"Δημοσιογραφία είναι να δημοσιεύεις αυτά που κάποιος άλλος δεν θέλει να δημοσιευθούν." - Τζορτζ Όργουελ

20.8 C
Trikala

Το σπίτι των παιδικών μας χρόνων που χάθηκε οριστικά τον Σεπτέμβρη του 2023 από την κακοκαιρία Daniel, όπως και χιλιάδες άλλα σπίτια του θεσσαλικού κάμπου

lafarm

Σχετικά άρθρα

Μεγάλωσα σε ένα καραγκουνοχώρι, στην καρδιά του κάμπου της Θεσσαλίας. Δεν καταγόμαστε από κει. Απλώς βρεθήκαμε να ζούμε στο χωριό αυτό λόγω της εργασίας του μπαμπά. Και πάντα ξέραμε πως η διαμονή μας εκεί είχε ημερομηνία λήξης. Αισθανόμασταν περαστικοί. Σαν να είχαμε βγάλει εισιτήριο επιστροφής για συγκεκριμένη μέρα, χωρίς να γνωρίζουμε προορισμό.

Οι κάτοικοι της Μαραθέας θεωρούσαν από παλιά απαραίτητη τη μόνιμη παρουσία ιερέα. Τέρμα θεού ήταν το χωριό. Ποιος θα καθόταν μόνιμα εκεί αν δεν είχε κίνητρα; Χωρίς σπίτι, χωρίς κάποιο επιπλέον εισόδημα; Μέχρι τότε ένα μικρό δώμα με στάβλο στο ισόγειο φιλοξενούσε τον ιερέα.

Μαζεύτηκαν κάποια στιγμή οι κάτοικοι και με τη συμβολή του τότε ιερέα κατόρθωσαν να συγκεντρώσουν περίπου 100 λίρες. Το οικόπεδο βρέθηκε, το σπίτι χτίστηκε και χωράφια δόθηκαν για καλλιέργεια στον πρώτο παπά που κατέφτασε με την οικογένειά του. Δεκαεφτά χρόνια έζησε ο παπάς εκείνος στο καινούργιο σπίτι και το περιποιήθηκε πολύ.

Έφυγε όμως και για κάποιο χρονικό διάστημα παπάδες πηγαινοέρχονταν για να εξυπηρετούν τις θρησκευτικές ανάγκες του χωριού. Κανείς όμως μόνιμος.

Το 1969, ο παπα-Ηλίας, ενώ σπούδαζε ακόμη στη Ριζάρειο Ιερατική Σχολή Αθηνών, δέχτηκε τη θέση του ιερέα και λίγα χρόνια αργότερα τον ακολούθησε στο «ξένο» χωριό η οικογένειά του.

Τριανταεπτά συναπτά έτη ζήσαμε στο χωριό αυτό. Μια ολόκληρη ζωή. Πώς να μη δεθείς με τον τόπο και τους ανθρώπους του; Πώς να μην πονέσεις για τα προβλήματά τους; Πώς να μείνεις «ξένος»; Δύσκολα χρόνια. Όμορφα χρόνια. Χρόνια που έμειναν χαραγμένα στη μνήμη και αποθηκευμένα με χρονολογική σειρά στο οικογενειακό άλμπουμ.

Το σπίτι που μέναμε ήταν μακρόστενο, χτισμένο από πλιθιά. Αρχικά είχε ένα χολ και τρία δωμάτια, στα οποία προστέθηκε εκ των υστέρων, για τις ανάγκες της πολύτεκνης φαμίλιας μας, μια κουζίνα και αρκετά αργότερα ένα δωμάτιο και μια εξωτερική τουαλέτα. Ένα προστώο με δύο τετράγωνους πεσσούς ομόρφαινε κάπως την πρόσοψη και διατάραζε τη δρομικότητα του κτιρίου.

Όπως και να ’χει, στα δικά μου μάτια φάνταζε παλάτι. Και ας μην είχε πλακάκια στο δάπεδο, ας έμπαζαν τα κουφώματα και ας ήταν χαμηλές οι πόρτες. Ήταν το σπίτι των παιδικών μου χρόνων. Ταυτόχρονα όμως ήταν ένα σπίτι «δανεικό», όπως και το ίδιο το χωριό, καθώς ξέραμε πως με τη συνταξιοδότηση του μπαμπά θα έπρεπε να τα εγκαταλείψουμε. Και αυτό έγινε το 2007. Ο πόνος μεγάλος. Μια ζωή ολόκληρη.

Ποτέ πριν δεν αναρωτήθηκα ποια ήταν η ιστορία του σπιτιού αυτού. Μέχρι που ήρθε ο Daniel και το έπνιξε, όπως έπνιξε και χιλιάδες άλλα σπιτικά του κάμπου. Αλλά τα σπιτικά αυτά είχαν μόνιμους κατοίκους. Είχαν ταυτότητα…

Εμείς είχαμε «χάσει» το σπίτι και μέρος της ταυτότητάς μας όταν φύγαμε. Και πενθήσαμε γι’ αυτό. Τώρα είχε έρθει και η φυσική καταστροφή του από την πλημμύρα. Ποιο πόνεσε περισσότερο;

Η Ολυμπία Νασιώκα είναι αρχαιολόγος – μουσειολόγος στο Υπουργείο Πολιτισμού

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

Δείτε επίσης