Με αφορμή το βιβλίο του “Ο πολιτισμός των φαντασμάτων”, εκδόσεις Αλεξάνδρεια ο συμπολίτης Γιώργος Χατζηστεργίου παρουσιάζει “τα φαντάσματα του γενέθλιου τόπου” :
Στο ζαχαροπλαστείο του Γιαννή στην οδό Ασκληπιού στα Τρίκαλα – από τα παλαιότερα στην πόλη, μαζί με του Μέγα στην οδό Κονδύλη -, ένας τοίχος του μαγαζιού καλύπτεται με μια μεγάλη επιχρωματισμένη φωτογραφία που δείχνει τρικαλινούς να στέκονται εκατό χρόνια πριν στην κεντρική γέφυρα της πόλης, με φόντο την τριλογία των επιβλητικών νεοκλασικών της εποχής.
Με θέλγει μυστηριακά αυτή η εικόνα: στα μάτια μου λειτουργεί ως μια πύλη στην τέταρτη διάσταση της πόλης, τη διάσταση που προσθέτει τον χρόνο στις τρεις γεωμετρικές διαστάσεις του χώρου. Τότε βλέπω μπροστά μου την οδό Ασκληπιού αλλιώς: δεν είναι μόνο ένας δρόμος με τους συγκαιρινούς ανθρώπους, είναι μαζί και ο δρόμος της παιδικής μου ηλικίας, φαντάζομαι επίσης εκεί κι άλλα πιο πίσω στο χρόνο, όπως τη βαριά πατημασιά του παππού που δεν πρόλαβα να γνωρίσω, τον πατέρα του πατέρα μου – υπήρχε κάπου και μια ασπρόμαυρη φωτογραφία εκείνης της εποχής με διαφήμιση της ποτοποιίας του συνονόματου παππού μου σε ένα κτίριο της Ασκληπιού που σώζεται ακόμα.
Είναι η ώρα που το παρελθόν φωτίζει αλλιώς το παρόν, η ώρα που όλα γίνονται ένα.*Οι αρχαίοι Έλληνες θεωρούσαν ότι το παρελθόν μετράει μέχρι τρεις γενιές πίσω. Αυτό ισχύει για τα προσωπικά, σε σχέση με την οικογένεια. Αλλά αυτό ισχύει όχι μόνο επειδή το παρελθόν μοιάζει με ξένη χώρα όταν το σκεφτόμαστε τέσσερις γενιές πίσω. Και μόνο αν σκεφτεί κανείς το πώς πολλαπλασιάζονται οι παππούδες και οι γιαγιάδες όσο πιο βαθειά εκτείνεται μια οικογένεια στο παρελθόν τόσο η εικόνα δεν παραπέμπει πια σε μια στενή οικογένεια, αλλά σε μια ευρύτερη συλλογικότητα.
Τα μνημεία λειτουργούν διαφορετικά από τα προσωπικά, αναφέρονται στους πολλούς, στη συλλογικότητα, την κοινωνία, όσο και όπως αυτή εξελίσσεται και μεταβάλλεται στη ροή του χρόνου. Σ’ αυτό το πλαίσιο, πολύ συγκεκριμένα, το Φρούριο που χτίστηκε ως οχυρωματικό έργο επί Ιουστινιανού τον 7ο μ.Χ. αιώνα και δεσπόζει ακόμα στα Τρίκαλα, είναι η πιο αρχαία συναναστροφή για τους κάθε λογής ανθρώπους που έχουν ζήσει για 1500 περίπου χρόνια στην πόλη. Συνιστά, ενδεχομένως περισσότερο και από το φυσικό τοπίο, που κι αυτό μεταβάλλεται αναλόγως των εκάστοτε αναγκών της κοινωνίας, το σοβαρότερο και στιβαρότερο στοιχείο της αδιάσπαστης συνέχειας του τόπου.
Η τρικαλινή κοινωνία φροντίζει τα μνημεία της: ο Μύλος του Ματσόπουλου έχει σήμερα μια πολύπτυχη ψυχαγωγική λειτουργία και είναι γνωστός σε ολόκληρη την Ελλάδα ως Μύλος των Ξωτικών, οι διαβόητες και μαζί ιστορικές φυλακές στο κέντρο της πόλης μετατράπηκαν σε κέντρο έρευνας Βασίλη Τσιτσάνη, τα Ψυγεία Κλιάφα λειτουργούν ως ακμαίο πολιτιστικό κέντρο, η περίτεχνη σιδερένια Γέφυρα που κατασκεύασαν Γάλλοι μηχανικοί, στον Ληθαίο που διασχίζει την πόλη είναι κάποια από αυτά.
Αλλά μνημεία δεν είναι μόνο τα κτίρια: η οδός Ασκληπιού, εμβληματική αρτηρία της πόλης, που είχε πεζοδρομηθεί πολλές δεκαετίες πριν η πεζοδρόμηση περάσει στο λεξιλόγιο των ελληνικών πόλεων, συνεχίζει αδιαλείπτως τη θεραπευτική λειτουργία της ως τόπος συνάντησης και αναψυχής των κατοίκων…*Η έννοια του παρελθόντος είναι βεβαίως άρρηκτα συνδεδεμένη με τη φθορά και τη φυσική απώλεια, την καταστροφή. Καθώς η πόλη των Τρικάλων συνδέεται οργανικά με τα βουνά, όπως και με τον κάμπο, είναι έντονη ακόμα στη συλλογική μνήμη η καταστροφή των χωριών του Ασπροποτάμου από τους Ναζί κατά τη διάρκεια της Κατοχής στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Όπως και τμημάτων της πόλης, από τους βομβαρδισμούς των Ιταλών.
Οι απώλειες είναι αναπόφευκτες, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. Έχει όμως τη σημασία του, το ότι όπως το έζησα, η κοινωνία το προσπέρασε χωρίς μνησικακία, με την επίγνωση ότι αυτά τα πράγματα συμβαίνουν, και ότι το νόημα είναι να κοιτάς μπροστά. Είναι χαρακτηριστικό το παλιό δημοτικό τραγούδι στα βουνά του Ασπροποτάμου – από την εποχή που οι Οθωμανοί είχαν κάψει τα βουνά εξ αιτίας της Επανάστασης του 1821 – με την επωδό Τα σπίτια κι αν μας κάψουν, άλλα φτιάχνουμε…Καταστροφή είναι κι αυτή που συνέβη σε ειρηνικούς καιρούς, η ολοσχερής σταδιακή κατεδάφιση μεγάλου τμήματος της πόλης, από τη δεκαετία του 1970 και μετά, ώστε να χτιστεί η νέου τύπου πόλη, αυτή των πολυκατοικιών. Μα αυτή δεν έγινε με βία, υλοποιήθηκε με συναινετικές διαδικασίες: το παρόν και το μέλλον έχουν τα δικαιώματά τους, και οι άνθρωποι ήθελαν άνετα σπίτια, με κομφόρ, όπως και τα συγκεκριμένα υλικά ωφέλη από τη δοσοληψία της αντιπαροχής.*Παρελθόν, παρόν και μέλλον εμπλέκονται αξεδιάλυτα, εκ των πραγμάτων. Είναι πολύτιμο να αναγνωρίσουμε αυτή τη διάσταση, μα και να έχουμε επίγνωση των προτεραιοτήτων. Η ψυχή είναι υγιής όταν είναι ανοιχτή στο μέλλον, διαφορετικά από τη θλιμμένη ψυχή που είναι ολοκληρωτικά επικεντρωμένη στο παρόν γράφει ο Ιταλός διανοούμενος Umberto Galimberti.Τα φαντάσματα εμφανίζονται στο μεταξύ, στο κενό που επιφέρει η καταστροφή, κάτι σαν λουλούδια που ανθίζουν στις ρηγματώσεις των ερειπίων. Για να ανταποκριθούμε καλύτερα στις απαιτήσεις του μέλλοντος, είναι απαραίτητο να γλυκάνουμε και να εμπνεύσουμε το παρόν, κι αυτό μπορεί να το κάνει ο πολιτισμός των φαντασμάτων, η ανάδειξη δηλαδή αυτών που έχουν σημασία από το παρελθόν. –