρες υπήρχαν και κάτω απ’ αυτές ήταν το τμήμα της πυγμαχίας. Ο Ολυμπιακός δεν είχε τότε τις εγκαταστάσεις που έχει σήμερα. Ο Κόκκαλης έφτιαξε το προπονητικό κι ο Μαρινάκης το έχει μετατρέψει σ’ ένα από τα καλύτερα της Ευρώπης. Μένουν παιδιά μέσα, έχει τα πάντα. Στην Παιανία έγινε το πρώτο προπονητικό όπου έμεναν παιδιά μέσα. Τώρα στου Ρέντη για να μείνουν τα παιδιά μέσα στις εγκαταστάσεις του, πρέπει να πηγαίνουν και καλά στο σχολείο».
Πώς θυμάστε το πρώτο σας γκολ με τη φανέλα του Ολυμπιακού;
«Πρώτος πρόεδρος που βρήκα στον Ολυμπιακό ήταν ο Τσιτσαλής, που δούλευε στην τράπεζα, αλλά το κουμάντα έκαναν οι Μιλτιάδης Μαρινάκης με τον Θεοδωρακάκη. Πρώτο ματς, λοιπόν, ήταν ένα φιλικό με τον Εθνικό και έπαιζα έξω δεξιά. Το πρώτο γκολ το έκανα με τον Εθνικό στο Καραϊσκάκη».
Πώς νιώσατε;
«Κοίτα, εγώ πρόλαβα τα ωραία χρόνια που στη μία το μεσημέρι έπαιζε η Β’ ομάδα και στις τέσσερις έπαιζε η πρώτη ομάδα. Ο κόσμος πήγαινε να δει πρώτα τη Β’ ομάδα και μετά την πρώτη. Οι φίλοι του Ολυμπιακού και του Παναθηναϊκού καθόντουσαν μαζί, έκαναν πλάκες μετά το ματς. Πολλές πλάκες και στις δουλειές τους. Τώρα δεν υπάρχουν αυτά».
«ΕΓΩ ΔΕΝ ΠΡΟΛΑΒΑ ΤΑ ΚΟΡΝΕ. ΜΑΣ ΠΕΤΟΥΣΑΝ ΑΒΓΑ ΚΑΙ ΠΕΤΡΕΣ…»
Είναι μύθος ότι στου Ρέντη έπεφταν λεμονόκουπες;
«Κοίτα, εγώ τα κορνέ δεν τα πρόλαβα. Εφυγα το ’85, υπήρχαν βέβαια και κάποιες φορές που δεν μπορούσαμε να κάνουμε προπόνηση. Μας πετούσαν αβγά, πέτρες… Εγώ πρόλαβα 1-2 γεγονότα, μετά στα πέτρινα χρόνια δεν ήμουν».
Επειδή είστε ένας άνθρωπος που δεν σας αρέσουν τα βίαια σκηνικά. Πώς σας φάνηκε τότε όταν σας πετούσαν αντικείμενα;
«Ναι, πρέπει να καταλάβει ο κόσμος και κυρίως αυτοί που πήγαιναν στου Ρέντη ότι με τη φασαρία και με το να κυνηγήσει τον παίκτη δεν θα του μάθει μπάλα. Δηλαδή, αν τον χτυπήσεις θα τον μάθεις μπάλα; Όχι. Πρέπει να καταλάβει ο κόσμος ότι μία ομάδα δεν μπορεί να νικάει πάντα κι ένας παίκτης δεν γίνεται να είναι πάντα σε καλή κατάσταση. Σ’ εμάς τότε οι καταστάσεις ήταν πιο δύσκολες γιατί για να πάρουμε χρήματα έπρεπε να νικήσουμε, δεν είναι όπως τώρα που υπάρχουν συμβόλαια. Σου έλεγε: “Αν νικήσεις τον Απόλλωνα θα πάρεις ένα χιλιάρικο” Αν δεν κέρδιζες, την άλλη εβδομάδα πάλι…».
«Η ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗ ΠΗΡΕ 500.000 ΔΡΑΧΜΕΣ ΚΑΙ ΕΦΤΑΞΕ ΤΟ ΓΗΠΕΔΟ ΤΗΣ»
Τα πρώτα χρήματα που πήρατε;
«Πρώτον δεν υπήρχαν συμβόλαια. Η ΕΠΟ έβγαζε το τί θα πάρεις αν νικήσεις στο γήπεδό σου ή εκτός. Νομίζω ότι τα πρώτα μου λεφτά ήταν στη μεταγραφή μου 100.000 δραχμές και 500.000 δραχμές πήρε η Λαυρεωτική. Ε, μετά όταν νικούσαμε έπαιρνα κι εγώ αυτά που μου αναλογούσαν. Η Λαυρεωτική απ’ αυτά τα χρήματα έφτιαξε το γήπεδό της, αλλά οι παίκτες του Ολυμπιακού κι οι πιο παλιοί έπαιρναν θέση σε κάποια δουλειά. Άλλοι γινόντουσαν αστυνομικοί, άλλοι έμπαιναν στην ΔΕΗ. Εγώ κακώς δεν μπήκα κάπου. Όταν απολύθηκα από το στρατό μου είπαν να πάω στην Αστυνομία. Κακώς δεν πήγα όπως ο Λεμονής κι ο Μητρόπουλος».
Μείνατε αρκετά χρόνια στον Ολυμπιακό λοιπόν. Γίνατε κι Ολυμπιακός;
«Ναι, έζησα 8 χρόνια εκεί. Ήμουν 18 ετών όταν πήγα, δέθηκα. Ο Ολυμπιακός μ’ έκανε αυτό που είμαι σήμερα, αλλά και εγώ δούλεψα πολύ. Ο Ολυμπιακός δεν μπορεί να σε πάρει και να σου πει “παίξε”, αλλά όλοι χρωστάμε στην ομάδα που παίξαμε ότι κάτι γίναμε τόσο σ’ αυτούς όσο και στον κόσμο».
Η γνώμη σας για τον Νταϊφά ποια είναι;
«Αριστη. Ο Νταϊφάς σου έλεγε “έχω ένα ευρώ”. Ήταν ένα ευρώ, δεν σου έταζε δέκα κι έπαιρνες ένα. Ή σου έλεγε “δεν έχουμε”».
ΑΠΟ ΤΑ ΚΟΚΚΙΝΑ…
«ΘΥΣΙΑΣΤΗΚΑ ΚΑΙ ΕΦΥΓΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΟΛΥΜΠΙΑΚΟ, Ο ΒΑΡΔΙΝΟΓΙΑΝΝΗΣ ΕΔΩΣΕ ΣΤΟΝ ΝΤΑΪΦΑ 50 ΕΚΑΤ. ΔΡΑΧΜΕΣ»
Όπως έγινε μετά και μ’ εσάς…
«Τότε, δεν μπορούσες να φύγεις. Αν κοιτάξεις στην ιστορία, όλα τα παιδιά είχαν πάνω από το κρεβάτι τους μία φωτογραφία, έτρωγαν στη μία το μεσημέρι και μετά πήγαιναν οικογενειακώς στο γήπεδο. Ο παίκτης ήταν δεμένος με την ομάδα και τον κόσμο. Οι παίκτες με τους οπαδούς ήταν μονιασμένοι. Δεν ήταν εύκολο να φύγω, όλη η χώρα μ’ έμαθε από τον Ολυμπιακό. Δεν θα πω ότι έφυγα, αλλά θυσιάστηκα. Η ομάδα τότε είχε 5ετή και 8ετή συμβόλαια με κάποιους παίκτες. Με φώναξε ο Μιλτιάδης Μαρινάκης με τον Νταϊφά και μου είπαν ότι δεν υπήρχαν χρήματα. Μου έκαναν μία πρόταση 13 εκατομμυρίων δραχμών αλλά να τα πάρω σε τέσσερα χρόνια. Καταλαβαίνεις. Ζήτησα κάτι παραπάνω για να πάρω ένα σπίτι. Οκτώ χρόνια δεν είχα πάρει χρήματα. Το να πάρεις πέντε χιλιάδες δραχμές είναι ένα ποσό απλά για να ζήσεις. Ετσι, μου είπαν να βρω ομάδα να πάω για να πάρει χρήματα η ομάδα και να δοθούν στους άλλους.
Ο Κυράστας τότε ήταν στον Παναθηναϊκό και μου είπε ότι με θέλει ο Βαρδινογιάννης, ο οποίος ήταν κύριος. Θυμάμαι ότι συναντήθηκα μαζί του για πρώτη φορά και μου είπε “θέλουμε πολύ να έρθεις στην ομάδα. Ξέρουμε τί προσφορά σου έχουν κάνει από τον Ολυμπιακό, θα πληρώσουμε εμείς για να σε πάρουμε”».
… ΣΤΑ ΠΡΑΣΙΝΑ
Πόσα πήρε ο Ολυμπιακός από τη μεταγραφή σας στον Παναθηναϊκό;
«50.000.000 δραχμές. Τότε με ήθελαν πάλι στην ΑΕΚ, αλλά ο Παναθηναϊκός με Βαρδινογιάννη είχε καλή ομάδα και έτσι πήγα εκεί για τέσσερα χρόνια».
Με τον Παναθηναϊκό δεθήκατε;
«Δέθηκα με κάποιους παίκτες».
Εχω μάθει ότι είστε κολλητός με τον Σαραβάκο. Είναι δύσκολος άνθρωπος, όπως λέγεται;
«Δύσκολος δεν είναι… Κάναμε παρέα εγώ, ο Γεωργαμλής, ο Μαυρίδης, ο Μπατσινίλας, ο Βλάχος… 5-6 άτομα κάναμε παρέα, είχαμε το καλαμπούρι μας. Στον Παναθηναϊκό έπαιξα καλή μπάλα, και έπαιξα κι όλες τις θέσεις. Κάτι πρόσφερα κι εγώ. Την πρώτη χρονιά που πήγα πήραμε νταμπλ. Η ομάδα είχε τον Ζάετς, τον Ρότσα, τον Σαραβάκο, μετά ήρθε ο Δημόπουλος, ο Γεωργαμλής».
Ο καλύτερος συμπαίκτης που είχατε ποιος ήταν;
«Ο καθένας είχε κάτι δικό του… Επιθετικός στον Παναθηναϊκό ήταν ο Σαραβάκος, μέσος ο Ζάετς. Στον Ολυμπιακό πέρασαν πολλοί: Δεληκάρης, Λοσάντα…
Να σου δώσω ένα παράδειγμα: Στα ντέρμπι έπαιζε ο Λεμονής. Με τον Γκόρσκι προπονητή μπορεί να έπαιζε σ’ επτά ματς το χρόνο, αλλά στα ντέρμπι με τον Παναθηναϊκό έπαιζε αυτός. Είχε αντίπαλο τον Καρούλια ο οποίος δεινοπαθούσε, δεν μπορούσε να τον κόψει ποτέ. Ο Λεμονής ήταν ντριμπλέρ, του περνούσε τη μπάλα κάτω από τα πόδια. Του “έβγαζε την Παναγία”, ήταν ο “κακός δαίμονάς” του.
Εγώ πρόλαβα τα χρόνια που έπαιζαν μόνο τρεις ξένοι, μετά ήρθαν καραβιές. Τότε έπαιζαν πολλοί Ελληνες. Τώρα στον Ολυμπιακό, με τέτοια ομάδα που έχει είναι δύσκολο να παίξει ένας Ελληνας».
«ΑΦΗΣΕ ΧΑΟΣ ΦΕΥΓΟΝΤΑΣ Ο ΚΟΚΚΑΛΗΣ, ΞΕΡΕΙΣ ΠΟΣΟ ΤΑΛΑΙΠΩΡΗΘΗΚΕ Ο ΜΑΡΙΝΑΚΗΣ ΓΙΑ ΝΑ ΠΑΡΕΙ ΤΗΝ ΟΜΑΔΑ;»
Στον Παναθηναϊκό, λόγω των οικονομικών, βλέπουμε περισσότερους Ελληνες;
«Κοίτα, ο Αλαφούζος έχει βάλει χρήματα, πάνω από 45.000.000 ευρώ, αλλά κάποιες στιγμές έπεσαν σε λάθος ανθρώπους, γι’ αυτό ταλαιπωρείται η ομάδα. Το να φύγει ο πρόεδρος μπορεί να είναι εύκολο και δύσκολο. Έφυγε κι ο Πατέρας κι ο συγχωρεμένος ο Βγενόπουλος, άντε κι έφυγε ο Αλαφούζος…
Στον Ολυμπιακό έφυγε ο Κόκκαλης, αν δεν βρισκόταν ο Μαρινάκης, που θα ήταν ο Ολυμπιακός τώρα; Εγώ είμαι από το 2010 εκεί. Ξέρεις τί λεφτά έχει δώσει; Ξέρεις τί τράβηξε; Πώς πήρε τον Ολυμπιακό από τον Κόκκαλη; Δεν υπήρχαν παίκτες τότε, η ομάδα είχε αποκλειστεί από τη Μακάμπι. Δεν λέει κανείς ότι ο Κόκκαλης δεν πήρε παίκτες και δεν βοήθησε, αλλά φεύγοντας άφησε χάος».
Αυτό γιατί έγινε;
«Στην αρχή ο Μαρινάκης με τον Κόκκαλη τα είχε πολύ καλά, μετά στράβωσε η σχέση τους. Όποιος πει ότι ο Κόκκαλης δεν βοήθησε θα είναι αχάριστος, αλλά ο Μαρινάκης ταλαιπωρήθηκε πάρα πολύ για να φτιάξει τον Ολυμπιακό αυτό που είναι τώρα. Οι παίκτες έφευγαν στην προετοιμασία, τους έδιωξε ο Κόκκαλης. Ο δρόμος δεν ήταν στρωμένος».
Σας ρώτησε τότε ο Μαρινάκης τη γνώμη σας; Είστε και κουμπάροι.
«Εμένα ο Βαγγέλης Μαρινάκης μ’ έχει παντρέψει και έχει βαφτίσει την κόρη μου, που έχει το όνομά του. Τον πατέρα του τον έλεγα “πατέρα” και τη μητέρα του “μητέρα”. Δύο άνθρωποι εξαιρετικοί, όπως είναι κι αυτός. Μη βλέπεπε που τον χτυπάνε. Είναι τόσο καλό παιδί, βοηθάει πάρα πολύ κόσμο, παιδάκια που είναι άρρωστα. Μη βλέπεις που δεν θέλει να τα λέει. Τρεις μήνες ήμασταν στις πλημμύρες στη Μάνδρα, στα σύνορα πήγαν οι άνθρωποι του Ολυμπιακού στο επεισόδιο με τους Τούρκους. Ο Ολυμπιακός ήταν παρών στην Λάρισα στους σεισμούς, μετά στη Ζαχάρω, τώρα στην Κρήτη. Βλέπεις, κάνει πάρα πολλά. Εχει έναν συνεργάτη τον Βασιλειάδη που είναι κορυφή. Ο Μαρινάκης μαγειρεύει πριν πεινάσει».
Θα είχατε μιλήσει τότε την εποχή που ήταν να πάρει την ομάδα…
«Πάρα πολύ. Ο Βαγγέλης ήταν να πάρει το μπάσκετ. Δεν είχε και το βόλεϊ; Όσοι λένε για τον Μαρινάκη όλα αυτά τα άσχημα, δεν τον ξέρουν καθόλου. Εχει ψυχή μικρού παιδιού. Όποιον παίκτη θέλει στον κόσμο να φέρει, θα τον φέρει. Αν θέλει να μην κρατήσει κάποιον δεν τον κρατάει. Ανάποδα να γυρίσει η γη θα κάνει αυτό που θέλει. Είναι ευαίσθητος».
Ξέρατε ότι γράφει τραγούδια;
«Όχι, κανείς δεν ήξερε, αλλά να σου πω δεν μου κάνει εντύπωση. Εχει τέτοια ευαισθησία που μέσα του είναι σαν μικρό παιδί».
Τον έχετε ακούσει να σας λέει «ρε Νίκο δεν αντέχω άλλο»;
«Δεν χρειάζεται να πει κάτι τέτοιο. Ο Βαγγέλης Μαρινάκης κι η οικογένειά του έχουν τραβήξει πάρα πολλά. Πρέπει να ‘χει μήνες, χρόνους να κοιμηθεί. Δεν κοιμάσαι εύκολα μ’ όλα αυτά που λέγονται και με τόση λάσπη. Σε όσα δικαστήρια έχει πάει έχει αθωωθεί».
Μ’ όλα αυτά που έχουν πει, έχετε πει ποτέ «ρε, μπας και ισχύει αυτό;»
«Ποτέ. Κοίτα, πώς γίνεται η πολιτική; Ο Ολυμπιακός έχει ξεφύγει, ο Μαρινάκης είναι από τους καλύτερους εφοπλιστές στον κόσμο».
«ΣΤΑ ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΣ-ΠΑΝΑΘΗΝΑΪΚΟΣ ΚΑΝΑΜΕ ΝΑ ΚΟΙΜΗΘΟΥΜΕ ΜΙΑ ΕΒΔΟΜΑΔΑ»
Ποιος ήταν ο πιο δύσκολος αντίπαλος που είχατε;
«Πρώτα απ’ όλα η κακή μου μέρα και ο Δούμτσιος. Πολύ καλός παίκτης. Εμείς τότε παίζαμε σε δύσκολα γήπεδα. Αυτοί εδώ τώρα παίζουν σε χαλί. Να πάω τους σημερινούς παίκτες σε γήπεδα όπως αυτό της Καστοριάς, που κάτω είχε κοτρόνες… Σήμερα, δεν επιτρέπεται να μην υπάρχουν καλά γήπεδα».
Υπήρχε κάποιος αντίπαλος που βλέπατε και λέγατε «σήμερα θα κάνω πάρτι»;
«Όχι, γι’ αυτό και όταν βλέπεις να παίζουν Ολυμπιακός-Παναθηναϊκός, ακόμα και τελευταίος να είναι ο ένας και πρώτος ο άλλος δεν μπορεί εύκολα να νικήσει ο ένας τον άλλον».
Τί θυμάστε από τα ντέρμπι;
«Εμείς κάναμε μία εβδομάδα να κοιμηθούμε από την πίεση και το άγχος. Θέλαμε να πάμε καλά, να νικήσουμε, γιατί μπορεί το ματς να τελείωνε μέσα στο γήπεδο αλλά συνεχιζόταν για άλλες 15-20 μέρες».
Όταν πήγατε στον Παναθηναϊκό, πώς θυμάστε το πρώτο ματς με αντίπαλο τον Ολυμπιακό;
«Πού να κοιμηθείς; Πώς θα μπεις μέσα στο γήπεδο; Πώς θα σε αντιμετωπίσει ο κόσμος; Κοίταξε να δεις, εγώ έχω ένα καλό: Έπαιξα στον Ολυμπιακό οκτώ χρόνια, φεύγοντας ευχαρίστησα τον κόσμο και τη διοίκηση. Δεν πα να έχεις κόντρα με κάποιους, όταν φεύγεις και για οκτώ χρόνια έχεις φάει ψωμί, δεν πρέπει να βγεις να βρίσεις κανέναν. Δεν μπορείς να κατηγορήσεις τον Ολυμπιακό ή τον Παναθηναϊκό… Ετσι ήμουν και εγώ».
Σας πίκραναν από τον Ολυμπιακό;
«Όχι. Εγώ έφυγα για να βοηθήσω, εγώ θυσιάστηκα, δεν έφυγα σαν κυνηγημένος και γι’ αυτό πάω στο γήπεδο εύκολα. Μπορώ να πάω και στην “7” όπως κι ο Αναστόπουλος. Δεν πάνε όλοι εκεί».
Ο Αναστόπουλος όμως είπε «όχι» και στον Παναθηναϊκό και στην ΑΕΚ.
«Ξέρει ο κόσμος κι ο Αναστόπουλος, ότι εγώ δεν έφυγα για τα χρήματα. Κατάλαβες; Ο κόσμος δεν είναι βλάκας, ξέρει…».
Ο ΤΣΑΚΩΜΟΣ ΜΕ ΤΟΝ ΑΛΕΦΑΝΤΟ ΚΑΙ ΤΟ “ΝΑ ΠΑΘΕΙ ΚΑΡΚΙΝΟ Ο ΝΤΑΪΦΑΣ”
Υπάρχει προπονητής που είχατε κόντρα;
«Μ’ αυτόν που είχα τσακωθεί ήταν ο συγχωρημένος ο Αλέφαντος, ο οποίος ήταν από τους καλύτερους προπονητές που είχα δουλέψει. Ο Αλέφαντος, αυτά που κάνουν τώρα με ασκήσεις κατοχής μπάλας, τα έκανε τότε αυτός. Απλά είχε έναν περίεργο τρόπο. Μπορεί να είχε πολύ καλή ομάδα και έπαιζε αμυντικά. Ελεγε “καλύτερα 0-0, αρκεί να μην χάσω”. Όταν, όμως, έχεις καλή ομάδα δεν μπορείς να την κρατάς πίσω. Όμως, στην προπόνηση δεν είχα ακούσει ποτέ από το στόμα του βρισιά. Δεν υπήρχε περίπτωση να κάναμε τις ίδιες προπονήσεις. Όλες οι ασκήσεις είχαν μπάλα, τρέχαμε με μπάλα. Αν ο παίκτης έχει τη μπάλα στα πόδια του δεν θα πει ποτέ “κουράστηκα”. Αν αρχίσει το γύρω γύρω, ανοίγει σουβλατζίδικο».
Αδίκησε τον εαυτό του, δηλαδή;
«Ναι, πιστεύω ναι… Τσακωνόταν πολύ και έκανε κι αδικίες. Να σου πω κι ένα παράδειγμα: Ο Μαύρος τον πρότεινε στην ΑΕΚ και τελικά αυτός έφαγε τον Μαύρο από την ΑΕΚ, γιατί έλεγε ότι είχε μεγαλώσει. Μετά ο Μαύρος πήγε στον Πανιώνιο και βγήκε πρώτος σκόρερ. Δεν μπορεί όμως να πει κανένας ότι ο Αλέφαντος δεν ήταν καλός προπονητής».
Εσείς όμως γιατί τσακωθήκατε; Δεν μου είπατε…
«Θυμάμαι σ’ ένα ματς στα Γιάννενα παίζω man to man τον Κοντογιωργάκη. Το man to man έχει δύο εκδοχές: η μία είναι να έχεις τον αντίπαλό σου σ’ όλο το γήπεδο κι η άλλη κάτω από τη σέντρα. Εγώ τον είχα πάρει σ’ όλο το γήπεδο και είχα πει στον Αλέφαντο ότι από τη στιγμή που είμαι αριστερό μπακ, πρέπει κάποιος να καλύπτει το κενό μου, από τη στιγμή που έχω παίκτη man to man. “Ασε θα το τακτοποιήσω εγώ”, μου απάντησε ο συγχωρεμένος. Τελικά, φάγαμε γκολ από την πλευρά μου και στο ημίχρονο ήρθε και μου είπε: “Καλά που είσαι; Είναι σαν να το κάνεις επίτηδες”. Τότε έβγαλα τη φανέλα και βγήκα μόνος μου. “Αμα νομίζεις ότι εγώ κάνω αυτά που λες και δεν θυμάσαι που με έχεις βάλει να παίξω…”, του είπα. Τελικά το ματς ήρθε 1-1.
Μετά στο λεωφορείο λέει ο Αλέφαντος στον Αναστόπουλο: “Αύριο έχουμε προπόνηση”. Εγώ κάθε Δευτέρα, επειδή είχαμε ρεπό, πήγαινα στο Λαύριο να δω τη γιαγιά μου, τον παππού μου και τους θείους μου. Είπα στον Αναστόπουλο: “Νίκο, εγώ δεν θα έρθω στην προπόνηση, είμαι στο Λαύριο”. Τέλος πάντων, πήγα την Τρίτη στην προπόνηση και ήρθε κάποιος στα αποδυτήρια και μου μετέφερε ότι με ήθελε ο Αλέφαντος στο γραφείο του.
Πήγα λοιπόν στο γραφείο του και άρχισε να μου φωνάζει: “Γιατί δεν ήρθες στην προπόνηση;”. Του λέω: “Κοίτα να δεις, αν θες να φωνάζεις να πας σπίτι σου, σ’ εμένα δεν θα φωνάζεις. Εγώ ειδοποίησα τον Αναστόπουλο. Εσύ εμένα με ενημέρωσες με τον Αναστόπουλο, έτσι και ‘γω εσένα σε ενημέρωσα με τον Αναστόπουλο”. Ετσι πλακωθήκαμε στα λόγια. Μετά πήγα στον Νταϊφά και στον Μαρινάκη και τους είπα: “Όσο είναι αυτός στον Ολυμπιακό, εγώ δεν θα παίζω. Αν θέλετε τιμωρήστε με”».
Στις προπονήσεις πηγαίνατε;
«Κανονικά. Εχανα προπονήσεις εγώ; Ο Αλέφαντος μου έλεγε να παίξω αλλά εγώ δεν έπαιζα. Σε 2-3 ματς δεν πηγαίναμε καλά και με φώναξε ο Μιλτιάδης Μαρινάκης με τον Νταϊφά και μου ζήτησαν να παίζω. Ετσι δέχτηκα. Πάμε να παίξουμε ένα ματς με τον Απόλλωνα, ήμασταν στο ξενοδοχείο Ουράνιο Τόξο του Πουλόπουλου του τραγουδιστή. Ο Αλέφαντος ανακοινώνει την 11άδα. Λέει “Βαμβακούλας παίζεις man to man τον Παντελίδη”. Εκεί ρώτησα αν έπρεπε να τον έχω man to man σ’ όλο το γήπεδο ή στο μισό και μου απάντησε: “Ε, δεν παίζεις”».
Το θεώρησε ειρωνεία;
«Εγώ έκανα τη σωστή ερώτηση, αλλά είχαν γράψει την Κυριακή στο ΦΩΣ ότι ο Ολυμπιακός παίρνει προπονητή τον Έρικσον και έβριζε τον Νταϊφά. Του Νταϊφά του είπαν ότι ο Αλέφαντος σηκώθηκε με νεύρα και έβριζε – ξέσπασε σ’ εμένα. Όταν ανέβηκα στην εξέδρα με ρώτησε ο Μιλτιάδης “τί έχεις;”. “Εχω τους προσαγωγούς μου”, του είπα επειδή είχε κόσμο μπροστά. Πήγαμε πιο πέρα και μιλήσαμε. Κάλεσε και τον γενικό αρχηγό τον Φωτίου, ο οποίος του είπε όσα έγιναν και έδωσε εντολή ο Νταϊφάς με το που τελειώσει το ματς να του πει ότι φεύγει. Ο Αλέφαντος τον έβριζε πολύ άσχημα τον Νταϊφά. “Να βγάλεις καρκίνο…”. Χοντράδες.
Τελικά, φεύγει και κάθεται στον πάγκο για λίγο ο Μπέμπης. Του κάναμε αστειάκια για να τον βοηθήσουμε ψυχολογικά. Με φωνάζει και μου λέει “θα παίξεις αριστερό μπακ”. Του λέω “θα παίξω ή αριστερό εξτρέμ ή λίμπερο”. Είχαν γίνει ήδη όλα αυτά κι αν γινόταν πάλι κάποιο λάθος θα είχα θέμα. Παίζαμε με τον Άρη, ο οποίος πήγαινε καλά όπως κι ο Παναθηναϊκός, εμείς δεν είχαμε καλή πορεία. Ετσι, παίζω έξω αριστερά. Ο Παναγούλιας ήταν προπονητής στον Άρη και νικήσαμε 2-3 – εγώ έβαλα 2 γκολ με το κεφάλι.
Την άλλη μέρα συναντάω τον Αλέφαντο στη Βουλιαγμένη μέσα σ’ ένα Autobianchi. “Ρε τώρα τα βάζεις;”, μου λέει. “Κύριε Νίκο περίμενα να φύγεις”, του απάντησα. Δεν κρατούσε κακίες, ήταν όλα της στιγμής κι ένας από τους καλύτερους προπονητές».
Ποιος ήταν ο καλύτερος προπονητής που είχατε;
«Κοίτα, ο καθένας είχε τα δικά του. Ο Αλκέτας (Παναγούλιας) ήταν πολύ καλός στη ψυχολογία. Να σε βάλει και να παίξεις και γι’ αυτόν. Ο Γκόρσκι ήταν πολύ καλός στο στήσιμο της ομάδας. Εμείς έχουμε παίξει σε μεγάλες ομάδες, αν πας να προπονήσεις ομάδα Γ’ Εθνικής θα πρέπει να ακουμπήσεις πάνω στους παίκτες. Αν πας και τους πεις “εγώ παίξει εκεί”, τους έχασες. Οι παίκτες είναι τα εργαλεία. Ο προπονητής είναι ένα 20-30%. Αν τους το παίξεις φίρμα έχεις “καθαρίσει”».
ΤΑ ΜΠΟΥΖΟΥΚΙΑ, Η ΚΙΜΩΛΙΑ ΣΤΑ ΛΑΣΤΙΧΑ ΚΙ Η… ΜΗΝΥΣΗ ΣΤΟΥΣ ΓΟΝΕΙΣ ΤΟΥ ΠΟΥ ΤΟΝ ΕΚΑΝΑΝ ΑΣΧΗΜΟ
Μπουζούκια;
«Πηγαίναμε. 2-3 φορές την εβδομάδα πηγαίναμε».
2-3; Πολλές δεν ήταν;
«Πηγαίναμε το βράδυ της νίκης, Τετάρτη κι άλλη μία. Όμως, υπήρχε παρακολούθηση. Υπήρχε ένας με κιμωλία και σημείωνε τα λάστιχά μας ή ακουμπούσε το καπό για να δει αν ήταν ζεστό. Μετά τον πήραμε χαμπάρι και παίρναμε ταξί. Τότε κανένας παίκτης δεν μπορούσε να πάει μπουζούκια παραμονές αγώνα. Παρασκευή και Σάββατο δεν πηγαίναμε, αλλά τις άλλες μέρες πηγαίναμε… Τότε σε γνώριζαν. Σου έλεγαν “ρε πούστη έχεις αγώνα και πας μπουζούκια”. Εμείς ήμασταν σαν τους θεατρίνους. Παίρναμε και το χειροκρότημά μας, τρώγαμε και το κράξιμο μας».
Αγαπημένα σας μπουζούκια;
«Εγώ δεν την έβρισκα με τα μεγάλα σχήματα, πήγαινα στα υπόγεια στη Συγγρού γιατί είχε πολύ θηλυκό. Ενας τραγουδιστής πάνω στην πίστα με 6-7 τραγουδίστριες. Περνούσα καλά. Όποιος πει ότι δεν πέρασε καλά, λέει ψέματα».
Εσείς που είχατε και το μαλλί, ψηλός, ήσασταν από τους ωραίους άντρες.
«Όχι ωραίος. Εδώ έκανα μήνυση στη μάνα μου και στον πατέρα μου που με έκαναν έτσι. Η Αννούλα η Βίσση έκανε το μαλλί της κατσαρό για μου μοιάζει».
Εχετε μιλήσει γι’ αυτό;
«Όχι γι’ αυτό δεν έχουμε μιλήσει αλλά έχουμε γνωριστεί. Είναι και Παναθηναϊκός, την έκανε ο Καρβέλας. Πολλές γυναίκες ή άντρες το έπαιζαν “Βαμβακούλας”. Εγώ πήγαινα και θέατρο κι η Γερασιμίδου είχε βγάλει μια κασέτα με τίτλο “ο Βαμβακούλος κι η γκολάρα του”. Αφού και τώρα βλέπεις ότι έχουν περάσει τόσα χρόνια κι οι ατάκες που λέγαμε τότε τις λένε και σήμερα. Ήταν ωραία χρόνια. Μακάρι να ήταν και επαγγελματικό το ποδόσφαιρο, να είχαμε κάνει συμβόλαια και να είχαμε πάρει χρήματα».
Από τα μπουζούκια κάποια περίεργο περιστατικό;
«Ε, με μεθυσμένους έχω τσακωθεί αλλά όχι κάτι το ιδιαίτερο».
Εκτός από τον Αλέφαντο, τσακωθήκατε ποτέ με κάποιον συμπαίκτη;
«Όχι, ήμουν αγαπητός. Πολύ δύσκολα θα τσακωνόμουν, κάναμε πλάκες».
YOU FOUL, 3ΜΕΛΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗ 5 ΑΤΟΜΩΝ, ΓΡΑΣΟ, ΠΕΙΡΑΓΜΕΝΑ BMW ΚΑΙ ΑΠΕΙΡΟ ΓΕΛΙΟ
Ωραία, πάμε στο κομμάτι πλάκες.
«Πλάκες… Να σου λέω για ώρες. Στον Ολυμπιακό με τον Αναστόπουλο κάναμε απίστευτα πράγματα. Του μασέρ του κρύβαμε τα ρούχα, του τα έβαζα εγώ μέσα στο ψυγείο, του βάζαμε δυναμιτάκια στην τσέπη. Κι όλα αυτά λίγο πριν τη σέντρα. Μια φορά στον Ιωνικό, μαζί με τον Γιάννη Παπαχρηστόπουλο, έχουμε έναν ξένο προπονητή. Πρόεδρος ο Κανελλάκης. Και λέγαμε με τον Γιάννη να κάνουμε πλάκα στον νέο προπονητή».
Ποιος ήταν ο προπονητής;
«Ο Κόβαλικ. Παίρνουμε λοιπόν μια περούκα ξανθιά και μια μελαχρινή. Βγήκαμε για προπόνηση και κάναμε τους ξένους. Είπαμε στους Βογιατζή και Γρίμπιλα αν τους ρωτήσουν “ποιοι είναι αυτοί;”, να πουν ότι είναι κάτι ξένοι που έστειλε ο Κανελλάκης. Εγώ φορούσα την ξανθιά περούκα. Εχουμε κάνει πολλά…
Στην Εθνική να δεις. Είχαμε έναν φροντιστή, τον Μερτζιώτη, που τον πειράζαμε όλοι. Καθόμασταν να φάμε σ’ ένα τραπέζι 15-20 άτομα, εγώ έχω πάει από κάτω, του δένω τα κορδόνια και όπως πάει να σηκωθεί παίρνει όλα τα τραπέζια παραμάζωμα. Παίρναμε Camel για τα παπούτσια και του το απλώναμε στο πρόσωπό. Δεν ήξερε εκείνος, κοιταζόταν στον καθρέφτη και μας κυνηγούσε».
Υπήρχε προπονητής που δεν σήκωνε την πλάκα;
«Όχι. Ακόμα κι ο Γκόρσκι που ήταν ηλικιωμένος δεν είχε θέμα. Το μόνο που δεν ανεχόταν ο Γκόρσκι ήταν να σε δει να πίνεις κόκα κόλα στο φαγητό. Μπορεί να σε έδιωχνε και από την ομάδα. Στον Παναθηναϊκό αυτός που ήταν ξινός ήταν ο Μπένγκτσον, ο οποίος δεν ήταν προπονητής αλλά γυμναστής».
Στον Παναθηναϊκό πλάκες κάνατε;
«Πολλές. Με τον Δανιήλ, όταν δουλεύαμε κομπίνες και έμπαιναν αστυνομικοί για να πιουν καφέ στην καντίνα του φωνάζαμε: “Κυρ Βασίλη, στοπ, κάποιος μας κάρφωσε για τις κομπίνες”. Μου λέει: “Άντε στο διάολο”. Όταν γυμναστής του μας έλεγε να πιάσουμε τη μύτη, εγώ έπιανα τη μύτη του προσώπου μου κι όχι του παπουτσιού μου. Κάθε Δευτέρα στον Παναθηναϊκό, αν δεν νικούσαμε, καλούσε ο Βαρδινογιάννης τον Δανιήλ στο γραφείο του για εξηγήσεις. Κατέβαινε κατακόκκινος ο κυρ Βασίλης. Εβγαινε ο Βλάχος από τη γωνία και του έλεγε: “Πρέπει να τους τράβηξες τ’ αυτιά”».
Ζάετς και Ρότσα;
«Ήταν ωραίοι, κάναμε πλάκα. Είχαμε κάτι μασέρ και τους λέγαμε όταν δεν παίζαμε καλά: “Πάλι ανάποδα μας τρίψατε”».
Πείτε μας την ιστορία του «You foul», αν και είναι γνωστή.
«Παίζουμε με τη Γιουβέντους. Εγώ έχω man to man τον Λάουντρουπ κι ο Καλιτζάκης τον Ίαν Ρας. Σε μια φάση, έβρεχε κιόλας, κάνει τάκλιν ο Καλιτζάκης και παίρνει κάρτα. Μετά, σε μια μπαλιά φεύγει ο Ίαν Ρας κι ο Καλιτζάκης του κάνει ένα τάκλιν. Εδώ, να πω ότι ο Γιάννης δεν χτυπούσε. Στην αρχή ναι, αλλά μετά ήταν από τα καλύτερα στόπερ στην Ελλάδα, είχε πολύ καλό τάκλιν. Ε, κάνει το τάκλιν αυτό, παίρνει τον Ρας, τον λάισμαν… όλους. Βλέπω τον διαιτητή να είναι έτοιμος να βγάλει την κάρτα. Μπαίνω μπροστά του και του λέω “you foul;”. Ετσι βγήκε».
Εσείς το είπατε γιατί δεν ξέρατε αγγλικά ή κατά λάθος;
«Ετσι μου βγήκε, αυθόρμητα πάνω στη στιγμή».
Το να σφυρίζετε μέσα στα ματς πώς σας κόλλησε;
«Είναι ένα ματς τελικός Κυπέλλου, Ολυμπιακός-Παναθηναϊκός το Μάιο του 1986 αν δεν κάνω λάθος. Με πιάνει ο Μουστακίδης από πίσω και ακούω από την Θύρα 13 ένα σφύριγμα και πιάνω τη μπάλα με τα χέρια. Γίνεται πέναλτι ενώ ήμουν ο καλύτερος παίκτης του γηπέδου.
Το 1989-1990 είμαι στον Ιωνικό και παίζουμε με την Καλαμάτα, σέντερ φορ είναι ο Λυμπερόπουλος. Και πώς μου έρχεται και σφυρίζω. Ο Λυμπερόπουλος πιάνει τη μπάλα και βλέπει κίτρινη κάρτα. Ρώτησε τον διαιτητή “δεν σφύριξες;”. Είναι ένα άλλο ματς με τον ΟΦΗ, φεύγει ο Τσιφούτης μόνος του, πάει να σουτάρει, του σφυρίζω, σταματάει, την πιάνει ο τερματοφύλακας και φεύγω εγώ. Δεν πήρε είδηση κανένας.
Σ’ ένα άλλο ματς παίζουμε με την ΑΕΚ, πάει να φύγει ο Πατίκας και πώς μου ‘ρθε, σφυρίζω πάλι. Δίνει ο Πατίκας μία στη μπάλα και την στέλνει στην εξέδρα. Τί δίνεις, έφυγα πίσω από τη σέντρα”, είπε στον διαιτητή, ο οποίος του είπε ότι φυσικά δεν είχε σφυρίξει τίποτα. Ε, μετά έκανε το γκολ ο ΟΦΗ και νικήσαμε 1-0.
Το έμαθα προς το τέλος της καριέρας. Στον Βύρωνα, ο διαιτητής Δημητριάδης, είπε να φωνάξουν από τα μεγάφωνα να σταματήσει ο φίλαθλος που σφυρίζει από την εξέδρα.
Αυτός με είδε να σφυρίζω, με ρώτησε αν σφυρίζω, του είπα “ναι”. “Είναι μαλάκες, δεν καταλαβαίνουν τίποτα”, μου είπε. Όταν παίζεις και να ξέρεις ότι σφυρίζω εγώ, ξεχνιέσαι».
Η τριμελής επιτροπή πέντε ατόμων πώς προέκυψε;
«Είμαστε με μια παρέα… Τους είπα ότι είχα να περάσω το πρωί από μια επιτροπή στο ΙΚΑ. Τα φιλαράκια μου μού είπαν ότι αυτές οι επιτροπές είναι συνήθως 5μελής. Τελικά, πάω το πρωί και βλέπω τρία άτομα. Ε, έτσι είπα ότι αφού στις 5μελής επιτροπές υπάρχουν τρία άτομα, εμείς να φτιάξουμε μια 3μελής επιτροπή πέντε ατόμων. Μετά το είπαν αυτό και στη Βουλή».
Το μαλλί δεν το έχετε κόψει ποτέ;
«Ποτέ. Και φαντάρος που ήμουν το μάζευα σ’ ένα καπέλο. Στον Διόνυσο που ήμουν, ήταν μόνο αθλητές. Στρατό κάναμε εμείς;».
Με Αναστόπουλο τίποτα καλό;
«Ο κόντος; Μην τον βλέπεις έτσι… Μεγάλο πειραχτήρι. Μεγάλο. Μέσα στο ματς βλέπαμε το ρολόι… Το ματς ήταν 2-0 στο 85′-87′. Του λέω του “Αναστό” να κάνει τον τραυματία. Ερχόταν ο φυσικοθεραπευτής και όπως ήταν του άνοιγα την τσάντα. Σηκώθηκε ο Αναστόπουλος και όπως πήγε να φύγει εκείνος του έπεφταν στο γήπεδο όλα.
Αλλη πλάκα: Είχαμε πάρει τον Πάλλα από τον Άρη. Αυτός φορούσε φακούς και σε μια φάση του έφυγαν. Ψάχναμε στο γήπεδο να βρούμε τους φακούς του.
Ο Αναστόπουλος πήγαινε κάθε πρωί στο σπίτι του στην Καλλιθέα και του χτυπούσε τα παράθυρα. Εκείνος δεν είχε βάλει ακόμη τους φακούς του και έβγαινε να δει ποιος είναι χωρίς να βλέπει καλά. Ή πέρναγε το μεσημέρι ο Αναστόπουλος και του ξεφούσκωνε τα λάστιχα. Δεν μπορούσε να έρθει στην προπόνηση το παιδί».
Εσείς τι άλλες πλάκες κάνατε;
«Εγώ έβαζα γράσο μέσα στα παπούτσια ή τους έβαζα δύο αριστερά. Τί να σου πρωτοπώ».
Αληθεύει ότι στο Λαύριο παίζατε με μεγαλύτερο νούμερο παπούτσι και γι’ αυτό σας βγήκε το παρατσούκλι «Τιραμόλας»;
«Με μικρότερα νούμερο έπαιζα. Μία φορούσα 42, την άλλη 43, την άλλη 41, την άλλη 44. Τους έλεγα “να κόψω τα νύχια μου”;».
Το «Τραμπάκουλας» που σας κόλλησε ο Χάρρυ Κλυνν;
«Παίζαμε με τον Πανιώνιο και μου είπε ο Τόζα να παίξω man to man τον Αναστόπουλο. Ο Αναστόπουλος είχε γυρίσει από την Ιταλία και μου λέει: “Την έχεις πάρει τη σακούλα, γιατί θα κάνεις εμετό”. Τότε έπαιζε και στην Εθνική.
Του απαντάω: “Νικολάκη, δεν βλέπω να πηγαίνεις Εθνική αύριο”. Εγώ δεν χτυπούσα αλλά ήμουν σκληρός. Σε μια δόση μου κάνει επίθεση ο Μαυρίκης, μου την έπεσαν όλοι μαζί, αλλά δεν καταλάβαινα. Εριχνα ξύλο, έγινε της κακομοίρας, ο Αναστόπουλος είχε υποφέρει σ’ αυτό το ματς».
Πείτε μου καμία άλλη πλάκα μαζί με τον Αναστόπουλο.
«Πηγαίναμε στα αποδυτήρια, για μασάζ. Εγώ μασάζ δεν έκανα. Συνολικά θα έκανα 20 φορές. Θα πρέπει να καταλάβουν όλοι ότι το μασάζ χαλαρώνει και πριν πας να παίξεις δεν χαλαρώνεις. Εμείς, λοιπόν, για να σπάσει η ρουτίνα και ότι είχαμε το ματς, είχαμε τον μασέρ και του κάναμε πλάκες.
Μέσα στον αγώνα, ο Αναστόπουλος καθόταν πίσω από τον φυσικοθεραπευτή, εμείς τον σπρώχναμε και έπεφτε τούμπα. Γελούσε όλο το γήπεδο».
Με τον Σαραβάκο είστε κολλητοί;
«Με τον Μήτσο είμαστε κολλητοί πάνω από 30 χρόνια κι όταν έπαιζε στον Παναθηναϊκό και ‘γω στον Ολυμπιακό και σπίτι του πήγαινα και τρώγαμε μαζί και κοιμόμουν εκεί. Είναι από τα καλά παιδιά στη ψυχή. Μπορεί να φαίνεται απόμακρος αλλά δεν είναι. Και καλή καρδιά έχει και πολύ καλαμπούρι».
Είναι και σημαία του Παναθηναϊκού.
«Αν δεν είναι σημαία αυτός ποιος θα είναι; Είναι πολλά χρόνια στον Παναθηναϊκό και έφυγε πικραμένος για την ΑΕΚ αλλά γύρισε ξανά. Δεν υπάρχει όμως η ποιότητα στον Παναθηναϊκό για να γίνει και πάλι αυτή η ομάδα που ήταν».
Σας στεναχωρεί η σημερινή κατάσταση του Παναθηναϊκού;
«Ναι, ακόμα κι όταν η ΑΕΚ δεν είναι ανταγωνιστική γιατί αυτό δεν είναι και υπέρ του Ολυμπιακού. Δεν έχει δυνατούς αντιπάλους στο πρωτάθλημα και έτσι δεν πάει ακόμα πιο δυνατός κι αυτός στην Ευρώπη».
Σας αρέσει και το ψάρεμα και το κυνήγι. Η μεγαλύτερη ψαριά που έχετε κάνει;
«Προχθές με τον Μήτσο πιάσαμε ένα λαβράκι 2,4 κιλά. Πριν κάνα μήνα έπιασε ο Μήτσος μια τσιπούρα 2 κιλά. Πιάνει κεφαλόπουλα κι αυτός. Περνάμε καλά, έχουμε ηρεμία και περνάμε καλά».
Πλάκα στον Σαραβάκο έχετε κάνει;
«Ναι. Πριν πολλά χρόνια στο Παλαιό Φάληρο, είχε ένα BMW. Το 316 το κάναμε 320 ή 325. Ο Μήτσος είχε φτιάξει ένα 325. Η Αστυνομία τα κυνηγούσε γιατί αλλάζοντας κινητήρα δεν ήταν γνήσιο. Εχω βρει λοιπόν δύο δικούς μου Ζητάδες. Τους είπα ότι έχω ραντεβού με τον Σαραβάκο στο τάδε σημείο. Εγώ είχα κρυφτεί. Πράγματι, τον σταματάνε, ανοίγει το καπό, του ζητούν την άδεια. Του είπαν ότι το αυτοκίνητο είναι πειραγμένο. Εκεί εμφανίζομαι εγώ, του λέω “έλα Μήτσο πάμε για προπόνηση”. Μου λένε “δεν θα πάει πουθενά, γιατί το αυτοκίνητό του είναι πειραγμένο και δεν είναι δηλωμένο”. Εκεί έκανα εγώ τον νευριασμένο, ο Μήτσος είχε κοκκινίσει και όρμηξα προς τα πάνω στον αστυνομικό. Εκεί αρχίζουμε τα φιλιά και είχε μείνει ο Μήτσος.
Μια άλλη φορά σταμάτησαν εμένα. Είχα φτιάξει ένα 323. “Κύριε Βαμβακούλα είναι μαϊμού αυτό”, μου είπε ο αστυνομικός. “Είναι μαϊμού; Ενα λεπτό του λέω”. Πήρα μια μπανάνα και την πέταξα πάνω στη μηχανή. Μου λέει ο αστυνομικός “τί είναι αυτό;”. “Αν είναι μαϊμού να δούμε αν θα την φάει”. Εγινε της πουτάνας από τα γέλια».
Εσάς ο Σαραβάκος σάς έχει κάνει πλάκα;
«Α! Παίζουμε στον Παναθηναϊκό και όπως πάω για την Παιανία, σε μια ανηφόρα πάω να κάνω προσπέραση και δεν έχω δει ότι έρχεται αυτοκίνητο. Κόβω το τιμόνι όλο δεξιά και πέφτω μέσα σε κάτι χωράφια. Τον βλέπω να περνάει, σταματάει, με ρωτάει αν είναι όλα καλά και μ’ άφησε εκεί. Μετά που τον είδα τον ρώτησα γιατί με άφησε. Μου είπε “είπα να πάω στην προπόνηση, μη λείψουμε και οι δύο. Είπα ότι είχες βγει από το δρόμο”».
Απ’ όλη την καριέρα σας αυτό που σας έχει μείνει πιο πολύ ποιο είναι;
«Πολλά είναι ρε φίλε… Να, τώρα λέγαμε με τον Δανιήλ τί του κάναμε, του Γκόρσκι, τις πλάκες που κάναμε γενικά…. Και τώρα λέμε 7-8 άτομα που κάναμε παρέα, να πάμε στο Γεωργαμλή το μαγαζί να πάμε να φάμε και να γελάσουμε. Φαντάσου εκεί τί θα γίνει, να έρθεις. Δεν θα σου μείνει άντερο».
Ανανεώνουμε το ραντεβού μας για τότε. Θα γυρίσουμε ντοκιμαντέρ.
«Εννοείται».