Λίλια Τσούβα : Κάθε Μάιο, μόλις τελείωναν τα σχολεία, ο παππούς μου έστελνε για παραθέριση την οικογένεια στην Κρανιά, ένα χωριό στον Aσπροπόταμο, 1100 μέτρα ύψος, στα σύνορα με την Άρτα.
Ανέβαιναν όλοι στα μουλάρια, μαζί με τα πράγματά τους και ο αγωγιάτης αναλάμβανε να τους οδηγήσει ψηλά στο χωριό. Το ταξίδι διαρκούσε δύο μέρες.
Εκεί είχαν σπίτια πλήρως εξοπλισμένα με τις όλες ανέσεις της εποχής, με μπουφέδες, σερβίτσια, πορσελάνες, πλυσταριά. Εξάλλου, θα επέστρεφαν αργά το Σεπτέμβρη. Μήνες μετά… Ο πατέρας μου, μικρό παιδί, λάτρευε το χωριό. Το γνώριζε σπιθαμή προς σπιθαμή.
Ήταν βλαχόφωνο χωριό. Στην τουρκοκρατία αποτελούσε ελεύθερη ζώνη. Δεν πάτησαν Τούρκοι εκεί ψηλά. Τυροκομία, κτηνοτροφία ανθούσαν. Κλειστές κοινωνίες, τοποκεντρικές, με ό, τι αυτό συνεπάγεται.
Αγώνα μεγάλο έδωσε ο Κοσμάς Αιτωλός για τη διατήρηση της ελληνικής γλώσσας στην περιοχή, αντιλαμβανόμενος πολύ καλά τη σχέση γλώσσας-εθνότητας. Μέχρι και συγχωροχάρτι, άφεση αμαρτιών, υπόσχονταν σε όσους θα αποφάσιζαν να μιλήσουν την ελληνική και όχι τη βλαχική.
Στο δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο έγινε τόπος αντίστασης. Στα ψηλά βουνά της Πίνδου βρήκαν καταφύγιο οι αντάρτες. Η Κρανιά αποτέλεσε έναν τέτοιο τόπο.
Ο Άρης Βελουχιώτης κοιμήθηκε πολλές βραδιές στο σπίτι που εικονίζεται στη φωτογραφία. Επειδή διαβάζω πως είναι η μέρα της γέννησής του σήμερα, το δημοσιεύω άλλη μια φορά, με την κατανόησή σας, ελπίζω.